Ακρόαση άρθρου......

Όπως είδαμε και στο προηγούμενο άρθρο, τα παιδιά με ΔΕΠΥ αντιμετωπίζουν προκλήσεις στην προσοχή, στον αυτοέλεγχο και στη ρύθμιση της συμπεριφοράς, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει συγκρούσεις στην οικογένεια και το σχολείο (Barkley, 2015).

Η ανατροφή ενός παιδιού με ΔΕΠΥ απαιτεί στρατηγικές που βασίζονται στην επιστημονική κατανόηση της διαταραχής και στην προσαρμογή των γονεϊκών και εκπαιδευτικών πρακτικών στις ανάγκες του παιδιού.

Στόχος του παρόντος άρθρου είναι η παρουσίαση τεκμηριωμένων προσεγγίσεων για τη γονεϊκή εκπαιδευτική διαχείριση της ΔΕΠΥ, καθώς και η ανάλυση του ρόλου της Συνεργατικής Επίλυσης Προβλημάτων (Collaborative Problem Solving – CPS) ως αποτελεσματικής μεθόδου πειθαρχίας και εκπαίδευσης δεξιοτήτων.  

Τα παιδιά με ΔΕΠΥ παρουσιάζουν συμπτώματα που εμπίπτουν σε τρεις βασικούς άξονες:  

1.  Διαταραχή της προσοχής, που περιλαμβάνει δυσκολία συγκέντρωσης, εύκολη διάσπαση και δυσκολία στην οργάνωση των δραστηριοτήτων.    
2.  Υπερκινητικότητα, που εκδηλώνεται με έντονη κινητικότητα, αδυναμία ηρεμίας και παρορμητικές αντιδράσεις.  
3.  Παρορμητικότητα, που σχετίζεται με δυσκολία στη ρύθμιση των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς, καθώς και με αυξημένο ρίσκο ανεπιθύμητων ενεργειών (Brown, 2017). 

 Αυτά τα χαρακτηριστικά καθιστούν την παραδοσιακή πειθαρχία (π.χ. τιμωρίες ή ανταμοιβές) αναποτελεσματική, καθώς το παιδί συχνά αδυνατεί να κατανοήσει τη σύνδεση της συμπεριφοράς του με τις συνέπειες (Greene, 2014).

Οι γονείς, επομένως, χρειάζονται εναλλακτικές μεθόδους, βασισμένες στην ενίσχυση των εκτελεστικών λειτουργιών και στη συναισθηματική ρύθμιση.  

Οι παραδοσιακές μέθοδοι πειθαρχίας, όπως οι σκληρές τιμωρίες, συχνά αποτυγχάνουν να επιφέρουν θετική αλλαγή στη συμπεριφορά τους.

Αντί να τα βοηθούν να μάθουν από τα λάθη τους, μπορεί να επιδεινώσουν τα προβλήματά τους.  

ΚΥΚΛΟΣ ΑΓΧΟΥΣ | 13 ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ - 26 ΩΡΕΣ
5 ζωντανά (online) και 8 βιντεοσκοπημένα σεμινάρια για το άγχος | Κόστος συμμετοχής: 40 ευρώ | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

1. Η ΔΕΠΥ Συνδέεται με Δυσκολίες στις Εκτελεστικές Λειτουργίες. Τα παιδιά με ΔΕΠΥ έχουν ελλείμματα στις εκτελεστικές λειτουργίες, δηλαδή στις δεξιότητες που βοηθούν στον αυτοέλεγχο, τον προγραμματισμό και την αναστολή ανεπιθύμητων συμπεριφορών (Barkley, 2015). Αυτό σημαίνει ότι:    

  • Δυσκολεύονται να θυμούνται τις συνέπειες των πράξεών τους. 
  • Δεν επεξεργάζονται εύκολα τα λάθη τους για να τα αποφύγουν στο μέλλον. 
  • Ενεργούν παρορμητικά, χωρίς να σκεφτούν τις συνέπειες. Όταν ένα παιδί με ΔΕΠΥ τιμωρείται αυστηρά, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα αλλάξει συμπεριφορά, γιατί το πρόβλημα δεν είναι η κακή πρόθεση, αλλά η δυσκολία στον αυτοέλεγχο. 

2. Οι Σκληρές Τιμωρίες Δεν Διδάσκουν Δεξιότητες. Η ανεπιθύμητη συμπεριφορά σε παιδιά με ΔΕΠΥ οφείλεται συχνά στην έλλειψη κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων (Brown, 2017).
Για παράδειγμα:  

  • Αν ένα παιδί δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του και το τιμωρήσουμε, αυτό δεν του μαθαίνει πώς να ελέγχει την παρόρμησή του. 
  • Αν ξεσπά σε θυμό όταν απογοητεύεται και του επιβάλουμε αυστηρή τιμωρία, δεν του δείχνουμε πώς να διαχειριστεί καλύτερα τα συναισθήματά του. Η λύση είναι να το βοηθήσουμε να αναπτύξει αυτές τις δεξιότητες, όχι να το τιμωρήσουμε επειδή δεν τις έχει.

3. Οι Σκληρές Τιμωρίες Ενισχύουν το Άγχος και τη Ματαίωση.Τα παιδιά με ΔΕΠΥ είναι πιο επιρρεπή στο άγχος, την απογοήτευση και τις συναισθηματικές εκρήξεις (Greene, 2014). Μια αυστηρή τιμωρία (π.χ. φωνές, απομόνωση, στέρηση προνομίων για μεγάλο διάστημα) μπορεί να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα:    

  • Αντί να κατανοήσει το λάθος του, το παιδί αισθάνεται αδικημένο και αγχωμένο. 
  • Μπορεί να οδηγηθεί σε περισσότερες εκρήξεις θυμού ή αντιδραστική συμπεριφορά.
  • Νιώθει ότι οι ενήλικες δεν το καταλαβαίνουν, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται συναισθηματικά.  

4. Τα Παιδιά με ΔΕΠΥ Έχουν Δυσκολία στη Σύνδεση Συμπεριφοράς-Συνεπειών. Λόγω των ελλειμμάτων στη μνήμη εργασίας και στην ικανότητα πρόβλεψης του μέλλοντος, τα παιδιά με ΔΕΠΥ δυσκολεύονται να συνδέσουν μια τιμωρία με την αρχική τους συμπεριφορά (DuPaul & Stoner, 2014).

Αυτό σημαίνει ότι:

  • Αν ένα παιδί τιμωρηθεί το βράδυ για κάτι που έκανε το πρωί, πιθανότατα δεν θα θυμάται ακριβώς γιατί συμβαίνει αυτό.   
  • Αν του στερήσουμε προνόμια για πολλές ημέρες, μπορεί να χάσει το κίνητρο να προσπαθήσει, αφού δεν βλέπει άμεση σχέση μεταξύ της πράξης του και της συνέπειας. 

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ:
Κύκλος 5 Online Σεμιναρίων | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Κόστος Συμμετοχής: 35 ευρώ

5. Οι Σκληρές Τιμωρίες Μπορούν να Οδηγήσουν σε Χαμηλή Αυτοεκτίμηση. Πολλά παιδιά με ΔΕΠΥ ήδη αισθάνονται ότι “δεν είναι αρκετά καλά” ή ότι “πάντα κάνουν λάθη” (Barkley, 2015).

Αν τιμωρούνται συνεχώς, μπορεί να:    

  • Αναπτύξουν αρνητική αυτοεικόνα και να πιστέψουν ότι “είναι κακά παιδιά”.
  • Σταματήσουν να προσπαθούν, αφού θεωρούν ότι “δεν μπορούν να κάνουν τίποτα σωστά”.   
  • Απομακρυνθούν συναισθηματικά από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς.  

Τι Λειτουργεί Αντί για Σκληρές Τιμωρίες; 

 Αντί για τιμωρία, οι ειδικοί προτείνουν πιο αποτελεσματικές προσεγγίσεις, όπως:  

1.Συνεργατική Επίλυση Προβλημάτων (CPS)

  • Αντί να επιβάλουμε τιμωρία, συζητάμε με το παιδί τι το δυσκολεύει.   
  • Αναζητούμε λύσεις μαζί του, ώστε να αισθάνεται ότι συμμετέχει στη διαδικασία (Greene, 2014).  

2. Σαφείς και Σταθερές Συνέπειες ( όχι τιμωρητικά αλλά ως φυσική εξέλιξη των πράξεων)

  • Οι συνέπειες πρέπει να είναι άμεσες και λογικές (π.χ. αν πετάξει τα παιχνίδια του, να τα μαζέψει αμέσως).   
  • Οι μακροχρόνιες ή ακραίες τιμωρίες δεν έχουν αποτέλεσμα.    

3. Θετική Ενίσχυση

  • Εστιάζουμε σε ό,τι κάνει σωστά και το επιβραβεύουμε, αντί να εστιάζουμε μόνο στα λάθη του.    

4. Διδασκαλία Αυτορρύθμισης

  • Μαθαίνουμε στο παιδί στρατηγικές όπως βαθιές αναπνοές, χρονοδιαγράμματα και διαλείμματα για να το βοηθήσουμε να ελέγχει τις αντιδράσεις του.  

Οι σκληρές τιμωρίες δεν είναι αποτελεσματικές για τα άτομα με ΔΕΠΥ, επειδή δεν αντιμετωπίζουν τη βασική αιτία της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς: τις δυσκολίες στις εκτελεστικές λειτουργίες, τον αυτοέλεγχο και τη συναισθηματική ρύθμιση. Αντί να τα βοηθούν να μάθουν, συχνά οδηγούν σε αντίθετα αποτελέσματα, αυξάνοντας την αντίσταση, το άγχος και την αρνητική αυτοεικόνα.

Η πιο αποτελεσματική προσέγγιση είναι η συνεργατική και εκπαιδευτική διαχείριση της συμπεριφοράς, που βοηθά τα παιδιά με ΔΕΠΥ να αναπτύξουν τις δεξιότητες που τους λείπουν και να νιώσουν ικανά να διαχειριστούν τις προκλήσεις τους. 

Συνεργατική Επίλυση Προβλημάτων (CPS) ως Προσέγγιση Διαχείρισης της Συμπεριφοράς

Η προσέγγιση CPS, που αναπτύχθηκε από τον Ross Greene, βασίζεται στην παραδοχή ότι τα παιδιά με ΔΕΠΥ δεν είναι απείθαρχα, αλλά αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε βασικές δεξιότητες (Greene, 2014). Η μέθοδος αυτή περιλαμβάνει τρία στάδια:  

1.  Εντοπισμός των προβλημάτων και των ελλειμματικών δεξιοτήτων: Ο γονέας αναγνωρίζει ποιες δεξιότητες λείπουν από το παιδί και ποια είναι τα συχνά σημεία σύγκρουσης.    

2.  Διερεύνηση του πλαισίου και της οπτικής του παιδιού: Το παιδί ενθαρρύνεται να εκφράσει τις δυσκολίες του, ενώ ο γονέας ακούει χωρίς κριτική διάθεση.  

3.  Συνεργατική εύρεση λύσεων: Γονείς και παιδιά εργάζονται μαζί για να βρουν ρεαλιστικές, βιώσιμες λύσεις που ικανοποιούν και τις δύο πλευρές. Έρευνες δείχνουν ότι η εφαρμογή του CPS μειώνει τη συχνότητα των συγκρούσεων και βελτιώνει την ικανότητα των παιδιών να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους (Pollastri et al., 2013).  

Για παράδειγμα, μια μαθήτρια με ΔΕΠΥ, δυσκολεύεται να παραμείνει ήσυχη και συγκεντρωμένη κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Συχνά διακόπτει τη δασκάλα, φωνάζει απαντήσεις χωρίς να σηκώσει το χέρι της και μιλάει στους συμμαθητές της, ακόμα και όταν εκείνοι προσπαθούν να συγκεντρωθούν. Παρόλο που η δασκάλα της έχει υπενθυμίσει πολλές φορές τους κανόνες της τάξης, η Μαρία συνεχίζει να φέρεται με τον ίδιο τρόπο.

Οι συμμαθητές της αρχίζουν να ενοχλούνται και η δασκάλα αισθάνεται ότι η ροή του μαθήματος διακόπτεται συνεχώς. Έτσι, μπορεί να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η Μαρία δεν σέβεται τους κανόνες ή θέλει σκόπιμα να τραβήξει την προσοχή. Ωστόσο, αυτή η συμπεριφορά σχετίζεται με τα χαρακτηριστικά της ΔΕΠΥ.

Γιατί η Μαρία Δυσκολεύεται να Συμμορφωθεί με τους Κανόνες της Τάξης

1. Παρορμητικότητα: Τα παιδιά με ΔΕΠΥ συχνά έχουν δυσκολία να συγκρατήσουν τις σκέψεις τους και να περιμένουν τη σειρά τους (Barkley, 2015).    

2. Δυσκολία στην αναστολή της αντίδρασης: Η Μαρία μπορεί να γνωρίζει ότι πρέπει να περιμένει να τελειώσει η δασκάλα για να μιλήσει, αλλά δυσκολεύεται να σταματήσει τον εαυτό της από το να φωνάξει την απάντηση (Brown, 2017).    

3. Ανάγκη για κίνηση και ερεθίσματα: Τα παιδιά με ΔΕΠΥ μπορεί να βαριούνται εύκολα ή να χρειάζονται συνεχή διέγερση, κάτι που τα οδηγεί στο να μιλούν ή να κινούνται χωρίς να το ελέγχουν (DuPaul & Stoner, 2014).  

Πώς μπορεί να διαχειριστεί ο ενήλικας αυτή τη Συμπεριφορά;

Αντί να επιβάλει αυστηρές τιμωρίες ή να εκνευρίζεται με τη Μαρία,  μπορεί να χρησιμοποιήσει τη Συνεργατική Επίλυση Προβλημάτων (CPS) για να τη βοηθήσει να ελέγχει καλύτερα τη συμπεριφορά της:

1.Αναγνώριση του Προβλήματος: “Παρατήρησα ότι συχνά απαντάς πριν σηκώσεις το χέρι σου. Θέλω να ακούω τις απαντήσεις σου, αλλά μερικές φορές αυτό δυσκολεύει την τάξη. Τι σε κάνει να θέλεις να μιλήσεις αμέσως;”    

2. Κατανόηση της Οπτικής του Παιδιού: Η Μαρία μπορεί να απαντήσει, “Αν δεν μιλήσω αμέσως, ξεχνάω τι ήθελα να πω” ή “Νιώθω ενθουσιασμένη και δεν μπορώ να περιμένω.”

 3. Συνεργατική Αναζήτηση Λύσης:

  • Χρήση ενός μικρού σημειωματάριου όπου η Μαρία μπορεί να γράφει τις σκέψεις της, αντί να τις φωνάζει αμέσως.
  • Δημιουργία ενός μη λεκτικού σήματος μεταξύ της δασκάλας και της Μαρίας (π.χ. ένα σήκωμα δακτύλου) για να της υπενθυμίζει να περιμένει τη σειρά της. 
  • Παροχή συγκεκριμένων ευκαιριών για συμμετοχή (π.χ. “Μαρία, σε δύο λεπτά θα σου ζητήσω να απαντήσεις στην ερώτηση αυτή”).   
  • Χρήση καρτών συμμετοχής: Η Μαρία μπορεί να έχει έναν περιορισμένο αριθμό καρτών που μπορεί να χρησιμοποιεί για να μιλήσει αυθόρμητα, ενισχύοντας έτσι τον αυτοέλεγχο. 

Συμπερασματικά οι σκληρές τιμωρίες δεν είναι αποτελεσματικές για τα άτομα με ΔΕΠΥ, επειδή δεν αντιμετωπίζουν τη βασική αιτία της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς: τις δυσκολίες στις εκτελεστικές λειτουργίες, τον αυτοέλεγχο και τη συναισθηματική ρύθμιση.

Αντί να τα βοηθούν να μάθουν, συχνά οδηγούν σε αντίθετα αποτελέσματα, αυξάνοντας την αντίσταση, το άγχος και την αρνητική αυτοεικόνα.

Η πιο αποτελεσματική προσέγγιση είναι η συνεργατική και εκπαιδευτική διαχείριση της συμπεριφοράς, που βοηθά τα παιδιά με ΔΕΠΥ να αναπτύξουν τις δεξιότητες που τους λείπουν και να νιώσουν ικανά να διαχειριστούν τις προκλήσεις τους στο μέλλον. 

  

Βιβλιογραφία

Barkley, R. A. (2015). Attention-Deficit Hyperactivity Disorder: A Handbook for Diagnosis and Treatment. Guilford Press.    

Brown, T. E. (2017). Smart but Stuck: Emotions in Teens and Adults with ADHD. Wiley. •  Chronis-Tuscano, A., et al. (2016). “Parent training for children with ADHD: Impacts on behavior and parenting stress.” Clinical Child and Family Psychology Review, 19(1), 18-38.  

Pollastri, A. R., et al. (2013). “The effectiveness of Collaborative Problem Solving in treating children with behavioral challenges.” Journal of Child Psychology and Psychiatry, 54(927-935). 

Dawson, P., & Guare, R. (2018). Executive Skills in Children and Adolescents: A Practical Guide to Assessment and Intervention (3rd ed.). Guilford Press.   

DuPaul, G. J., & Stoner, G. (2014). ADHD in the Schools: Assessment and Intervention Strategies (3rd ed.). Guilford Press.    

Greene, R. W. (2014). The Explosive Child: A New Approach for Understanding and Parenting Easily Frustrated, Chronically Inflexible Children. HarperCollins. 

 

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Αικατερίνη - Αργυρώ Αναγνώστου

anagnostoy katerinaΨυχολόγος BSc, με μεταπτυχιακό Κλινικής Ψυχολογίας με εξειδίκευση στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία.
Εργάζεται με πληθυσμό που βρίσκεται στο φάσμα των νευροαναπτυξιακών διαταραχών.