Πώς θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τον άνθρωπο που ζητά να δουλέψει με τον εαυτό του ψυχοθεραπευτικά;
Ψυχοθεραπεία και ψυχανάλυση είναι το ίδιο πράγμα; Και, τι ακριβώς σημαίνει art-therapy (θεραπεία μέσω τέχνης”);
Η έννοια «πελάτης»
Με στόχο τη διευκόλυνση του αναγνώστη, σημειώνω δυο-τρεις εισαγωγικές φράσεις για τη λέξη “ψυχοθεραπεία”. Στις μέρες μας, το τι εννοείται με τη λέξη αυτή είναι λίγο-πολύ σαφές (ασχέτως αν δεν είναι ευρέως γνωστό). Σε άλλο άρθρο μου σημείωσα πως η ψυχοθεραπεία είναι μία επαγγελματική σχέση ανάμεσα σε έναν ψυχοθεραπευτή και έναν άνθρωπο που ζητά να δουλέψει ψυχοθεραπευτικά με τον εαυτό του, η οποία (α) διαφέρει με πολλούς τρόπους από άλλες σχέσεις (Herkov, 2016), (β) διαφέρει από την «ίαση», την «επούλωση», τη «θεραπεία» (Baker, 2000), (γ) βασίζεται σε αρχές, δομή και τεχνική - μεθοδολογία.
Διαβάστε ακόμα το σχετικό άρθρο Ψυχοθεραπεία και ψυχοθεραπευτής
Στόχοι της ψυχοθεραπευτικής σχέσης
Στόχος της ψυχοθεραπευτικής σχέσης είναι να φροντιστούν από τον κατάλληλα εκπαιδευμένο ψυχοθεραπευτή διάφορες ανάγκες του πελάτη και οι τρόποι με τους οποίους τις νοηματοδοτεί. Στην ουσία, η ψυχοθεραπεία έχει να κάνει με τις διαδικασίες που αναπτύσσονται όταν δύο άνθρωποι με συγκεκριμένους ρόλους, ο ψυχοθεραπευτής και ο πελάτης, συναντιούνται σε ένα επαγγελματικό πλαίσιο και, επικοινωνώντας λεκτικά και μη λεκτικά, δουλεύουν συστηματικά με την προσωπική εμπειρία του πελάτη (Brownell, 2010).
Και, εδώ ακριβώς, εμφανίζεται το πρώτο από τα θέματα αυτού του άρθρου. Συνήθως, ο άνθρωπος που ζητά να δουλέψει με τον εαυτό του ψυχοθεραπευτικά, σχεδόν πάντα (τουλάχιστον εκτός Ελλάδας) ονομάζεται «πελάτης». Η λέξη «πελάτης», στα Αγγλικά και στον διεθνή ψυχοθεραπευτικό χώρο, έχει πλέον ξεπεράσει τις προκαταλήψεις και τους αρνητικούς συνειρμούς οι οποίοι, για κάποιους, ίσως τη συνοδεύουν. Λέγοντας προκαταλήψεις, εννοώ ότι η λέξη «πελάτης», κάποιες φορές θεωρείται ψυχρή, απρόσωπη, εστιασμένη στο χρηματικό αντίτιμο, ότι αντικειμενοποιεί τον άνθρωπο και ότι περιορίζει την πολυδιάστατη και βαθιά ανθρώπινη ψυχοθεραπευτική σχέση σε μία «εμπορική» - οικονομική διάσταση.
Κάτι τέτοιο θεωρώ ότι ισχύει ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου μας αρέσει πολύ να μιλούμε για τη Μεσογειακή ζεστασιά και για θερμή ανοιχτή διάθεση με τον συνάνθρωπο. Αυτό βέβαια ασχέτως αν, πάντα κατ’ εμέ, οι Έλληνες είμαστε συνήθως κλειστοί σαν στρείδια - ίσως διαφορετικά από ότι οι βόρειοι λαοί, αλλά πάλι κλειστοί, με τον δικό μας τρόπο, όταν δεν συζητούμε ενθουσιωδώς εν μέσω τσίπουρου για το πώς θα συμπορευτούμε και θα αλλάξουμε «μαζί» τον κόσμο.
Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι συχνά τείνουμε να χρησιμοποιούμε τα περίφημα Μεσογειακά γνωρίσματα ως πανοπλία για να μην αντιμετωπίσουμε σκληρές αλήθειες, για να μην κάνουμε ουσιαστικά μεταξύ μας ανοίγματα σε θέματα που πονάνε, καθώς και για να θρέφουμε μία φανταστική αυτοεικόνα τολμηρών και γενναίων ανοιγμάτων, που θα θέλαμε να ήταν αλήθεια. Οπότε, η λέξη «πελάτης» συχνά προκαλεί ακόμη αμηχανία (έστω και ανομολόγητα), αν και σαφώς τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν εξελιχτεί πολύ.
Πελάτης ή θεραπευόμενος;
Επίσης, έχω τη γνώμη πως στην Ελλάδα, αρκετοί ψυχοθεραπευτές, προτιμούν απλώς τον όρο «θεραπευόμενος». Όμως, προσωπικά, θεωρώ ότι η λέξη αυτή φέρει σημειολογικά αρκετές αμφισημίες. Συγκεκριμένα, η λέξη «θεραπεία», όταν δεν χρησιμοποιείται ως σύντμηση της «ψυχο-θεραπείας» - με το πρώτο συνθετικό («ψυχο-») να εννοείται - μου φέρνει στο νου κάτι γενικό. Θα έλεγα, «κάτι που δεν πάει καλά ή δυσλειτουργεί - με οποιαδήποτε υποκειμενική αντίληψη», το οποίο γίνεται «κάτι που παύει να μην πηγαίνει καλά ή επαναλειτουργεί - επίσης με οποιαδήποτε υποκειμενική αντίληψη». Όμως, από τι ακριβώς κάποιος θεραπεύεται; Είναι αυτό κάποια αρρώστια; Με τι κριτήριο συντελείται η «θεραπεία»; Ποιο μπορεί να είναι το «καλύτερα» μετά τη θεραπεία; κλπ.
Επίσης, η λέξη «θεραπεία» με πάει πολύ κοντά στο παλαιότερο ιατρικό μοντέλο που ορίζει «αρρώστια» και «θεραπεία» με γραμμική σχέση αίτιου - αιτιατού. Ταυτόχρονα, η λέξη «θεραπεία» αφήνει ορθάνοιχτες πόρτες σε διάφορες θεωρούμενες «εναλλακτικές» θεραπευτικές πρακτικές, που βλάπτουν πάρα πολύ όταν ξεφεύγουν από τα όρια μέσα στα οποία μπορούν όντως να είναι ευεργετικές - μια κατάχρηση συχνότατη στις μέρες μας. Όπως και να το δούμε, πιστεύω ότι η λέξη «θεραπεία» δεν καλύπτει τις προϋποθέσεις που θέτει σήμερα η έννοια της «ψυχοθεραπείας» (βλ. το άλλο άρθρο μου, περί ψυχοθεραπείας και ψυχοθεραπευτή). Οπότε, σε κάθε περίπτωση, έχω τη γνώμη πως η λέξη «θεραπευόμενος» δεν είναι κατάλληλη για να περιγράψει τον άνθρωπο που ζητά να δουλέψει ψυχοθεραπευτικά, ακριβώς γιατί είναι παράγωγο της «θεραπείας».
Αφήνοντας παραπέρα τη λέξη «θεραπευόμενος», ας δούμε τις λέξεις «άρρωστος», «ασθενής», «πάσχων», «αυτός που χρειάζεται βοήθεια». Τέτοιες εκφράσεις υποδηλώνουν ότι κάποιες καταστάσεις ορίζονται αντικειμενικά ως αρρώστια, καθώς και ότι κάποιος, γνωρίζει αντικειμενικά πώς να επαναφέρει τον «ασθενή» στην αντικειμενικά οριζόμενη κατάσταση υγείας. Πρόκειται για παρωχημένους διαχωρισμούς και πολώσεις που δεν στέκουν τουλάχιστον σε καμία ανθρωπιστική ψυχοθεραπευτική προσέγγιση.
ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Κι έτσι, ερχόμαστε μοιραία και πάλι στη λέξη «πελάτης», η οποία, όπως ήδη σημείωσα, στα Αγγλικά και στον διεθνή ψυχοθεραπευτικό χώρο έχει πλέον σαφώς ξεπεράσει τους περισσότερους αρνητικούς συνειρμούς. Φυσικά, είναι απολύτως σεβαστές οι από χώρα σε χώρα διαφορές κουλτούρας που αντικατοπτρίζονται στον τρόπο χρήσης κάποιων λέξεων. Ωστόσο, πιστεύω ότι τέτοιες διαφορές δεν θα πρέπει να γίνονται προφάσεις για να συντηρούνται προκαταλήψεις αποφεύγοντας τη χρήση λέξεων όπως «πελάτης», μόνο και μόνο γιατί φορτίζονται αρνητικά σε μία συγκεκριμένη κουλτούρα, ενώ διεθνώς διαθέτουν πλέον ένα ευρύ εννοιολογικό φάσμα για κάποιες τουλάχιστον χρήσεις.
Άλλωστε, σήμερα, οι περισσότερες ολοκληρωμένες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις που διαθέτουν στέρεη φιλοσοφική βάση, δίνουν πολύ μεγάλη έμφαση στην αξιωματικά ισότιμη σχέση ψυχοθεραπευτή - πελάτη. Οπότε, η λέξη «πελάτης» (άτομο ή ομάδα) σαφώς περιορίζεται απλά να δηλώνει έναν ρόλο σε μία βαθιά ανθρώπινη σχέση χωρίς τα υπονοεί στο ελάχιστο αντικειμενοποίηση κάποιου προσώπου, εκμετάλλευσή του, ή αποκλειστική εστίαση στην οικονομική συνδιαλλαγή. Σημειώνω ότι για το ανθρωπιστικό - σχεσιακό πνεύμα της θεραπείας Gestalt, ο «πελάτης» θεωρείται από τον Parlett (2014) περισσότερο ως «σπουδαστής» - κάποιος που «σπουδάζει» αυτό που είναι και γίνεται ο ίδιος μέσα στο πεδίο της ζωής του.
Επίσης, ας μην ξεχνούμε ότι, αν το θέλουμε, μπορούμε να φορτίσουμε το νόημα κάθε πράγματος σύμφωνα με την εκάστοτε δική μας αντίληψη. Για παράδειγμα, ας αφήσουμε κατά μέρος τη λέξη πελάτης και ας πάρουμε το δεύτερο συνθετικό της λέξης «ψυχο-θεραπευτής», το «-θεραπευτής». Αυτή η λέξη είναι κατά τη γνώμη μου πάρα πολύ πιο αμφίσημη και επικίνδυνη από τη λέξη «πελάτης». Μπορεί σαφέστατα, πολλές φορές, ακόμα και ανεξαρτήτως γλώσσας ή κουλτούρας, να δημιουργήσει συνειρμούς, παρανοήσεις και προσδοκίες που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τον ρόλο που περιγράφει ολόκληρη η σύνθετη λέξη «ψυχο-θεραπευτής». Εννοώ ότι το «-θεραπευτής», μας παραπέμπει εύκολα στον γκουρού, τον σαμάνο - μάγο, σε μία εσωτεριστική και μυστικιστική προσέγγιση, κάτι τελείως ξένο από το τι πραγματικά είναι ο ρόλος του «ψυχοθεραπευτή». Όσο για την τεράστια ασάφεια και την πολυεπίπεδη και καθόλου «αντικειμενική» σημασία του πρώτου συνθετικού της λέξης «ψυχο-θεραπευτής», το οποίο αναφέρεται στην «ψυχή»... ας μην πάμε καν προς εκείνο το σημειολογικό χάος...
«Πελάτης» λοιπόν, για μένα, είναι αυτός που ζητά να δουλέψει ψυχοθεραπευτικά - ένας σπουδαστής της ύπαρξης μέσα στα θαύματα και τους εφιάλτες αυτού του κόσμου...
Ψυχοθεραπεία και ψυχανάλυση
Ένα σημαντικό σημείο της λέξης «ψυχοθεραπεία», είναι ότι κάθε ψυχοθεραπευτική πράξη στηρίζεται σε κάποιες φιλοσοφικές παραδοχές για τον άνθρωπο, τη ζωή, τον κόσμο, τις σχέσεις μας με τα πράγματα και τα φαινόμενα, έτσι ώστε μία συγκεκριμένη ψυχοθεραπευτική πράξη να αποκτά στόχο, δομή και μεθοδολογία (Brownell, 2010). Με αυτήν τη λογική, υπάρχουν πολλές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις. Δηλαδή σε άλλες φιλοσοφικές παραδοχές για τον κόσμο, τη ζωή και τον άνθρωπο προσδίδει κεντρική σημασία η Α προσέγγιση, και σε άλλες η Β, η Γ κοκ.
ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR
Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.
Οπότε, η ψυχοθεραπεία είναι ένας γενικός όρος, μία εννοιολογική ομπρέλα. Ο όρος αυτός, παλαιότερα, μπορούσε να σημαίνει οτιδήποτε συνδύαζε τις λέξεις ψυχή και θεραπεία, αλλά πιστεύω ότι σήμερα σημαίνει πλέον συγκεκριμένα πράγματα (βλ. το άρθρο μου για την ψυχοθεραπεία και τον ψυχοθεραπευτή). Βέβαια, το γεγονός ότι πολλές φορές, ακόμη και στο παρόν, εντελώς αυθαίρετοι (και συχνότατα κακοποιητικοί) συνδυασμοί της «ψυχής» και της «θεραπείας» εξακολουθούν να λέγονται «ψυχοθεραπεία», δεν σημαίνει ότι η λέξη αυτή παύει να ορίζεται πλέον με σχετικά σαφείς τρόπους.
Έτσι, η ψυχανάλυση, είναι ένα είδος, μία προσέγγιση, μία περίπτωση ψυχοθεραπείας (ανεξάρτητα από το αν ήταν ιστορικά η πρώτη). Δηλαδή, κατ’ εμέ, ο όρος «ψυχοθεραπεία» είναι γενικός, όπως λέγοντας «αυτοκίνητο» δεν εννοούμε μία ορισμένη «μάρκα», αλλά ευρύτερα την έννοια ενός οχήματος. Έτσι και η «ψυχανάλυση» είναι ένας από τους πολλούς τρόπους να υλοποιείται η ψυχοθεραπευτική πράξη.
Τουλάχιστον λοιπόν για μένα, η λέξη «ψυχοθεραπεία» δεν είναι ταυτόσημη με την «ψυχανάλυση». Για πολλούς, η αρχή της ψυχοθεραπείας τοποθετείται στην επινόηση και ανάπτυξη της ψυχανάλυσης από τον Sigmund Freud (1858-1939) και στην έκδοση της περίφημης μελέτης του, το 1900, για την ερμηνεία των ονείρων. Για άλλους, στη συνεργασία του με τον Josef Breuer (1842-1925) το 1895 (Brownell, 2010). Ωστόσο, πέρα από την ιστορική σχέση των δύο λέξεων, η λέξη «ψυχοθεραπεία», σήμερα, πιστεύω ότι είναι εννοιολογικά ευρύτερη από την «ψυχανάλυση».
Κι ακόμη, θεωρώ ότι υπάρχει και η εσφαλμένη προκατάληψη ότι η καθόλα σεβαστή ψυχαναλυτική προσέγγιση βρίσκεται «απέναντι» στην ψυχοθεραπεία, ως κάτι διαφορετικό. Κάποιοι, συγχέοντας τα πράγματα, λένε: «εγώ δεν κάνω ψυχοθεραπεία, κάνω ψυχανάλυση». Τέτοιες προκαταλήψεις συνοδεύονται συχνά με καθόλα ύποπτης σκοπιμότητας νύξεις ότι η ψυχανάλυση είναι η μόνη ενδεικνυόμενη ή η «βαθύτερη» προσέγγιση προσωπικής ανάπτυξης και η μόνη που παρέχει την κατάλληλη εκπαίδευση.
Ίσως κάτι τέτοιο να οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η λέξη «ψυχοθεραπεία» είναι εξαιρετικά κακοποιημένη και ότι, στο όνομά της, καλύπτονται ένα σωρό άχρηστες παρεμβάσεις, συχνά επιβλαβείς και με στόχο την οικονομική ή κάθε είδους εκμετάλλευση, που μόνο ψυχοθεραπεία δεν είναι. Οπότε, ίσως, κάποιοι που αψήφιστα γενικεύουν και θεωρούν ότι τέτοιου είδους κακοποιήσεις της σημασίας της «ψυχοθεραπείας» ισοπεδώνουν και υποβαθμίζουν γενικότερα όλες τις ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, προτιμούν να διαχωρίζουν γενικά την ψυχοθεραπεία από την ψυχανάλυση λόγω του ιστορικού κύρους της δεύτερης. Άλλωστε, στις μέρες μας, η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στις σοβαρές και αναγνωρισμένες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, είναι αδιαμφισβήτητα πολύ υψηλή και δεν υστερεί σε τίποτα απολύτως από την ψυχαναλυτική εκπαίδευση. Έτσι, βρίσκω την πόλωση των εννοιών της ψυχανάλυσης και της ψυχοθεραπείας εντελώς αβάσιμη και κακόβουλη.
Όπως και να το δούμε, για μένα, η ψυχανάλυση είναι ασφαλώς μία από τις έγκυρες και σοβαρές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, όμως δεν τίθεται καν θέμα να χαρακτηριστεί ως ούτε η «καλύτερη» ούτε η «χειρότερη» ούτε να τοποθετηθεί πέρα από την ευρύτερη εννοιολογική ομπρέλα της έννοιας «ψυχοθεραπεία». Εξάλλου, η ίδια η ιδέα της οποιασδήποτε «σύγκρισης» μεταξύ οποιωνδήποτε καταξιωμένων προσεγγίσεων, λες και μιλά κάποιος για προϊόντα σούπερ μάρκετ ή για ομάδες ποδοσφαίρου, είναι αστεία και εντελώς αβάσιμη.
Ψυχοθεραπεία και «θεραπεία μέσω τέχνης» (art-therapy)
Η ψυχοθεραπεία, από τότε που εμφανίστηκε, συνάντησε πολύ γρήγορα την τέχνη. Αν και σήμερα η ψυχοθεραπεία έχει προσδιοριστεί θεωρητικά με αρκετή σαφήνεια, το τι είναι και τι δεν είναι ψυχοθεραπεία στην πράξη και το έως πού φτάνει η ελαστικότητα των ορίων αυτής της λέξης, παραμένει συχνότατα ένα ζήτημα χαοτικό και ασαφές.
Πάρα πολλά πράγματα έχουν συνδυαστεί με την ψυχοθεραπεία και κανείς δεν εμποδίζει κανέναν να ονομάσει «ψυχοθεραπεία» κυριολεκτικά ό,τι του καπνίσει, ιδιαίτερα στον χώρο των εναλλακτικών θεραπειών.
Όπως έλεγα σε άλλο κείμενό μου που αποτελεί κατά κάποιον τρόπο το πρώτο μέρος αυτού του άρθρου, η λέξη «θεραπεία» δεν μπορεί να καλύψει τις εννοιολογικές προϋποθέσεις της λέξης «ψυχοθεραπεία». Αν το πούμε αλλιώς, ό,τι είναι «θεραπευτικό» (ένα καλό μασάζ, μια καλλιτεχνική εμπειρία, οι διακοπές, το καλό σεξ, η γιόγκα, η ρεφλεξολογία, η γυμναστική, ο διαλογισμός, τεχνικές χαλάρωσης κλπ), μπορεί να επιδρά ευεργετικά στον οργανισμό μας αλλά δεν είναι ψυχοθεραπεία. Οπότε, τι συμβαίνει με την τέχνη; Μπορούμε να ονομάσουμε «ψυχοθεραπεία» ειδικά ανεπτυγμένες πρακτικές που εμπλέκουν την τέχνη;
Πρώτα-πρώτα, σε όσα έπονται, θεωρώ δεδομένο ότι στην έκφραση «θεραπεία μέσω τέχνης», η λέξη «θεραπεία» χρησιμοποιείται ως σύντμηση της λέξης «ψυχο-θεραπεία». Λέγοντας δηλαδή «θεραπεία μέσω τέχνης», στην ουσία εννοούμε «ψυχο-θεραπεία μέσω τέχνης» (“art-psychotherapy”).
Υπάρχουν πολλοί ορισμοί για τη θεραπεία μέσω τέχνης, και συχνά ο Αγγλικός όρος “art-therapy” αναφέρεται κυρίως στην ψυχοθεραπευτική χρήση της ζωγραφικής. Όμως η έκφραση «θεραπεία μέσω τέχνης» γενικότερα, μπορεί να εννοηθεί με δύο κυρίως τρόπους (Jolomi, 2003).
…(1) Στη μία προσέγγιση, υπονοείται ένας πρωτογενής και αυτόνομος τρόπος θεραπείας, βασισμένος αποκλειστικά και μόνο στις εγγενείς θεραπευτικές επιδράσεις της τέχνης και στην επουλωτική δύναμη της δημιουργικότητας αφεαυτής. Σε αυτήν τη σημασία του όρου, προσδίδεται μία ψυχοθεραπευτική χροιά: η τέχνη, από μόνη της, θεωρείται σαν να «είναι» ψυχοθεραπεία.
Προσωπικά, δεν συμφωνώ καθόλου. Η τέχνη βεβαίως και διαθέτει ανεκτίμητες θεραπευτικές λειτουργίες, με την ευρεία έννοια μιας επουλωτικής διαδικασίας στο, ψυχολογικό επίπεδο (βλ. στο άλλο άρθρο μου για τις λέξεις «επούλωση», «ίαση» και «θεραπεία»). Ακριβολογώντας, η τέχνη από μόνη της δεν μπορεί να είναι μία οργανωμένη ψυχοθεραπεία, τουλάχιστον όπως σήμερα ορίζεται θεωρητικά η έννοια αυτή. Το «να κάνω τέχνη», ως διαδικασία, είναι κάτι που διαθέτει τους δικούς του σκοπούς, ανάλογα με τους οποίους ορίζει αρχές, δομή, μεθοδολογία. Το γεγονός πως κάποιοι στόχοι της τέχνης και της ψυχοθεραπείας μπορεί κάπου να αλληλοεπικαλύπτονται ή να αλληλοενισχύονται (όπως και η ευρύτερη αδιαμφισβήτητη ευεργετική αξία της ενασχόλησης με την τέχνη), δεν την καθιστά και μία ολοκληρωμένη ψυχοθεραπευτική προσέγγιση.
Και έτσι, για μένα, η χρήση του όρων «θεραπεία μέσω τέχνης» (“art-therapy”), όταν η τέχνη θεωρείται να είναι από μόνη της ένα ολοκληρωμένο ψυχοθεραπευτικό σύστημα, είναι τόσο ανακριβής όσο και επικίνδυνη, ανεξάρτητα:
(α) από τη θεραπευτική (και όχι «ψυχο-θεραπευτική») δυνατότητα της τέχνης και
(β) από τις προθέσεις κάποιου που ισχυρίζεται ότι δουλεύει ψυχοθεραπευτικά με άλλους μόνο μέσα από καλλιτεχνικές διαδικασίες - προθέσεις οι οποίες μπορεί να είναι καλές και έντιμες.
Ο λόγος που μία τέτοια σημασία του όρου είναι άστοχη και επικίνδυνη, θεωρώ πως είναι ο εξής: όταν η τέχνη χρησιμοποιείται για να αναδυθεί προσωπικό ψυχικό υλικό σε έναν άλλον άνθρωπο, η εμπειρία είναι πολύ ισχυρή. Και αν αυτή η διαδικασία περιοριστεί μόνο στην τέχνη, χωρίς περαιτέρω υπεύθυνη φροντίδα του ανθρώπου που ανοίγεται και καταδύεται στα τρίσβαθα της ψυχής του, ο άνθρωπος αυτός μπορεί να μείνει εκτεθειμένος, πνιγμένος από τα ανοιχτά θέματα που ξεπήδησαν μεν στην επιφάνεια, αλλά δεν ξέρει «τι να τα κάνει» - και κάποιες φορές κάτι τέτοιο μπορεί να προξενήσει μεγάλη ζημιά, αναβιώνοντας σοβαρότατα τραύματα.
…(2) Ο άλλος τρόπος να εννοήσουμε την έκφραση «θεραπεία μέσω τέχνης», είναι να συσχετίσουμε την τέχνη με μία επιπρόσθετη θεραπευτική διαδικασία (Jolomi, 2003) - οπότε η τέχνη γίνεται ένα είδος εργαλείου, το οποίο μπορεί να είναι, με πολλούς τρόπους και σε διαφορετικούς βαθμούς, συμπληρωματικό, σε μία δομημένη ψυχοθεραπευτική προσέγγιση.
Με άλλα λόγια, χρησιμοποιώντας μία οποιαδήποτε μορφή τέχνης, αναδεύεται ο εσωτερικός κόσμος κάποιου προσώπου, φέρνοντας στην επιφάνεια νέο «υλικό», το οποίο, στη συνέχεια, δουλεύεται περαιτέρω μέσω των εργαλείων κάποιας συγκεκριμένης ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης. Όλες οι μορφές της τέχνης είναι κατάλληλες για να χρησιμοποιηθούν με έναν τέτοιο συμπληρωματικό τρόπο στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία (μουσική, χορός, εικαστικά, θέατρο, λογοτεχνία, κοκ).
Δημιουργείται έτσι ένα ισχυρό αμάλγαμα παρεμβάσεων σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο, με μία σχετική φιλοσοφική αυτονομία, όπως συμβαίνει συχνά με τη μουσικοθεραπεία, τη δραματοθεραπεία, τη χοροθεραπεία. Επιπλέον, μέσω αυτού του τρόπου σκέψης, έρχονται κοντά η ψυχοθεραπεία και οι εγγενείς επουλωτικές (και όχι ψυχοθεραπευτικές) δυνατότητες της δημιουργικής διαδικασίας (Jolomi.).
Έχω τη γνώμη πως η δεύτερη αυτή θεώρηση της έκφρασης «θεραπεία μέσω τέχνης» ή του όρου “art-therapy”, δεν δημιουργεί κανένα ζήτημα, αφού ουσιαστικά περιγράφεται η σύμπραξη δύο χώρων (ψυχοθεραπεία «ΚΑΙ» τέχνη), μέσα σε ξεκάθαρα λειτουργικά όρια.
Ωστόσο, επισημαίνω δύο καθοριστικής σημασίας σημεία.
(α) Το ένα είναι πως κανένας καλλιτέχνης δεν μπορεί να αυτο-ονομαστεί «ψυχοθεραπευτής» χωρίς ειδική εκπαίδευση.
(β) Το άλλο είναι πως, αντίστροφα, ο ψυχοθεραπευτής που θέλει να ενσωματώσει μία μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας ως εργαλείο στην ψυχοθεραπεία, θα πρέπει να έχει επίσης εκπαιδευτεί στην τέχνη της επιλογής του ή να συνεργαστεί με κάποιον καλλιτέχνη του συγκεκριμένου πεδίου τέχνης.
Δείτε το σχετικό video όπου ο αρθρογράφος, Ψυχοθεραπευτής Πέτρος Θεοδώρου, σε συνέντευξη του στο κανάλι ΔΙΚΤΥΟ TV των Σερρών, μιλάει για την Σκιά και μία ολιστική προσέγγιση της ψυχοθεραπείας.
Συμπερασματικά:
Αυτό που εδώ υπογραμμίζω, είναι πως δεν πιστεύω στην «τέχνη ταυτόσημη με ψυχοθεραπεία» ούτε πως η τέχνη μπορεί να υποκαταστήσει την ψυχοθεραπεία. Είμαι απολύτως σύμφωνος με το σχήμα «ψυχοθεραπεία ΚΑΙ τέχνη», το οποίο όμως, προς αποφυγήν πολύ σημαντικών παρανοήσεων, θα πρότεινα να μην ορίζεται ως «θεραπεία μέσω τέχνης» ή “art-therapy”. Βρίσκω ότι η έκφραση «ψυχοθεραπεία ΚΑΙ τέχνη» είναι προτιμότερη, γιατί δηλώνει δύο πεδία που σχετίζονται με πολλούς τρόπους και σε πολλά επίπεδα. Τα πεδία όμως αυτά παραμένουν διαφοροποιημένα. Απλώς, συμπράττουν όταν κάποιος αποφασίσει ότι χρειάζεται να ενσωματώσει την τέχνη ως ένα είδος εργαλείου στα πλαίσια μιας ήδη αυτόνομης ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης (Theodorou, 2005).
Στο σχήμα «ψυχοθεραπεία ΚΑΙ τέχνη», το σημαντικό είναι πως ό,τι ψυχικό υλικό αναδυθεί σε κάποιον που εμπλέκεται σε μία καλλιτεχνική διαδικασία, προβλέπεται με ασφάλεια να μην μείνει μετέωρο. Το υλικό αυτό κάπως «περνιέται» και «διαβάζεται» από το φίλτρο κάποιας ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης με ξεκάθαρες φιλοσοφικές αρχές στη βάση της, στόχους και δομή - μεθοδολογία. Αλλιώς, όπως ήδη σημείωσα, αν έμενε μετέωρο, τότε:
(α) ακόμα και όταν η δημιουργική διαδικασία έχει κάποια επουλωτικά ή θεραπευτικά (όχι ψυχοθεραπευτικά) αποτελέσματα, αυτά γρήγορα θα εξανεμιστούν,
(β) αν το υλικό αυτό αφορά επώδυνα προσωπικά θέματα και τραυματικά γεγονότα, αυτός ο κάποιος κινδυνεύει να αναβιώσει πόνο και απειλή, χωρίς να είναι έτοιμος και προστατευμένος.
Έτσι, αυτό που γενικότερα συμβαίνει σε ευτυχείς συνεργασίες ψυχοθεραπείας ΚΑΙ τέχνης, είναι ότι τη καλλιτεχνική διαδικασία γίνεται ένα είδος εργαλείου, ένα επιπρόσθετο σύνολο διαδικασιών προκειμένου να αναδυθεί εκ βαθέων υλικό, το οποίο στη συνέχεια υφίσταται περαιτέρω καθαρή ψυχοθεραπευτική επεξεργασία. Για παράδειγμα, η Λιάλια Θάτσερ (όπως παραπέμπει η Θεοδωροπούλου, 2015, σ. 218), λέει σε συνέντευξή της πως στη χοροθεραπεία χρησιμοποιούνται οι συνειρμοί και η αυθεντική κίνηση (αυτή που έχει ειρμό και πηγάζει από μέσα μας, χωρίς λογοκρισία). Αυτό που συμβαίνει, είναι ότι η σωματική και κινητική έκφραση ενός προσώπου ανασύρει στην επιφάνεια, μέσω του σώματος, πολλές αναμνήσεις και συναισθήματα. Στη συνέχεια, η όλη εκούσια και ακούσια «κινητικότητα» (κίνηση και στάσεις) του προσώπου αυτού, πρώτα διαβάζεται και αναλύεται συστηματικά από τον χοροθεραπευτή και μετά δουλεύεται μέσα από την ψυχοδυναμική προσέγγιση.
* Το άρθρο βασίζεται σε υλικό από το βιβλίο του Πέτρου Θεοδώρου «Ο χορός των θαυμάτων: τα μεγάλα ταξίδια στα μικρά βήματα» (εκδόσεις ΡΩΜΗ, Θεσσαλονίκη, 2017)
Βιβλιογραφία
Baker, S.F. (2000). Healing in psychotherapy: Using energy, touch, and imagery with cancer patients. Gestalt Review, 4 (4): 267-289.
Brownell, F. (2010). Gestalt Therapy, A guide to contemporary practice. New York, NY: Springer Publishing Company.
Herkov, M. (2012). What Is Psychotherapy? [blog post]. In PsychCentral. Retrieved on 2012, from: psychcentral.com
Jolomi, A. (2003, March-April). What is art-therapy? [CD-Rom: Proceedings]. Presentation at the 1st Art Therapy World Congress, Hungary, Budapest.
Parlett, M. (2014). What is Gestalt? British Gestalt Journal. Retrieved from: britishgestaltjournal.com
Θεοδωροπούλου, Ν. (2015). Διατροφή. Υπάρχει και άλλος τρόπος; Οι διατροφικές διαταραχές από την οπτική της σωματικής ψυχοθεραπείας. Στο: Σώμα στον κόσμο και ο κόσμος στο σώμα (Λ. Αναγνωστοπούλου, επιμ.). Επετειακή έκδοση του Ελληνικού Κέντρου Βιοσύνθεσης. Αθήνα: Ελληνικό Κέντρο Βιοσύνθεσης.
Θεοδώρου, Π. (2017). «Ο χορός των θαυμάτων: τα μεγάλα ταξίδια στα μικρά βήματα». Εκδόσεις ΡΩΜΗ, Θεσσαλονίκη.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Πέτρος Θεοδώρου - Ψυχοθεραπευτής
Πέτρος Θεοδώρου: έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στον επαγγελματικό κατάλογο ειδικών παρέχονται από τους ίδιους τους ειδικούς, κατά την εγγραφή τους στο σύστημα. Όταν βλέπετε την ένδειξη «έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology”, σημαίνει ότι το Psychology έχει ελέγξει, με email, τηλεφωνικά ή/και με λήψη των σχετικών εγγράφων, τα ακόλουθα στοιχεία:
- Ότι ο ειδικός είναι υπαρκτό πρόσωπο.
- Ότι τα πτυχία οι τίτλοι και οι εξειδικεύσεις που αναφέρει είναι αληθινά.
- Ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ισχύουν.
Ψυχοθεραπευτής, μέλος της E.A.G.T. και πιστοποιημένος επόπτης. Aνέπτυξα ως συμπληρωματικό εργαλείο την προσέγγισή μου PSP (Process-Stage-Praxis), με πολλές δυνατότητες εφαρμογής. Δουλεύω με άτομα, ζευγάρια, ομάδες, εποπτεία, εκπαίδευση στην ψυχοθεραπεία και το Playback Θέατρο.