Ακρόαση άρθρου......

Στη σύγχρονη εποχή της αλματώδους εξέλιξης της ιατρικής επιστήμης, μέσα από καινοτόμες μεθόδους, όπως είναι η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στις διαδικασίες διάγνωσης και παρέμβασης, αδιαμφισβήτητα θέτει νέα θεμέλια στις θεραπευτικές προσεγγίσεις.

Εντούτοις, πέρα από το αμιγώς ιατρικό κομμάτι, η σημασία της ψυχολογικής σύνδεσης μεταξύ ασθενούς και γιατρού είναι ένα κρίσιμο θέμα που έχει άμεσο αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα της θεραπείας και στην ευημερία του ασθενούς.

Η Σημασία της Ψυχολογικής Σύνδεσης Μεταξύ Ασθενούς και Γιατρού

Η ψυχολογική σύνδεση μεταξύ ασθενούς και γιατρού δεν είναι απλά μια αναγκαία κοινωνική αλληλεπίδραση, αλλά αποτελεί θεμέλιο λίθο για την ποιότητα της θεραπείας και την ψυχική υγεία του ασθενούς.

Το ιατρικό επαγγελματικό περιβάλλον είναι συχνά γεμάτο άγχη, φόβους και αβεβαιότητες για τους ασθενείς. Στην παρούσα εποχή, όπου η τεχνολογία και οι ιατρικές εξετάσεις είναι ολοένα και πιο εξελιγμένες, η ανθρώπινη σύνδεση παραμένει αναγκαία και ανεκτίμητη.

Η σχέση μεταξύ γιατρού και ασθενούς συχνά επικεντρώνεται στην ιατρική διάγνωση και θεραπεία. Ωστόσο, η ψυχολογική σύνδεση που αναπτύσσεται μέσα από τη σχέση αυτή μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τη διαδικασία της θεραπείας.

Όταν ο γιατρός δείχνει κατανόηση, ενσυναίσθηση και ενδιαφέρον για τον ασθενή, πέρα από τα συμπτώματα της ασθένειας, αυτό ενισχύει την εμπιστοσύνη και δημιουργεί ένα θετικό θεραπευτικό περιβάλλον.

Επίσης, ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση, είναι σημαντικό ο ασθενής να αισθάνεται ότι μπορεί να θέσει όποιο ερώτημα έχει, ενώ είναι εξέχουσας σημασίας να έχει μια αναλυτική και σαφής εικόνα τόσο της κατάστασης της υγείας του, όσο και της εν γένει θεραπευτικής διαδικασίας. 

 Βάση αυτής της διαδικασίας είναι η εξατομίκευση της κάθε περίπτωσης, όπου ο γιατρός αντιμετωπίζει τον κάθε ασθενή ως μια μοναδική περίπτωση, επιδιώκοντας τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Παράλληλα, η εξατομίκευση αφορά και τον τρόπο επικοινωνιακής προσέγγισης, όπου ο γιατρός μπορεί να επιλέξει τον κατάλληλο τρόπο επικοινωνίας, με βάση την ιδιοσυγκρασία του εκάστοτε ασθενούς. 

Η Ενσυναίσθηση: Κλειδί για μια Επιτυχημένη Θεραπευτική Σχέση

ΚΥΚΛΟΣ ΑΓΧΟΥΣ | 13 ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ - 26 ΩΡΕΣ
5 ζωντανά (online) και 8 βιντεοσκοπημένα σεμινάρια για το άγχος | Κόστος συμμετοχής: 40 ευρώ | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Η έννοια της ενσυναίσθησης έχει αναγνωριστεί ως θεμελιώδης για την ψυχολογική σύνδεση σε κάθε προσωπική αλληλεπίδραση και ιδίως στην ιατρική φροντίδα.

Η ενσυναίσθηση αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να κατανοεί και να μοιράζεται τα συναισθήματα του άλλου, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τη συναισθηματική του απόσταση.

Η θεωρία της ενσυναίσθησης του Carl Rogers αναδεικνύει τη σημασία της αυθεντικότητας και της κατανόησης για την οικοδόμηση μιας δυνατής θεραπευτικής σχέσης (Fernandez & Zahavi, 2020).

Για τον ασθενή, η αίσθηση ότι ο γιατρός τον κατανοεί και αποδέχεται τις συναισθηματικές του αντιδράσεις απέναντι στην ασθένειά του (άγνοια, φόβος, θυμός) ενισχύει τη συναισθηματική ασφάλεια και την εμπιστοσύνη, δύο κρίσιμους παράγοντες για την επιτυχημένη θεραπεία.

Σύμφωνα με μελέτες (Mercer et al., 2016), η ενσυναίσθηση που εκδηλώνεται από τον γιατρό συμβάλλει στην αύξηση της συνεργασίας του ασθενούς και στη βελτίωση των αποτελεσμάτων της θεραπείας.

Στις Σκιές του Έρωτα, για τους αιρετικούς της αγάπης , του Πέτρου Θεοδώρου, από τις Εκδόσεις PSYCHOLOGY.GR:  Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τον Ερωτα, την αγάπη, τον σεξουαλικό πόθο.

Η ενσυναίσθηση είναι θεμελιώδης για την ψυχολογική σύνδεση, καθώς επιτρέπει στον γιατρό να κατανοήσει τα συναισθήματα και τις ανησυχίες του ασθενούς, καθώς και να δείξει σεβασμό για την ανθρώπινη εμπειρία του. Όταν ο ασθενής νιώθει ότι ο γιατρός τον ακούει προσεκτικά και τον κατανοεί, είναι πιο πιθανό να συμμετάσχει ενεργά στη θεραπεία, να ακολουθήσει τις οδηγίες και να νιώσει μεγαλύτερη ασφάλεια. Επίσης, συχνά η αίσθηση της σύνδεσης διαμορφώνει καλύτερες συνθήκες για τη βελτίωση της υγείας, καθώς συμβάλλει παράλληλα και στη μείωση του αισθήματος φόβους και άγχους του ασθενούς.

Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο είναι το ότι η ψυχολογική σύνδεση προάγει την εμπιστοσύνη, έναν παράγοντα καθοριστικό για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας.

Όταν ο ασθενής νιώθει άνετα να εκφράσει τις ανησυχίες του, τους φόβους του και τις αμφιβολίες του χωρίς το φόβο της κρίσης, η θεραπεία μπορεί να είναι πιο στοχευμένη και αποτελεσματική.

Σε κάθε περίπτωση, η ανοιχτή επικοινωνία ενισχύει τη συνεργασία και την αμοιβαία κατανόηση, βελτιώνοντας το συνολικό θεραπευτικό αποτέλεσμα. Επίσης, συχνά είναι σημαντική και η διαχείριση της ανησυχίας ασθενών που τείνουν να αναζητούν πληροφορίες στο διαδίκτυο αναφορικά με την κατάσταση της υγείας τους, γεγονός που τους καθιστά περισσότερο αγχώδεις (Shachar, 2022).

Η Ψυχολογική Σύνδεση ως Μέρος του Ολιστικού Μοντέλου Υγείας

Στην σύγχρονη ιατρική, το ολιστικό μοντέλο θεραπείας αναγνωρίζει τη σημασία της συναισθηματικής και ψυχολογικής υγείας του ασθενούς, όχι μόνο της σωματικής (Hefti & Gomes Esperandio, 2016).  

Η ψυχολογική σύνδεση είναι μέρος αυτής της προσέγγισης, διότι αναγνωρίζει ότι οι ψυχολογικές και συναισθηματικές καταστάσεις επηρεάζουν την υγεία του ατόμου, καθώς και την ανάρρωσή του. Πρόκειται για την ψυχολογική προσέγγιση της σχέσης γιατρού-ασθενούς, όπου σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το στοιχείο της επικοινωνίας και της συμπεριφοράς του γιατρού προς τον ασθενή (Turabian, 2019).

Στη σχετική βιβλιογραφία, παρουσιάζονται διαφορετικά μοντέλα που καθορίζουν την αλληλεπίδραση αυτής της σχέσης, μέσα από δύο βασικά μοντέλα συνεργασίας: «πατερναλιστική» και συνεργατική βάση. Αφενός, στο πατερναλιστικό μοντέλο, υφίσταται μια άνιση σχέση ανάμεσα στον ειδικό και στον ασθενή,  όπου ουσιαστικά ο ασθενής πρέπει να συμμορφωθεί απόλυτα στη θεραπευτική διαδικασία, σαν να πρόκειται για μια διαδικασία «υπακοής», συχνά χωρίς να μπορούν να θέσουν ερωτήματα ή να εκφράσουν ανησυχίες.

Αφετέρου, στο συνεργατικό μοντέλο, οι ασθενείς είναι πιο πιθανό να συμφωνήσουν με την προτεινόμενη θεραπεία, καθώς αισθάνονται ότι έχουν τον έλεγχο της κατάστασης, ενώ παράλληλα δίνεται στον ασθενή η αίσθηση ότι μπορεί να επηρεάσει την κατάσταση, για παράδειγμα επισημαίνοντας δυνατότητες απόκτησης πληροφοριών ή παρουσιάζοντας τις εναλλακτικές θεραπευτικές επιλογές, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο την αίσθηση ελέγχου του ασθενούς. Ταυτόχρονα, μειώνονται τα επίπεδα του στρες, καθώς ο ασθενής αισθάνεται «ισότιμο» μέλος.

Εάν διατηρηθεί η αμοιβαία εταιρική σχέση κατά τη διάρκεια της αλληλεπίδρασης γιατρού-ασθενούς, ο ασθενής θα είναι σε θέση να επηρεάζει πραγματικά την κατάσταση και να παίρνει αποφάσεις για τον εαυτό του/της (Śliwińska, Makara-Studzińska & Śliwiński (2015).  

Η Εμπιστοσύνη και η Συναισθηματική Υποστήριξη ως Παράγοντες Θεραπευτικής Επιτυχίας

Η εμπιστοσύνη είναι θεμελιώδης στην ιατρική σχέση και συνδέεται άμεσα με την ψυχολογική σύνδεση μεταξύ γιατρού και ασθενούς. Όταν ο ασθενής εμπιστεύεται τον γιατρό του, είναι πιο πιθανό να ακολουθήσει τις συστάσεις του και να εκφράσει ειλικρινά τις ανησυχίες του.

Η εμπιστοσύνη ενισχύεται όταν ο γιατρός προσεγγίζει τον ασθενή με σεβασμό και ενδιαφέρον για την ανθρώπινη διάσταση της κατάστασής του, πέρα από τη διαχείριση της ασθένειας.

Η θεωρία της κοινωνικής υποστήριξης αποδεικνύει ότι η συναισθηματική υποστήριξη που προσφέρει ο γιατρός λειτουργεί ως «μαξιλάρι» απέναντι στο άγχος και την αβεβαιότητα που συνδέονται με την ασθένεια. Στο πλαίσιο της ιατρικής φροντίδας, η υποστήριξη αυτή μπορεί να εκφραστεί μέσα από το διάλογο, την ενσυναίσθηση, την επιβεβαίωση των συναισθημάτων του ασθενούς και την καθοδήγηση με σεβασμό στις ανάγκες του.

Η Θεωρία του Στρατηγικού Μοντέλου Επικοινωνίας στην Ιατρική

Η στρατηγική επικοινωνία είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία για τη δημιουργία ψυχολογικής σύνδεσης στην ιατρική πρακτική. Σύμφωνα με τη θεωρία της επικοινωνίας, η στρατηγική επικοινωνία επιτρέπει την ανάπτυξη μιας αμοιβαίας κατανόησης που αποφεύγει την επιθετικότητα ή την υπερβολική απομάκρυνση.

Ο γιατρός που χρησιμοποιεί στρατηγικές επικοινωνίας, όπως η σαφήνεια, η υπευθυνότητα, αλλά και η ευαισθησία στον ασθενή, είναι σε θέση να μειώσει την ένταση και να διευκολύνει την ενεργητική συμμετοχή του ασθενούς.

Επίσης, η ικανότητα του γιατρού να διαχειρίζεται τις συναισθηματικές αντιδράσεις του ασθενούς (π.χ., φόβος θανάτου ή διάγνωση) με κατανόηση και στρατηγικές επικοινωνίας βοηθά στην αποδοχή της θεραπείας και στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της.

Η Ψυχολογική Αντίσταση και η Συνεργασία στην Θεραπεία

Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας στη σχέση γιατρού-ασθενούς είναι η ψυχολογική αντίσταση. Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να αποδεχτούν τη διάγνωση ή τη θεραπεία τους. Η αντίσταση αυτή συνδέεται με την άμυνα του εγώ, όπως την περιγράφει η θεωρία της ψυχαναλυτικής ψυχολογίας (Freud, 1923).

Η αντίσταση μπορεί να εκδηλωθεί ως άρνηση της θεραπείας ή άρνηση της ασθένειας. Η ψυχολογική σύνδεση που αναπτύσσεται με έναν γιατρό που κατανοεί και σέβεται τις αντιστάσεις αυτές, μπορεί να μειώσει την ένταση και να οδηγήσει σε καλύτερη αποδοχή της θεραπείας. Η διαχείριση αυτής της αντίστασης απαιτεί έναν συνδυασμό ενσυναίσθησης και ενεργητικής ακρόασης, στοιχεία που είναι οι θεμελιώδεις λίθοι για την αποτελεσματική ψυχολογική υποστήριξη.

Η Σημασία της Στήριξης και της Κατανόησης σε Περιόδους Άγνοιας ή Αβεβαιότητας

Πολλές φορές, οι ασθενείς αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις, όπως η διάγνωση σοβαρών ασθενειών ή η αντιμετώπιση χρόνιων προβλημάτων υγείας.

Η παρουσία ενός γιατρού που είναι παρών, κατανοητικός και διαθέτει την ικανότητα να προσφέρει συναισθηματική υποστήριξη είναι ανεκτίμητη.

Αυτή η υποστήριξη ενισχύει την αντοχή του ασθενούς και την επιθυμία του να αντιμετωπίσει την ασθένεια με θετική στάση.

Συμπερασματικά, καταλήγουμε στο ότι η ψυχολογική σύνδεση μεταξύ ασθενούς και γιατρού αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για την επιτυχή θεραπεία.

Η ανθρώπινη διάσταση της ιατρικής προσφέρει στον ασθενή την αίσθηση ότι δεν είναι μόνος, καθώς και  το ότι η φροντίδα του αφορά όχι μόνο την ασθένειά του αλλά και την ολοκληρωμένη ανθρώπινη εμπειρία. 


Βιβλιογραφία

Fernandez, A. V., & Zahavi, D. (2020). Basic empathy: Developing the concept of empathy from the ground up. International Journal of Nursing Studies, 110, 103695. 

Freud, S. (1923). 1961). The ego and the id. J. Strachey (Ed. & Trans.), The Standard Edition, 19.

Hefti, R., & Gomes Esperandio, M. R. (2016). The Interdisciplinary Spiritual Care Model: A holistic Approach to Patient Care. HORIZONTE: Revista de Estudos de Teologia e Ciências da Religião, 14(41).

Mercer, S. (2016). Seeing the world through your eyes: Empathy in language learning and teaching. Positive psychology in SLA, 91-111. 

Shachar, L. (2022). “You become a slightly better doctor”: Doctors adopting integrated medical expertise through interactions with E-patients. Social Science & Medicine, 305, 115038.

Śliwińska, Z., Makara-Studzińska, M., & Śliwiński, Z. (2015). The patient-doctor relationship–a psychological perspective. Medical Studies/Studia Medyczne, 31(3), 223-228.

Turabian, J. L. (2019). Psychology of doctor-patient relationship in general medicine. Archives of Community Medicine and Public Health, 5(2), 062-068.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Ζωή Ζιωντάκη - Ψυχολόγος

Ζωή Ζιωντάκη: έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στον επαγγελματικό κατάλογο ειδικών παρέχονται από τους ίδιους τους ειδικούς, κατά την εγγραφή τους στο σύστημα. Όταν βλέπετε την ένδειξη «έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology”, σημαίνει ότι το Psychology έχει ελέγξει, με email, τηλεφωνικά ή/και με λήψη των σχετικών εγγράφων, τα ακόλουθα στοιχεία:

  • Ότι ο ειδικός είναι υπαρκτό πρόσωπο.
  • Ότι τα πτυχία οι τίτλοι και οι εξειδικεύσεις που αναφέρει είναι αληθινά.
  • Ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ισχύουν.

Ψυχολόγος, επιστημονικό προσωπικό στην ΑΔΙΠΠΔΕ στο Υπουργείο παιδείας,  απόφοιτη του Α.Π.Θ, με μεταπτυχιακό και διδακτορικό, καθώς και δεύτερο πτυχίο στο Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης. Ειδίκευση στην Κλασική Ψυχανάλυση και στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση.