Στις μέρες μας, η παλέτα των διαθέσιμων ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων με τις διάφορες παραλλαγές τους είναι απέραντη και δυστυχώς λαβυρινθώδης.
Υπάρχουν ψυχοθεραπείες που είναι υπεύθυνα στηριγμένες σε ξεκάθαρα και δομημένα συστήματα σκέψης, με σαφείς αρχές, στόχους και μεθοδολογία, ενώ η πρακτική τους πλαισιώνεται από έγκυρα θεσμικά όργανα και προϋποθέτει συστηματικές, μακρόχρονες, δαπανηρές και επώδυνες σπουδές.
Ωστόσο, υπάρχουν επίσης πάμπολλες λεγόμενες «ψυχοθεραπείες» που δεν είναι παρά πρακτικές βασισμένες σε αυθαίρετη σκέψη, χωρίς δομημένη μεθοδολογία με ασαφείς ή και απλώς μεταφυσικούς στόχους. Κι ακόμη, έχουμε το λυπηρό γεγονός ότι πολλές φορές, ακόμη και στο παρόν, εντελώς αυθαίρετοι (και συχνότατα κακοποιητικοί) συνδυασμοί της «ψυχής» και της «θεραπείας» εξακολουθούν θρασύτατα να αυτοαποκαλούνται «ψυχοθεραπεία» - με «δημιουργούς» ανθρώπους διαταραγμένους, αρχομανείς ή κερδοσκόπους που σε κάθε περίπτωση κακοποιούν τους αφελείς και εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο.
Παράλληλα, τουλάχιστον στη χώρα μας, υπάρχει ένα αδιανόητο χάος ορολογίας, μηδενική πληροφόρηση για το τι κάνει και το τι δεν κάνει κάποιος με την ψυχοθεραπεία, ενώ ο ψυχολόγος ο ψυχίατρος, ο ψυχαναλυτής και ο ψυχοθεραπευτής, συχνά θεωρούνται το ίδιο πράγμα.
Έτσι, σκέφτηκα ότι θα ήταν ίσως χρήσιμο να γυρίσουμε για λίγο στις «ρίζες», στα θεωρούμενα αυτονόητα του ψυχοθεραπευτικού χώρου, και να εκφράσω με ένα κείμενο τις προσωπικές μου απόψεις για όλα αυτά.
Τι είναι θεραπεία, επούλωση, ίαση
Η λέξη «ψυχοθεραπεία», στην καθημερινή της χρήση, συχνά συγχέεται με άλλες λέξεις συγγενούς σημασίας, όπως είναι η «θερα-πεία» (χωρίς το συνθετικό ψυχο-), η «επούλωση», η «ίαση». Όλες αυτές οι λέξεις, κάποιες φορές χρησιμοποιούνται αόριστα, ακόμη και εκεί όπου χρειάζεται επιτακτικά περισσότερη εννοιολογική ακρίβεια. Έτσι,:
(1) Η «επούλωση» θα μπορούσε να οριστεί ως η διαδικασία με την οποία εξισορροπούμαι με τον εαυτό μου και το περιβάλλον. […] Μέσα από αυτή τη διαδικασία αισθάνομαι ολόκληρος, και «με» βλέπω ως μια ύπαρξη με φυσικές, νοητικές, πνευματικές και συναισθηματικές διαστάσεις (Baker, 2000, σ. 275).
(2) Η «ίαση» αναφέρεται στην εξαφάνιση μιας αρρώστιας. Ένα πρόσωπο μπορεί να επουλώνει κάτι χωρίς να ιάται, και ένα πρόσωπο μπορεί να ιάται χωρίς να επουλώνει κάτι. Η συμβατική ιατρική δεν εστιάζεται κυρίως στο πρόσωπο που νοσεί αλλά στη νόσο.
(3) Η λέξη «θεραπεία», μόνη της, στην καθημερινή χρήση, άλλοτε γέρνει προς τον πρώτο από τους δύο παραπάνω όρους, άλλοτε προς τον δεύτερο, άλλοτε κάπως αγγίζει αόριστα και τους δύο. Προσωπικά, η λέξη «θεραπεία» μου φέρνει στο νου γενικά «κάτι που δεν πάει καλά ή δυσλειτουργεί - με οποιαδήποτε υποκειμενική αντίληψη», το οποίο γίνεται «κάτι που παύει να μην πηγαίνει καλά ή επαναλειτουργεί - επίσης με οποιαδήποτε υποκειμενική αντίληψη».
10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς (Νοέμβριος 2024 – Απρίλιος 2025) | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για εγγραφές που θα γίνουν έως Κυριακή 17 Νοεμβρίου. Με αυτό το κόστος, έχετε πρόσβαση στο σύνολο των 10 σεμιναρίων που θα διεξαχθούν.
Όμως, από τι ακριβώς κάποιος θεραπεύεται; Είναι αυτό κάποια αρρώστια; Με τι κριτήριο συντελείται η «θεραπεία»; Ποιο μπορεί να είναι το «καλύτερα» μετά τη θεραπεία; κλπ.
Επίσης, η λέξη «θεραπεία» με πάει πολύ κοντά στο παλαιότερο ιατρικό μοντέλο που ορίζει «αρρώστια» και «θεραπεία» με γραμμική σχέση αίτιου - αιτιατού. Ταυτόχρονα, η λέξη «θεραπεία» αφήνει ορθάνοιχτες πόρτες σε διάφορες θεωρούμενες «εναλλακτικές» θεραπευτικές πρακτικές, που βλάπτουν πάρα πολύ όταν ξεφεύγουν από τα όρια μέσα στα οποία μπορούν όντως να είναι ευεργετικές - μια κατάχρηση συχνότατη στις μέρες μας.
Συμπερασματικά, θα έλεγα ότι η λέξη «θεραπεία», στην πράξη, μπορεί να αφορά σε όλα τα επίπεδα στα οποία συμβαίνουν οι ανθρώπινες λειτουργίες: το φυσικό / σωματικό / αισθητηριακό, το συναισθηματικό και το γνωστικό / νοητικό επίπεδο.
Ωστόσο:
(α) όχι απαραιτήτως όλα με την ίδια ένταση και ταυτόχρονα,
(β) χωρίς να σημαίνει απαραίτητα ορισμένες μεθοδολογίες και δομές,
(γ) χωρίς καμία απαίτηση διάρκειας και βάθους στο «κάτι που παύει να μην πηγαίνει καλά ή επαναλειτουργεί»,
(δ) χωρίς απαραίτητα κάποια ολιστική αντίληψη για την ανθρώπινη ύπαρξη. Έτσι, μπορούμε να έχουμε θεραπεία από τον καρκίνο, από τη γρίπη, από μια αγχογόνο κατάσταση· αλλά και ένα καλό μασάζ, μια καλλιτεχνική εμπειρία, οι διακοπές, το καλό σεξ, το κολύμπι, η γιόγκα, η ρεφλεξολογία, η γυμναστική, μπορούν απλά να «λειτουργούν θεραπευτικά».
Προσεγγίζοντας την έννοια «ψυχοθεραπεία»
Η τόσο γνωστή (και παρεξηγημένη) πλέον λέξη «ψυχο-θεραπεία» είναι ένας σύνθετος όρος, του οποίου τα δύο συνθετικά είναι Ελληνικές λέξεις.
Ψηφιακό Marketing για Ψυχολόγους: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Το πρώτο, έχει να κάνει με τον ψυχικό μας χώρο και, το δεύτερο, πολύ γενικά, με την αλλαγή μιας επώδυνης, δυσάρεστης κατάστασης ή με την αποκατάσταση της λειτουργικότητας αυτού του χώρου.
Το πρώτο που μπορούμε να πούμε γι’ αυτή τη λέξη, είναι πως συχνά γίνεται για λόγους συντομίας «θεραπεία», χωρίς όμως αυτό καθόλου να σημαίνει πως οι δύο λέξεις ταυτίζονται απολύτως και εννοιολογικά. Με τη λέξη «ψυχοθεραπεία», ακόμη και όταν τη χρησιμοποιούμε λέγοντας απλώς «θεραπεία», δεν εννοούμε ποτέ απλώς το γενικό περιεχόμενο της σκέτης λέξης «θεραπεία».
Υπάρχουν πάρα πολλοί ορισμοί για την ψυχοθεραπεία, ανάλογα με το πού δίνεται κάθε φορά η έμφαση, αλλά δεν είναι εδώ ο κατάλληλος τόπος για να εμβαθύνουμε περισσότερο.
Μου αρέσει, μόνον ως αφετηρία, ένας πολύ απλός ορισμός: ψυχοθεραπεία είναι μία επαγγελματική σχέση ανάμεσα σε έναν ψυχοθεραπευτή και έναν πελάτη, η οποία διαφέρει με πολλούς τρόπους από άλλες σχέσεις και βασίζεται σε αρχές, δομή και τεχνική - μεθοδολογία (Herkov, 2016) - θα πρόσθετα ότι η ψυχοθεραπευτική σχέση διαθέτει και συγκεκριμένους στόχους και όρια, ενώ για τη χρήση της λέξης «πελάτης» και όχι των λέξεων «ασθενής» ή «θεραπευόμενος», βλ. σχετικό άρθρο στην ιστοσελίδα μου.
Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να τονιστεί πώς η ψυχοθεραπευτική διαδικασία αγκαλιάζει όλες τις διαστάσεις του εαυτού του πελάτη, με τον γενικό στόχο να «ζήσει καλύτερα» στο πεδίο ζωής του, σύμφωνα με τα δικά του κριτήρια, τις δυνατότητες και τους περιορισμούς, όποια και αν είναι αυτά. Από μία τέτοια άποψη, η ψυχοθεραπευτική διαδικασία ενέχει αναπόφευκτα την αλλαγή, αφού κάποιος ζει όπως ζει, γιατί «κάπως» νιώθει και «κάπως» βλέπει τον εαυτό του μέσα στον κόσμο· αν αυτό το «κάπως» δεν αλλάξει δεν θα ζει διαφορετικά.
Επίσης, η λέξη «καλύτερα» περιγράφει μία ποιότητα η οποία στο κάθε άτομο ορίζεται μόνον υποκειμενικά, ενώ ταυτόχρονα αναδύεται από τη δυναμική σχέση του ατόμου με τον κόσμο. Η ποιότητα αυτή δεν είναι σταθερή. Μπορεί να νοείται με διαφορετικούς τρόπους στην αρχή, τη διάρκεια, το τέλος και μετά την ψυχοθεραπευτική διαδικασία, αφού η ψυχοθεραπευτική δουλειά συνήθως σημαίνει και πολύ βαθιές αλλαγές στους τρόπους με τους οποίους κάποιος βιώνει τον εαυτό του μέσα τον κόσμο.
Ο Brownell (2010) σημειώνει ότι με μία ελεύθερη προσέγγιση, η ψυχοθεραπεία έχει να κάνει με τις διαδικασίες που αναπτύσσονται όταν δύο άνθρωποι με συγκεκριμένους ρόλους, ο ψυχοθεραπευτής και ο πελάτης, συναντιούνται σε ένα επαγγελματικό πλαίσιο και, επικοινωνώντας λεκτικά και μη λεκτικά, δουλεύουν συστηματικά με την προσωπική εμπειρία του πελάτη.
Η ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορεί σαφώς να χαρακτηριστεί «συστηματική» γιατί τα εμπλεκόμενα πρόσωπα έχουν κάποιους στόχους και κάνουν ό,τι κάνουν μέσα από κάποιους ρόλους (του «πελάτη» και του «ψυχοθεραπευτή»). Ο πάρα πολύ γενικός στόχος είναι να αντιμετωπιστεί ο πόνος σε ψυχολογικό επίπεδο και η μη αποτελεσματικότητα στην καθημερινή λειτουργία.
Η ψυχοθεραπεία γίνεται σε ένα αμοιβαία αποδεκτό πλαίσιο και ο ψυχοθεραπευτής παρέχει μία υπηρεσία, για την οποία ο πελάτης έχει συμφωνήσει να καταβάλλει οικονομικό αντίτιμο. Στην όλη διαδικασία υπάρχουν ηθικοί και νομικοί άξονες, οι οποίοι προστατεύουν τον πελάτη και βοηθούν τον ψυχοθεραπευτή (Brownell, 2010, σ. 16), γιατί καθώς αναπτύσσεται η θεραπευτική σχέση, ο πελάτης καθίσταται έντονα ευάλωτος.
Ο δε ψυχοθεραπευτής, μαθαίνει θεωρητικά και κλινικά συστήματα ανάλογα με την ψυχοθεραπευτική προοπτική που ακολουθεί, ως προς τα οποία οδηγείται η όλη ψυχοθεραπευτική διαδικασία όταν εξασκεί το επάγγελμά του. Η εκπαίδευση αυτή γίνεται στη βάση ειδικά δομημένων προγραμμάτων αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών φορέων.
Από αυτήν την άποψη, ο ψυχολόγος, ο ψυχοθεραπευτής και ο ψυχίατρος, δεν είναι διόλου το ίδιο πράγμα. Ο ψυχολόγος και ο ψυχίατρος μπορούν να γίνουν ψυχοθεραπευτές μόνο μέσα από ειδική και πολύχρονη εκπαίδευση και, κυρίως, με βαθιά και επίσης μακρόχρονη δική τους ψυχοθεραπεία, ατομική και ομαδική. Ο δε ψυχαναλυτής είναι κι αυτός ένας ψυχοθεραπευτής που ακολουθεί μία συγκεκριμένη προσέγγιση, την ψυχανάλυση - βλ. σχετικό άρθρο, εδώ και στην ιστοσελίδα μου, για την ψυχανάλυση ως μία έννοια που υφίσταται κάτω από την ευρεία ομπρέλα της ψυχοθεραπείας (Θεοδώρου, 2019).
Μάλιστα, σε πολλές χώρες, ενώ ο ψυχολόγος μπορεί φυσικά να δουλέψει με πολλούς τρόπους με άτομα και ομάδες (ανάλογα με την εξειδίκευσή του και στα αντίστοιχα πλαίσια), ωστόσο, για να δουλέψει ψυχοθεραπευτικά με ανθρώπους, οφείλει να περάσει υποχρεωτικά την ανάλογη εκπαίδευση σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό φορέα κάποιας ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης. Αντίθετα, σε άλλες πάλι χώρες, η ψυχοθεραπεία δεν είναι καν αναγνωρισμένο επάγγελμα και ο ψυχολόγος είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει παίρνοντας το πτυχίο του - μπορεί να αυτοαποκαλείται «ψυχοθεραπευτής» χωρίς καμία απολύτως εκπαίδευση. Σε κάθε περίπτωση, η τόσο διαδεδομένη έκφραση «πάω στον ψυχολόγο μου», θα πρέπει μάλλον να αντικατασταθεί από την έκφραση «πάω στον ψυχοθεραπευτή μου»...
Επίσης, είναι σημαντικότατο να τονιστεί πως άλλο το «είμαι σε ψυχοθεραπεία» και άλλο το συζητώ με τους φίλους μου, σκέφτομαι ή διαβάζω ή παρακολουθώ φανατικά διαλέξεις και εκπομπές περί ψυχολογίας, παραβλέποντας τις σωματικές μου αποκρίσεις, τα συναισθήματά μου, την έμπρακτη στάση μου στη ζωή και το πώς τα θέματά μου επιδρούν σε αυτήν την στάση.
Στην ομαδική ψυχοθεραπεία ενέχονται περισσότεροι άνθρωποι, ενώ κάποιες φορές συνεργάζονται και δύο ή περισσότεροι ψυχοθεραπευτές, οι οποίοι μπορούν να συνδυαστούν με πολλούς τρόπους στη διαδικασία, άμεσα ή έμμεσα (ως παρατηρητές). Περισσότερες λεπτομέρειες για την ψυχοθεραπεία, σχετικά με το αν και πότε ενδείκνυται ή «πετυχαίνει», όπως και για διαφορές μεταξύ των πολλών προσεγγίσεων, ξεφεύγουν από τα πλαίσια και τους στόχους αυτού του άρθρου.
Τέλος, η ψυχοθεραπεία, στις μέρες μας, συνδέεται στενά με την αυτογνωσία, την αυτεπίγνωση και την προσωπική ανάπτυξη. Η ψυχοθεραπεία, με έναν τρόπο, ενέχει και τους τρεις όρους, όμως παραμένει μία ευρύτερη διαδικασία τόσο ως προς το τι περιλαμβάνει όσο και ως προς το πώς και ως ποιο βάθος ασχολείται με τον άνθρωπο.
Μερικά σημαντικά σημεία για την έννοια της ψυχοθεραπείας
(1) Σήμερα, γνωρίζουμε ότι τα πιθανά ευεργετικά αποτελέσματα της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας οφείλονται λίγο στα περιεχόμενα της λεκτικής συνειδητής επικοινωνίας ψυχοθεραπευτή - πελάτη. Οφείλονται κυρίως σε όσα διαμείβονται άμεσα, ζωντανά ανάμεσά τους - στην ψυχοθεραπευτική σχέση. Στη σχέση αυτή φροντίζονται, από τον κατάλληλα εκπαιδευμένο ψυχοθεραπευτή, διάφορες ανάγκες του πελάτη και οι τρόποι με τους οποίους τις νοηματοδοτεί. Οι ανάγκες αυτές μπορεί να είναι οποιεσδήποτε και να σχετίζονται με το σώμα, το νου ή το συναίσθημα του πελάτη, γιατί, ούτως ή άλλως, από όπου και αν πηγάζουν, αποκτούν ένα ολοκληρωμένο ψυχολογικό νόημα, ανάλογα με τους τρόπους που ο πελάτης βιώνει συνολικά τον εαυτό του εν μέσω των καταστάσεων και των γεγονότων της ζωής του.
Η ψυχοθεραπεία, ως κύριο ή συμπληρωματικό εργαλείο, βοηθά τον πελάτη να εξερευνήσει αυτές τις ανάγκες στην υποκειμενική του πραγματικότητα, καθώς και τον τρόπο που τις νοηματοδοτεί και τις συνεπακόλουθες πράξεις του.
Ωστόσο ο ψυχοθεραπευτής δεν προτείνει έτοιμες, μαγικές λύσεις. Κατά μία έννοια, ψυχοθεραπευτής και πελάτης είναι συνταξιδιώτες σε μία διαδρομή που χτίζουν μαζί, άμεσα, ζωντανά, από συνεδρία σε συνεδρία.
(2) Κάθε είδος συγκροτημένης ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης και πράξης διαθέτει οργανωμένες κάποιες επιλεγμένες ιδέες («αρχές») σχετικά με το πώς συμβαίνουν τα πράγματα και πώς σχετίζονται μεταξύ τους (Crocker, όπως παραπέμπει ο Brownell, 2010, σ. 8). Οι αρχές αυτές, συναρθρωμένες μεταξύ τους συγκροτούν ένα γνωστικό σύστημα και νοούνται κυρίως ως κάποια φιλοσοφία (ή μάλλον φιλοσοφικές παραδοχές) για τη φύση, τη ζωή, τη φυσική και εσωτερική μας πραγματικότητα, τους σκοπούς, την ευημερία και τις αλληλεπιδράσεις της ανθρώπινης ύπαρξης κοκ.
Το γεγονός πως κάθε μορφή ψυχοθεραπευτικής πράξης στηρίζεται στα θεμέλια κάποιας φιλοσοφίας, σημαίνει ότι εκ των πραγμάτων υπάρχουν πολλοί τρόποι ψυχοθεραπευτικής πράξης και υποκατηγορίες τους, ανάλογα με τις φιλοσοφικές παραδοχές στις οποίες στηρίζονται. Ή, αλλιώς, σύμφωνα με τη Susan Gregory (2015, προσωπική επικοινωνία), θα λέγαμε ότι υπάρχουν πολλές ψυχοθεραπευτικές «τροπικότητες» («modalities»). Τέτοιες ψυχοθεραπευτικές «τροπικότητες» («modalities») συχνά λέγονται και «προσεγγίσεις» («approaches», «perspectives»), προσδιοριζόμενες από την εκάστοτε φιλοσοφία στην οποία βασίζονται (ψυχαναλυτική, συμπεριφορική, γνωστική, ψυχοδυναμική, θεραπεία Gestalt, προσωποκεντρική, συστημική, υπαρξιακή προσέγγιση κλπ). Δηλαδή σε άλλες φιλοσοφικές παραδοχές για τον κόσμο, τη ζωή και τον άνθρωπο προσδίδει κεντρική σημασία η Α προσέγγιση, και σε άλλες η Β, η Γ κοκ.
Με άλλα λόγια, ο όρος «ψυχοθεραπεία», σήμερα, είναι εννοιολογικά μια ευρεία ομπρέλα που περιλαμβάνει τις διάφορες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις. Κάπως όπως η έννοια «αυτοκίνητο» περιλαμβάνει Opel, Fiat, Skoda, Renault κλπ.
Ωστόσο, πολλά από τα θεωρητικά σημεία διαφόρων ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων είναι κοινά και αλληλοεπικαλύπτονται, συχνά όμως αποκτώντας διαφορετικές αποχρώσεις και οδηγώντας σε διαφορετικές μεθοδολογίες. Ας πούμε, και η θεραπεία Gestalt και η προσωποκεντρική πιστεύουν θεμελιακά στη θεραπευτική σχέση, αλλά διαφέρει ο τρόπος που την πραγματώνουν μεθοδολογικά.
Επίσης, σήμερα, παρατηρείται το εξής ατυχές φαινόμενο: πολλές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις να βασίζονται στις ίδιες αρχές, να κάνουν περίπου το ίδιο πράγμα, αλλά να χρησιμοποιούν διαφορετική ορολογία για να περιγράψουν τόσο το θεωρητικό τους κομμάτι όσο και αυτό που κάνουν.
Για παράδειγμα, το γεγονός ότι σήμερα όλες οι προσεγγίσεις τοποθετούν τον πελάτη στον ευρύτερο χώρο στον οποίο ζει και εξερευνούν τη δυναμική των σχέσεών του με αυτόν τον χώρο, θα το πούμε πώς; Ολισμό; Θεωρία πεδίου; Θεωρία συστημάτων; Όπως και να το πούμε, η ουσία παραμένει ότι εννοούμε σε γενικές γραμμές το ίδιο ακριβώς πράγμα, αλλά το βαφτίζουμε αλλιώς. Το αποτέλεσμα; - αν μάλιστα σκεφτούμε (πάντα κατά τη γνώμη μου) ότι σπάνια οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις νοιάζονται να συσχετίσουν τις θεωρητικές τους βάσεις, ώστε να αρχίσει επιτέλους να αναπτύσσεται μια κάπως κοινή γλώσσα συνεννόησης: σύγχυση και χάος, τόσο για τους εκπαιδευόμενους όσο και για τους πελάτες.
(3) Μία ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, ακριβώς επειδή χαρακτηρίζεται από κάποιον φιλοσοφικό προσανατολισμό στη θεωρητική της βάση, διαθέτει σαφείς στόχους, με την έννοια του πώς αντιλαμβάνεται
(α) τη σχέση του ατόμου με τον κόσμο και
(β) τον πολύ γενικότερο στόχο του «καλύτερου» το οποίο ζητά ο πελάτης στη ζωή του. Επίσης, αφού διαθέτει στόχους, αναγκαία διαθέτει και ένα σύστημα οργανωμένης σκέψης από το οποίο γεννιούνται και οι τρόποι οποίους θα επιτευχθούν οι όποιοι στόχοι. Οπότε, η ουσιαστικά νοούμενη «ψυχοθεραπευτική πράξη», περιλαμβάνει πάντα στόχους, δομές και μεθοδολογία. Με άλλα λόγια, αυτό που κάνουν άμεσα και έμπρακτα ο ψυχοθεραπευτής και ο πελάτης κατά την ψυχοθεραπευτική διαδικασία, είναι το οργανωμένο (δομημένο) ζωντάνεμα των θεωρητικών βάσεων μιας συγκεκριμένης ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης (Brownell, 2010).
Έτσι, η ψυχοθεραπευτική «πράξη» διαφέρει από προσέγγιση σε προσέγγιση, ανάλογα με τα φιλοσοφικά τους θεμέλια, τα οποία καθορίζουν διαφορετικούς στόχους, δομές και μεθοδολογία. Ακόμη και αν σε έναν παρατηρητή δύο προσεγγίσεις μοιάζουν ίδιες, μπορεί σαφώς να διαφέρουν στον ευρύτερο στόχο που εξυπηρετούν (κατά συνέπεια και στη δομή και τη μεθοδολογία τους).
(4) Η ψυχοθεραπεία δεν είναι μία απλή φιλική κουβέντα, ούτε άσκοπη σπατάλη χρόνου, δεν είναι ένα παιχνίδι για να περνά κάποιος την ώρα του και δεν είναι μία «ιατρικού» τύπου παρέμβαση («ιατρικού», με την έννοια της γραμμικής σχέσης αίτιου και αποτελέσματος στη διαδικασία της παρέμβασης - Brownell, 2010). Επίσης, επειδή η ψυχοθεραπεία ασχολείται με την υποκειμενική βιωματική πραγματικότητα του ατόμου και της ομάδας, δεν αποσκοπεί να «διορθώσει» κανέναν σύμφωνα με συγκεκριμένα πρότυπα, ούτε δίνει έμφαση στην παροχή κοινοτικών υπηρεσιών. Βέβαια, η ψυχοθεραπεία μπορεί σαφώς να παρέχεται στα λειτουργικά πλαίσια ενός κοινωνικού θεσμού. Αυτό όμως αφορά ζητήματα πλαισίου (διάρκεια παροχής, τόπος, δυνατότητα επιλογής του ψυχοθεραπευτή κλπ) και όχι ό,τι συμβαίνει στην ίδια την ψυχοθεραπευτική διαδικασία.
(5) Η ψυχοθεραπεία προσεγγίζει την ανθρώπινη ύπαρξη τόσο στη φυσική (ενσώματη) όσο και στη συναισθηματική (συγκινησιακή) και τη γνωστική (νοητική) της διάσταση. Αυτό που μαθαίνω βιωματικά για τον εαυτό μου και για τις πράξεις μου, οφείλει να γίνει ένα συνειδητά αφομοιωμένο εργαλείο για τις μελλοντικές μου εμπειρίες και την πράξη μου στη ζωή. Δεν μπορώ να μιλώ για ψυχοθεραπεία, αν τελικά, για οποιονδήποτε λόγο, η ψυχοθεραπευτική εμπειρία δεν οδηγεί ολιστικά σε κάποια έμπρακτη στάση στα πράγματα, ώστε να αξιοποιώ συνειδητά και υπεύθυνα τα αποτελέσματα αυτής της εμπειρίας στο μέλλον.
Δείτε και παραγγείλτε το βιβλίο του Πέτρου Θεοδώρου: Ο χορός των θαυμάτων: Τα μεγάλα ταξίδια στα μικρά βήματα στο βιβλιοπωλείο ψυχολογίας του Psychology.gr
Επίλογος
Ύστερα από όλα αυτά, το βρίσκω σημαντικό να υπογραμμίσουμε πως, αν και η ψυχοθεραπεία μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά, επουλωτικά ή ως ίαση, δεν θα πρέπει ποτέ να ταυτίζεται εξ ολοκλήρου με καμία από αυτές τις τρεις λέξεις. H απλή λέξη «θεραπεία», όταν χρησιμοποιείται στην καθημερινή γλώσσα και όχι ως σύντμηση της λέξης «ψυχοθεραπεία», δεν έχει τίποτα να κάνει με αυτό που σημαίνει η λέξη «ψυχοθεραπεία». Η απλή λέξη «θεραπεία» δεν καλύπτει τα προαπαιτούμενα (αρχές, δομή και τεχνική - μεθοδολογία) σύμφωνα με τις απαιτήσεις της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας, και δεν μπορεί να ταυτιστεί εννοιολογικά με ό,τι εννοούσαμε παραπάνω, λέγοντας «ψυχοθεραπεία».
Επομένως, οτιδήποτε λειτουργεί απλώς «θεραπευτικά» με μία ευρεία έννοια, δεν είναι ψυχοθεραπεία. Όπως ήδη σημείωσα, ένα καλό μασάζ, μια καλλιτεχνική εμπειρία, οι διακοπές, το καλό σεξ, το κολύμπι, η γιόγκα, η ρεφλεξολογία, η γυμναστική, μπορούν να «λειτουργούν θεραπευτικά» αλλά δεν είναι ψυχοθεραπείες. Ωστόσο, προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, τονίζω πως η διευκρίνιση των ορίων της λέξης «θεραπεία, δεν αναιρεί καθόλου τη μεγάλη και συχνά καθοριστική σημασία οποιασδήποτε απλά θεραπευτικής και όχι ψυχοθεραπευτικής, διαδικασίας.
Σε κάθε περίπτωση, ο ίδιος ο όρος «ψυχο-θεραπεία» θεωρώ ότι γεννήθηκε από τη σχέση της πρώτης μορφής ψυχοθεραπείας, την ψυχανάλυση, με την ψυχιατρική και το παλαιό κλασικό ιατρικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο κάποιος ειδικός «θεραπεύει» κάποιον που πάσχει από κάτι θεωρούμενο ως αρρώστια, δουλεύοντας στα πλαίσια ενός μοντέλου για την υγεία και την αρρώστια.
Ωστόσο, στην ψυχοθεραπεία, σήμερα, τουλάχιστον στις ανθρωπιστικές προσεγγίσεις, με κέντρο τον σεβασμό στην ατομική πραγματικότητα και τη σχέση των πάντων με τα πάντα, κυριαρχεί η σχετικότητα. Τι είναι «υγιές» και τι είναι «αρρώστια» ή καταστροφική δυσλειτουργία, δεν είναι ζήτημα μοντέλου. Σχετίζεται περισσότερο με την υποκειμενική πραγματικότητα του πελάτη μέσα στο προσωπικό πεδίο ζωής του. Ταυτόχρονα, ο ίδιος ο ψυχοθεραπευτής δεν θεωρείται πλέον η αυθεντία, η οποία θα κρίνει ποιο είναι το «καλό» για τον άνθρωπο με τον οποίο δουλεύει, γνωρίζοντας «αντικειμενικά» τι είναι «καλό» και τι όχι. Δηλαδή, ο ψυχοθεραπευτής δεν θεωρεί τον εαυτό του «αντικειμενικό» κριτή και παρατηρητή, αλλά γνωρίζει ότι είναι κι αυτός ένα υποκείμενο, όπως και ο πελάτης του. Κι αυτό σημαίνει ότι η ψυχοθεραπευτική σχέση συνδημιουργείται μέσω της ζωντανής αλληλεπίδρασης ψυχοθεραπευτή - πελάτη. Ας πούμε, στη θεραπεία Gestalt (και όχι μόνο) δεν υφίσταται καν η έννοια της κλασικά νοούμενης «διάγνωσης».
Για όλους αυτούς τους λόγους και για πολλούς άλλους, ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε πιο αποφασιστικά, ότι η ίδια η λέξη «ψυχοθεραπεία», είναι πιθανότατα πλέον ακατάλληλη ή ανεπαρκής για να περιγράψει τις διαδικασίες που περιλαμβάνει στο εννοιολογικό της πεδίο.
Ωστόσο, μέχρις ότου ευρύτερη συλλογικά ανάγκη επιφέρει έμπρακτα μία τέτοια ριζική αναθεώρηση, θεωρώ απολύτως αναγκαίο, στις μέρες μας της αυθαιρεσίας, της καλυμμένης ωμής βίας και της αισχροκέρδειας, να προστατεύονται ή, μάλλον, να φροντίζονται, όσο περισσότερο και καλύτερα γίνεται, όλα τα θαυμαστά και συγκεκριμένα που σημαίνονται με την ισχύουσα για την περιγραφή τους λέξη «ψυχοθεραπεία» - εξ ου και η ανάγκη μου να γράψω αυτό το άρθρο.
Δείτε το σχετικό video όπου ο αρθρογράφος, Ψυχοθεραπευτής Πέτρος Θεοδώρου, σε συνέντευξη του στο κανάλι ΔΙΚΤΥΟ TV των Σερρών εξηγεί την έννοια της ψυχοθεραπείας.
Βιβλιογραφία
1. Baker, S.F. (2000). Healing in psychotherapy: Using energy, touch, and imagery with cancer patients. Gestalt Review, 4 (4): 267-289.
2. Brownell, F. (2010). Gestalt Therapy, A guide to contemporary practice. New York, NY: Springer Publishing Company.
3. Herkov, M. (2012). What Is Psychotherapy? [blog post]. In PsychCentral. Retrieved on 2012, from: psychcentral.com
4. Θεοδώρου, Π. (2017). «Ο χορός των θαυμάτων: τα μεγάλα ταξίδια στα μικρά βήματα». Εκδόσεις ΡΩΜΗ, Θεσσαλονίκη.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Πέτρος Θεοδώρου - Ψυχοθεραπευτής
Πέτρος Θεοδώρου: έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στον επαγγελματικό κατάλογο ειδικών παρέχονται από τους ίδιους τους ειδικούς, κατά την εγγραφή τους στο σύστημα. Όταν βλέπετε την ένδειξη «έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology”, σημαίνει ότι το Psychology έχει ελέγξει, με email, τηλεφωνικά ή/και με λήψη των σχετικών εγγράφων, τα ακόλουθα στοιχεία:
- Ότι ο ειδικός είναι υπαρκτό πρόσωπο.
- Ότι τα πτυχία οι τίτλοι και οι εξειδικεύσεις που αναφέρει είναι αληθινά.
- Ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ισχύουν.
Ψυχοθεραπευτής, μέλος της E.A.G.T. και πιστοποιημένος επόπτης. Aνέπτυξα ως συμπληρωματικό εργαλείο την προσέγγισή μου PSP (Process-Stage-Praxis), με πολλές δυνατότητες εφαρμογής. Δουλεύω με άτομα, ζευγάρια, ομάδες, εποπτεία, εκπαίδευση στην ψυχοθεραπεία και το Playback Θέατρο.