Ακρόαση άρθρου......

Η κατάθλιψη μπορεί να επηρεάσει ψυχικά τον άνθρωπο...  Τον οδηγεί στο να κάνει πολλά γνωστικά σφάλματα σύμφωνα με τη CBT. Ωστόσο, η κατάθλιψη μπορεί να επηρεάσει και το σώμα του ανθρώπου, γεγονός που δεν αναφέρεται συχνά.

Στο παρόν άρθρο, θα γίνει μια αναφορά στο πώς η κατάθλιψη επηρεάζει 4 τομείς στο ανθρώπινο σώμα:

  • Τον ύπνο,
  • τη σεξουαλική διάθεση,
  • την όρεξη,
  • τα ψυχοσωματικά (ή αλλιώς τους δυσάρεστους πόνους που νιώθει ο ασθενής και δεν υπάρχει κάποια σαφής αιτία για την ύπαρξη τους).

Θα γίνει μια ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, και με επιστημονικές πηγές θα αποσαφηνιστεί τόσο ο ρόλος των αντικαταθλιπτικών στον ύπνο (βλ. ύπνος REM), στη σεξουαλική διάθεση (libido) όσο και στους υπόλοιπους τομείς.

Επίδραση στον ύπνο

Αρχικά, ο ύπνος, χωρίζεται σε 3 μεγάλες κατηγορίες.

Στην πρώτη κατηγορία υπάρχει ο λεγόμενος κιρκάδιος κύκλος ύπνου και αφύπνισης, που είναι συνδεδεμένος με το φως αλλά και το 24ωρο ρολόι. Επίσης, διάφορες ορμόνες, όπως η κορτιζόλη, η αυξητική ορμόνη, η μελατονίνη και η θερμοκρασία του πυρήνα του σώματος ακολουθούν τον κιρκάδιο ρυθμό (Thase, 2002)

Κανονικά, ο ύπνος είναι πιθανότερο να συμβεί μεταξύ δύσης και ανατολής, αφού το βράδυ θα εκκριθεί μελατονίνη και θα μειωθεί η θερμοκρασία του σώματος. Επίσης, θα μειωθεί η έκκριση κορτιζόλης, θα απελευθερωθεί αυξητική ορμόνη και θα πέσουν οι καρδιακοί παλμοί. Το σκοτάδι, βοηθά στην αύξηση της υπνηλίας (Thase, 2022). Έτσι, σε φυσιολογικές καταστάσεις, τα άτομα μέσω του κιρκάδιου ρυθμού τους κοιμούνται και μειώνουν το άγχος τους (μειώνεται η κορτιζόλη), αυξάνεται η υπνηλία (αύξηση της μελατονίνης) και παράγεται αυξητική ορμόνη. Με αυτό τον τρόπο, ξέρουν πότε πρέπει να κοιμηθούν και πότε να ξυπνήσουν.

Στη δεύτερη ανήκει η ομοιόσταση, η οποία μπορεί να αντισταθμίσει τις διάφορες επιβλαβείς γνωστικές συνέπειες της συνεχούς εγρήγορσης. Έτσι, θα έχουμε λιγότερα νευροσυμπεριφορικά ελλείματα. Αν και δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα σύμφωνα με έρευνες, ένας παράγοντας που μας προδιαθέτει να κοιμόμαστε (μερικές φορές ονομάζεται και S), μαζεύεται κατά τη διάρκεια της εγρήγορσης και καταναλώνεται κατά τη διάρκεια του βαθύ ύπνου (Borbly, 2001).

Με άλλα λόγια, το σώμα μας κάνει αποτοξίνωση. Έτσι, κατά τη διάρκεια του φυσιολογικού ύπνου συμβαίνει η ομοιόσταση, και βελτιώνονται οι γνωστικές μας ικανότητες, αφού μπορούμε να φανταστούμε τον οργανισμό μας σαν μια μηχανή, που εκείνη την ώρα, απλώς τη χαλαρώνουμε και την αδειάζουμε.

Η τρίτη ρυθμιστική διαδικασία περιλαμβάνει τον υπερβραδινό ρυθμό που αποτελείται από εναλλασσόμενες περιόδους ταχείας κίνησης των ματιών - REM και ύπνου μη REM (Thase, 2022)

10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς (Νοέμβριος 2024 – Απρίλιος 2025) | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για εγγραφές που θα γίνουν έως Κυριακή 17 Νοεμβρίου. Με αυτό το κόστος, έχετε πρόσβαση στο σύνολο των 10 σεμιναρίων που θα διεξαχθούν.

Τα πιο συχνά προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει η κατάθλιψη στον ύπνο είναι να μειώσει την αποτελεσματικότητα του (δηλαδή δυσκολία στο να αποκοιμηθεί το άτομο το βράδυ, να ξυπνήσει το πρωί και να ξυπνάει συνεχώς το βράδυ), η μείωση των βραδινών κυμάτων ύπνου και η καθυστέρηση έναρξης και πυκνότητας της φάσης REM. Όσον αφορά στους άντρες με κατάθλιψη, παρουσιάζουν μείωση στη νυχτερινή διόγκωση του γενετικού τους οργάνου. Αξίζει να σημειωθεί, ότι καμία διαταραχή από τις παραπάνω δεν παρατηρείται και σε άλλες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις (Thase, 2022)

Τώρα, όσον αφορά στα αντικαταθλιπτικά, μπορούν να επηρεάσουν τη νευροφυσιολογία του ύπνου, και μερικές φορές να οδηγήσουν σε μερική ομαλοποίηση των διαταραχών του ύπνου. Συνάμα, και η CBTi είναι μια πολύ καλή λύση για αυτούς που υποφέρουν από αυπνίες. Συγκεκριμένα, τα περισσότερα αντικαταθλιπτικά καταστέλλουν άμεσα τον ύπνο REM περισσότερο από 50%. Αυτό συμβαίνει τόσο με τα SSRI όσο και με τα SNRI. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να διαμορφώνεται μια ισχυρή νοραδρενεργική είτε σεροτονινεργική νευροδιαβίβαση, στηρίζοντας αυτή την επίδραση (Thase, 2022)

Επίδραση στη σεξουαλική διάθεση

Αλλάζοντας ύφος και κλίμα μελέτης, ας πάμε να δούμε τη σεξουαλική διάθεση, ή αλλιώς τη libido και πώς αυτή επηρεάζεται από την κατάθλιψη.

Η σεξουαλικότητα είναι μια πολύπλοκη αλλά και μια ενδιαφέρουσα αλληλεπίδραση, μεταξύ βιολογίας και ψυχολογίας. Η σεξουαλική επιθυμία, μαζί με το φαγητό και τον ύπνο, αποτελεί μια ενστικτώδη ορμή και αποτελεί σημαντικό παράγοντα που καθορίζει την ποιότητα ζωής ενός ατόμου. Σε μια μελέτη που έγινε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, το 94% των ανθρώπων είπαν ότι η σεξουαλική τους απόλαυση είναι σημαντική στην ποιότητα ζωής τους σε κάθε ηλικιακή φάση (Manohar et all., 2017)

Η κατάθλιψη από το 2020 είναι η δεύτερη πιο συχνή ασθένεια στον κόσμο, ενώ η σεξουαλικότητα είναι η απόλυτη ένωση του νου και του σώματος. Έτσι, η κατάθλιψη και η σεξουαλική δυσλειτουργία είναι οι πιο συχνά συσχετιζόμενες συν-νοσηρότητες, που μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα ζωής (Manohar et all., 2017)

Ψηφιακό Marketing για Ψυχολόγους: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Η αξιολόγηση της σεξουαλικής δυσλειτουργίας ως επίπτωση της φαρμακευτικής αγωγής είναι μια δύσκολη διαδικασία, καθώς η ίδια η κατάθλιψη μπορεί να την προκαλέσει. Η κατάθλιψη επηρεάζει τη λίμπιντο, προκαλώντας συναισθηματική απόσυρση από το ερωτικό ενδιαφέρον και προκαλώντας επακόλουθο άγχος  (Manohar et all., 2017).

Εάν ο θεράπων ιατρός δεν αναλάβει την αξιολόγηση πριν από την έναρξη των αντικαταθλιπτικών, ιδανικά πριν από την έναρξη της ασθένειας, διαχωρίζοντας τη σεξουαλική δυσλειτουργία των διαταραχών της διάθεσης από εκείνες που προκαλούνται από τα αντικαταθλιπτικά, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο να εντοπιστεί αν τα αντικαταθλιπτικά προκαλούν τη δυσλειτουργία ή όχι (Manohar et all., 2017).

Το σεροτονινεργικό σύστημα παίζει σε μεγάλο βαθμό ανασταλτικό ρόλο σε όλες τις φάσεις του κύκλου της σεξουαλικής απόκρισης (Roose 1999; Croft et all., 1999; Coleman 1999). Η Ντοπαμίνη παίζει σημαντικό ρόλο στον κύκλο της σεξουαλικής απόκρισης, μέσω της συμμετοχής της στο σύστημα ανταμοιβής.

Επίδραση στην όρεξη

Όσον αφορά στην όρεξη, η κατάθλιψη έχει ως ιδιαίτερη πτυχή την διαταραχή της όρεξης (DSM5, 2013), όχι μόνο ως απώλεια σωματικού βάρους, αλλά και αύξησής του. Επίσης, μπορεί να συμβούν και αντίθετες αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες και τη διατροφή των ατόμων που πάσχουν από κατάθλιψη (Coccurello, 2019).

Μπορούν να διαφοροποιηθούν οι ασθενείς που παρουσιάζουν αυξημένη όρεξη, από αυτούς που παρουσιάζουν μειωμένη όρεξη, καθώς επίσης υπάρχει διαχωρισμός στο επίπεδο ενεργοποίησης ή αναστολής στις εμπλεκόμενες περιοχές του εγκεφάλου (Simmons et all., 2016; Simmons et all., 2020)  .

Η μη φυσιολογική αύξηση της όρεξης, είναι κριτήριο για την άτυπη κατάθλιψη. Έτσι, άτομα με καταθλιπτική διαταραχή, μπορεί να έχουν 2 ή περισσότερο "άτυπα" συμπτώματα, όπως αυξημένη όρεξη (ή αλλιώς υπερφαγία), αυξημένο ύπνο, αύξηση του σωματικού βάρους, ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις (DSM5, 2013).

Η μειωμένη ικανότητα να νιώθουν οι ασθενείς ευχαρίστηση, μπορεί να αναγνωριστεί και στην έλλειψη της όρεξης, που με τη σειρά της μπορεί να αναγνωριστεί και ως απουσία των ανηδονικών συμπτωμάτων. Έτσι, παρά το γεγονός ότι η ανηδονία και οι μεταβολές της όρεξης μπορεί να βιώνονται ανεξάρτητα η μία από την άλλη, η απώλεια της όρεξης στους καταθλιπτικούς ασθενείς αποτελεί κρίσιμη διάσταση της ανηδονικής συμπεριφοράς. Αυτό, επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η εμπειρία της ευχαρίστησης, διαπιστώνεται ελαττωματική στους ασθενείς με κατάθλιψη (Coccurello, 2019).

(Ψυχο)σωματικά συμπτώματα

Τέλος, ανά τα χρόνια, πολλοί ορισμοί χρησιμοποιήθηκαν για τα σωματικά συμπτώματα της κατάθλιψης. Ανάλογα ποιο χρησιμοποιούσε κανείς, άλλαζαν και τα διαγνωστικά κριτήρια της νόσου. Ωστόσο, αυτά τα συμπτώματα ήταν δυσάρεστα και προκαλούσαν δυσφορία και ανησυχία στον ασθενή (Kapfhammer, 2002).

Μπορούν να περιλαμβάνουν είτε μερικά όργανα ή μέρη του σώματος, ή ολόκληρο το σώμα τους και η διάγνωση τους δεν είναι ακριβής, αλλά γίνεται κατά προσέγγιση (Kapfhammer, 2002).

Σε μια κλινική έρευνα, ο Hamilton (1989) δήλωσε ότι τα σωματικά συμπτώματα επικράτησαν σε καταθλιπτικούς ασθενείς. Κυριότερα συμπτώματα ήταν το άγχος και η κούραση, δείγματος 260 γυναικών και 239 αντρών, με το 80% να πάσχουν από κατάθλιψη. Αυτά τα συμπτώματα μπορούν επίσης να κρύβουν και άλλες ψυχοπαθολογικές ασθένειες, και στα δύο φύλα, όπως η υποχονδρίαση.

Πολυάριθμες μελέτες με αντικαταθλιπτικά έχουν καταδείξει ότι η πλήρης ύφεση των ψυχολογικών και ιδιαίτερα των σωματικών συμπτωμάτων της κατάθλιψης μπορεί να επιτευχθεί μόνο από μια μειοψηφική ομάδα καταθλιπτικών ασθενών εντός μιας συνήθους θεραπευτικής περιόδου 6 έως 8 εβδομάδων (Thase, 2003; Fava, 2002; Möller 2003)

Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι ένας λογικός συνδυασμός φαρμακολογικών και ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων μπορεί να βελτιώσει τα αποτελέσματα της θεραπείας σε πολλούς καταθλιπτικούς ασθενείς (Fava et all., 2003; Thase, 1999)

Συνοψίζοντας, είδαμε το πώς η κατάθλιψη μπορεί να επηρεάσει τον ύπνο, τη σεξουαλική διάθεση, την όρεξη και πώς μπορεί να προκαλέσει ψυχοσωματικά συμπτώματα. Είναι σημαντικό, να θυμόμαστε ότι αυτή η ασθένεια, καθώς και άλλες ψυχικές ασθένειες, δεν εστιάζουν μόνο στην «ψυχή» αλλά και στο «σώμα» πολλές φορές. Για παράδειγμα, οι κρίσεις πανικού μπορεί να έχουν και σωματικά συμπτώματα και όχι μόνο ψυχικά.

Για αυτό, είναι σημαντικό να μιλάμε με τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας και να τους αναφέρουμε ολιστικά την κατάσταση μας, όχι μόνο για τη ψυχική μας κατάσταση, αλλά και τη σωματική. Να μην παραλείπουμε να φροντίζουμε το σώμα μας, και πάνω από όλα να το ακούμε!


Βιβλιογραφία 

American Psychiatric Association, D. S. M. T. F., & American Psychiatric

Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders: DSM-5 (Vol. 5, No. 5). Washington, DC: American psychiatric association.

Borbly, A. A. (2001). From slow waves to sleep homeostasis: new perspectives. Archives italiennes de biologie, 139(1), 53-61.

Coccurello, R. (2019). Anhedonia in depression symptomatology: Appetite dysregulation and defective brain reward processing. Behavioural Brain Research, 372, 112041.

Coleman CC, Cunningham LA, Foster VJ (1999) Sexual dysfunction associated with the treatment of depression; A placebo-controlled comparison of bupropion sustained release & sertraline treatment. Ann Clin Psychiatry 11: 205-215.

Croft H, Settle E, Houser T, Batey SR, Donahue RM, et al. (1999) A placebocontrolled comparison of the antidepressants efficacy and effects on sexual functioning of sustained release bupropion and sertraline ClinTher 21: 643-658.

Fava, G. A., Ruini, C., & Sonino, N. (2003). Treatment of recurrent depression: a sequential psychotherapeutic and psychopharmacological approach. CNS drugs, 17, 1109-1117.

Fava, M. (2002). Somatic symptoms, depression, and antidepressant treatment. Journal of Clinical Psychiatry, 63(4), 305-305.

Hamilton, M. (1989). Frequency of symptoms in melancholia (depressive illness). The British Journal of Psychiatry, 154(2), 201-206.

Kapfhammer, H. P. (2022). Somatic symptoms in depression. Dialogues in clinical neuroscience.

Manohar, S. J., Sathyanarayana Rao, T. S., Chandra, S., Maheshwari, S., George, M., & Rao, S. S. (2017). Sexual dysfunctions in depression. Clinical Depression, 3(3), 125.

Möller, H. J., Demyttenaere, K., Sacchetti, E., Rush, J. A., & Montgomery, S. A. (2003). Improving the chance of recovery from the short-and long-term consequences of depression. International clinical psychopharmacology, 18(4), 219-225.

Roose SP (1999) Tolerability and patient compliance. J Clin Psychiatry 60: 14- 17.

Simmons, W. K., Burrows, K., Avery, J. A., Kerr, K. L., Bodurka, J., Savage, C. R., & Drevets, W. C. (2016). Depression-related increases and decreases in appetite: dissociable patterns of aberrant activity in reward and interoceptive neurocircuitry. American Journal of Psychiatry, 173(4), 418-428.

Simmons, W. K., Burrows, K., Avery, J. A., Kerr, K. L., Taylor, A., Bodurka, J., ... & Drevets, W. C. (2020). Appetite changes reveal depression subgroups with distinct endocrine, metabolic, and immune states. Molecular psychiatry, 25(7), 1457-1468.

Thase, M. E. (1999). New approaches to severe and refractory depression. J Clin Psychiatry, 60, 629-630.

Thase, M. E. (2003). Achieving remission and managing relapse in depression. Journal of Clinical Psychiatry, 64, 3-7.

Thase, M. E. (2022). Depression and sleep: pathophysiology and treatment. Dialogues in clinical neuroscience.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Γεώργιος Κωνσταντίνος Αντωνιάδης

antoniadis giorgosΦοιτητής ψυχολογίας.
Παθιασμένος με την συγγραφή, την ανάγνωση και την αυτοεξέλιξη.