Ακρόαση άρθρου......

Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε μια ματιά στον ρόλο που διαδραματίζουν τα συναισθήματα στις διαταραχές πρόσληψης. Οι διαταραχές πρόσληψης τροφής είναι σύνθετα πολυπαραγοντικά φαινόμενα.

Δεν αποτελούν απλώς ένα διατροφικό πρόβλημα ή μια διατροφική παρέκκλιση ούτε διατηρούνται λόγω της αδυναμίας των ατόμων να πειθαρχήσουν σε συγκεκριμένο διατροφικό πλάνο. Στην αρχή μπορεί να εμφανίζονται ως λύσεις που δίνουν στα άτομα μια ψευδή αίσθηση ισορροπίας, ωστόσο αυτό μακροπρόθεσμα έχει μεγάλο κόστος για την ψυχική τους υγεία (Γονιδάκης & Βάρσου, 2014).

Tα αρνητικά συναισθήματα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας. Ωστόσο μια αρκετά μεγάλη μερίδα πληθυσμού έχει μειωμένη ικανότητα αντοχής στο στρες. Σε αυτή την περίπτωση τα άτομα δυσκολεύονται να αντέξουν αρνητικές συναισθηματικές καταστάσεις (π.χ θυμό, άγχος, θλίψη, φόβο).

Αξίζει ωστόσο να αναφέρουμε ότι μια άλλη μερίδα πληθυσμού μπορεί να δυσκολεύεται με τα θετικά συναισθήματα (π.χ. χαρά, ενθουσιασμός). Για να απαλύνουν το έντονο συναίσθημα τα άτομα χρησιμοποιούν ένα φάσμα συμπεριφορών όπως τα υπερφαγικά επεισόδια, τους εμετούς, τη καταναγκαστική σωματική άσκηση, τους αυτοτραυματισμούς και τη χρήση ουσιών (Waller et al, 2007).

Tί είναι η ρύθμιση συναισθημάτος;

Η έννοια της ρύθμισης των συναισθημάτων αναφέρεται στις προσπάθειες που καταβάλει το άτομο για να επηρεάσει την εμπειρία και την έκφραση του συναισθήματός του. Οι στρατηγικές ρύθμισης του συναισθήματος χωρίζονται σε δυο κατηγορίες:

1. στις στρατηγικές που εφαρμόζονται προγενέστερα, δηλαδή πριν εκδηλωθεί η ισχυρή επίδραση του συναισθήματος και

2. στις στρατηγικές που εφαρμόζονται αφού το συναίσθημα έχει ενεργοποιηθεί πλήρως (Φαραζά, 2017). 

Σημαντικό λοιπόν είναι να κάνουμε μια διαφοροποίηση ανάμεσα στην αποφυγή των συναισθημάτων πριν καν εκδηλωθούν και στον περιορισμό των συναισθημάτων αφού εκδηλωθούν. Σύμφωνα με το γνωσιακό – συμπεριφορικό μοντέλο των Waller et al., το οποίο στηρίζεται στα γνωσιακά σχήματα, υποστηρίζει ότι μια μερίδα ασθενών που κάνει περιορισμό τροφής (ανορεξία) χρησιμοποιεί στρατηγικές όπως πχ την τελειοθηρία, τον περιορισμό της τροφής και την συνεχή συναισθηματικό έλεγχο προκειμένου να μην βιώσει τα αρνητικά συναισθήματα.

Ασθενείς με συμπτωματολογία βουλιμικού τύπου (διαταραχή υπερφαγίας, βουλιμία) προσπαθούν μέσα από στρατηγικές όπως τα υπερφαγικά επεισόδια, τους αυτό-τραυματισμούς και την κοινωνική απόσυρση να περιορίσουν τα αρνητικά συναισθήματα αφού αυτά εμφανιστούν.

Γνωστική αναπλαισίωση  VS Εκφραστική καταστολή

10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς (Νοέμβριος 2024 – Απρίλιος 2025) | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για εγγραφές που θα γίνουν έως Κυριακή 17 Νοεμβρίου. Με αυτό το κόστος, έχετε πρόσβαση στο σύνολο των 10 σεμιναρίων που θα διεξαχθούν.

Η γνωστική αναπλαισίωση αφορά την γνωστική αλλαγή, δηλαδή την αναθεώρηση μιας συναισθηματικής κατάστασης που βιώνεται εκείνη τη στιγμή, έτσι ώστε τα αρνητικά συναισθήματα να τροποποιηθούν έγκαιρα και να μην έχουν έντονο αντίκτυπο. Αυτή είναι μια στρατηγική που λαμβάνει χώρα πριν ξεκινήσει η συναισθηματική κατάσταση να επηρεάζει το άτομο.

Η γνωστική αναπλαισίωση περιλαμβάνει:

  • την αναγνώριση,
  • την επικύρωση και
  • την έκφραση του συναισθήματος.

Η στρατηγική αυτή βοηθά τα άτομα να πάρουν απόσταση από το συναίσθημα, να το δουν ως παρατηρητές και ως εκ τούτο να αποφορτιστούν πιο γρήγορα. Η γνωστική αναπλαισίωση έχει συσχετιστεί με την βίωση περισσότερων θετικών συναισθημάτων (Gross & John, 2004).

Η εκφραστική καταστολή (στρατηγική που ενεργοποιείται αφού πυροδοτηθεί το συναισθημα) αναφέρεται στην περιορισμένη ή μη έκφραση του συναισθήματος. Μακροπρόθεσμα η στρατηγική αυτή έχει συσχετιστεί με χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσκολίες συναισθηματικής σύνδεσης, λιγότερες ουσιαστικές σχέσεις καθώς και με συμπτώματα κατάθλιψης. Ο συναισθηματικός έλεγχος συμβάλει στην διατήρηση του αρνητικού συναισθήματος, στην επιδείνωση των σωματικών συμπτωμάτων και γενικότερα έχει συσχετιστεί με ασθενέστερους δείκτες ψυχολογικού ευ-ζην (Gross & John, 2003).

Η γνωστική αναπλαισίωση είναι μια προσαρμοστική στρατηγική ρύθμισης συναισθήματος ενώ η εκφραστική καταστολή αποτελεί δυσπροσαρμοστική στρατηγική.

Θα μπορούσε να ευθύνεται το συναίσθημα από μόνο του για την υπερκατανάλωση τροφής;

Ψηφιακό Marketing για Ψυχολόγους: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Το παραπάνω ερώτημα επιχείρησε να απαντήσει η έρευνα των Evers, Stok & Ridder, (2010). Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι οι διαφορετικές στρατηγικές που χρησιμοποιούν τα άτομα για να διαχειρίζονται τα συναισθήματα τους ευθύνονται για τις αλλαγές στην διατροφική συμπεριφορά και όχι το αρνητικό συναίσθημα αυτό καθαυτό. Αξιοποίησαν ως δείγμα γυναίκες φυσιολογικού βάρους χωρίς διαταραχή πρόσληψη τροφής. Η έρευνα περιλάμβανε τρία πειράματα στα οποία οι συμμετέχουσες βίωναν αρνητικά συναισθήματα.

Στο πρώτο πείραμα οι ερευνητές μελέτησαν τις ατομικές διαφορές στις στρατηγικές που διέθετε η καθεμιά για να διαχειρίζεται το αρνητικό συναίσθημα.

Στο δεύτερο πείραμα ζητήθηκε από τις συμμετέχουσες είτε να αναγνωρίσουν και να εκφράσουν το συναίσθημά τους (γνωστική αναπλαισίωση) είτε να καταπνίξουν το συναίσθημα τους (εκφραστική καταστολή).

Στο τρίτο πείραμα που αποτέλεσε την συνθήκη ελέγχου δεν δόθηκε καμία οδηγία σχετικά με την συναισθηματική ρύθμιση.

Και στις τρεις συνθήκες μετρήθηκε η πραγματική ποσότητα φαγητού που κατανάλωσαν οι συμμετέχουσες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι στην συνθήκη στην οποία δόθηκε η οδηγία να καταπνίξουν τα συναισθήματά τους οι συμμετέχουσες κατανάλωσαν μεγαλύτερη ποσότητα φαγητού και συγκεκριμένα φαγητό της κατηγορίας “comford food” σε σύγκριση με την συνθήκη της αναγνώρισης και άμεσης έκφρασης του συναισθήματος.  

Ανασκόπηση πειραματικών ερευνών που διερευνούν την κατανάλωση φαγητού μετά την βίωση αρνητικών συναισθημάτων σε πληθυσμό που δεν έκανε δίαιτα ούτε είχε διαταραχή πρόσληψης τροφής (Μacht, 2008) κατέληξε στα παρακάτω αποτελέσματα. 40% των συμμετεχόντων έτρωγε περισσότερο μετά από την βίωση αρνητικών συναισθημάτων, 40% έτρωγε λιγότερο και στο υπόλοιπο 20% δεν παρατηρήθηκε διαφορά στην κατανάλωση τροφής.

Συμπεράσματα

Από τα ερευνητικά δεδομένα προκύπτει ότι πριν από την υπερκατανάλωση τροφής τα άτομα βιώνουν έντονα αρνητικά συναισθήματα τα οποία δυσκολεύονται να ρυθμίσουν.

Για αυτό τον λόγο εφαρμόζουν την στρατηγική της υπερφαγίας, την οποία έχουν χτίσει βάσει του ιστορικού τους και η οποία βραχυπρόθεσμα τα βοηθά ανακουφίζοντας τα ωστόσο μακροπρόθεσμα αποδεικνύεται δυσπροσαρμοστική.

Το πρόβλημα δεν συνδέεται λοιπόν απαραίτητα με την εμπειρία του των αρνητικού συναισθημάτος αλλά περισσότερο με την έλλειψη προσαρμοστικών στρατηγικών ρύθμισης του συναισθήματος.

Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι στο χέρι μας να ελέγξουμε το πότε θα βιώσουμε κάποιο αρνητικό συναίσθημα. Γεγονότα που θα μας αναστατώσουν μπορεί να συμβούν ανά πάσα στιγμή. Αυτό ωστόσο που μπορούμε να κάνουμε με την βοήθεια της ψυχοθεραπείας είναι να αλλάξουμε τον τρόπο που ρυθμίζουμε το συναίσθημά μας. Και ίσως αυτή η αλλαγή να είναι αρκετή για παύσει η συναισθηματική κατανάλωση φαγητού (Evers, Stok & Ridder, 2010). 

Bιβλιογραφία

Γονιδάκης, Φ., & Βάρσου, Ε. (2014). Μιλώντας για τις Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής. Εκδόσεις Βήτα.  

Φαραζά, Σ. Δ. (2017). Ακαδημαϊκή αναβλητικότητα σε φοιτητικό πληθυσμό: Ο ρόλος της συναισθηματικής ρύθμισης (Doctoral dissertation, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης). 

Waller, G., et al. (2007).  Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία των Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής: ένας πλήρης οδηγός θεραπείας. Eκδόσεις University Studio Press A.E

Evers, C., Marijn Stok, F., & de Ridder, D. T. (2010). Feeding your feelings: Emotion regulation strategies and emotional eating. Personality and social psychology bulletin, 36(6), 792-804. 

Gross, J. J., & John, O. P. (2003). Individual differences in two emotion regulation processes: implications for affect, relationships, and well-being. Journal of personality and social psychology, 85(2), 348. 

Gross, J. J., & John, O. P. (2004). Healthy and unhealthy emotion regulation: Personality processes, individual differences, and life span development. Journal of Personality, 72, 1301-1333. 

Macht, M. (2008). How emotions affect eating: A five-way model. Appetite, 50(1), 1-11. 

Waller, G., Kennerley, H., & Ohanian, V. (2007). Schema-Focused Cognitive-Behavioral Therapy for Eating Disorders.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Αγγελική Μπαμπίλη - Ψυχολόγος

Αγγελική Μπαμπίλη: έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στον επαγγελματικό κατάλογο ειδικών παρέχονται από τους ίδιους τους ειδικούς, κατά την εγγραφή τους στο σύστημα. Όταν βλέπετε την ένδειξη «έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology”, σημαίνει ότι το Psychology έχει ελέγξει, με email, τηλεφωνικά ή/και με λήψη των σχετικών εγγράφων, τα ακόλουθα στοιχεία:

  • Ότι ο ειδικός είναι υπαρκτό πρόσωπο.
  • Ότι τα πτυχία οι τίτλοι και οι εξειδικεύσεις που αναφέρει είναι αληθινά.
  • Ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ισχύουν.

Ψυχολόγος, απόφοιτη του Πάντειου Πανεπιστημίου. Κάτοχος άδειας ασκήσεως επαγγέλματος. Ειδίκευση στην Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία. Εξειδίκευση στη Θεραπεία Διαταραχών πρόσληψης Τροφής. Εργάζεται θεραπευτικά με ενήλικες. Δίνεται η δυνατότητα ατομικών δια ζώσης και εξ αποστάσεως συνεδριών.