Ακρόαση άρθρου......

Η πρώτη δημόσια αναφορά στη γυναικεία κακοποίηση πραγματοποιήθηκε το 1976 σε ένα συνέδριο με θέμα «Εγκλήματα κατά των γυναικών» στις Βρυξέλλες. Η κακοποίηση των γυναικών έχει τις ρίζες της στην πατριαρχική δομή της κοινωνίας, η οποία μεταβιβάζεται και στο πλαίσιο της οικογένειας (Engel, 2008).

Τι είναι η έμφυλη βία

Η βία κατά των γυναικών δεν εκδηλώνεται μόνο μέσω της σωματικής κακοποίησης, αλλά μπορεί να λάβει τις μορφές της ψυχολογικής, συναισθηματικής και σεξουαλικής βίας. Επίσης, η οικονομική αποστέρηση και η επιβεβλημένη από το σύντροφο ή σύζυγο κοινωνική απομόνωση αποτελούν εξίσου σοβαρές μορφές βίας.

Η κακοποίηση δεν αφορά μόνο τις γυναίκες που διαβιούν μαζί με το σύντροφό τους ή είναι παντρεμένες, αλλά και όσες γυναίκες υφίστανται κακοποίηση από τον πρώην σύντροφό τους.

Επιπρόσθετα, βία μπορεί να ασκηθεί από τον νυν ή πρώην σύντροφο προς κάποιο μέλος της οικογένειας της γυναίκας, με απώτερο στόχο να τη βλάψει με έμμεσο τρόπο. Ως έμφυλη βία ορίζεται η παραβίαση των δικαιωμάτων του γυναικείου φύλου και κάθε είδους πράξη που βασίζεται στις διακρίσεις κατά του φύλου και έχει ως απόρροια ή μπορεί εν δυνάμει να προκαλέσει σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική, κοινωνική και οικονομική βλάβη (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, 2011).

Αξίζει να αναφερθεί ότι η έμφυλη βία δεν αναφέρεται αποκλειστικά στις γυναίκες, αλλά σε όλες τις θηλυκότητες.

Για το λόγο αυτό κρίνεται σκόπιμο να συμπεριληφθεί και η συγκεκριμένη έννοια στους ορισμούς. Οι διαθέσιμες έρευνες ειδικά στην Ελλάδα για την έμφυλη βία στην LGBTQ+ κοινότητα είναι μηδαμινές, παρά την έμφυλη βία που υφίστανται. Κρίνεται επομένως αναγκαία η διενέργεια ερευνών σχετικά με τα ποσοστά έμφυλης βίας που υφίσταται.

Αποκτήστε το βιβλίο Αθέατη βία, από το εξειδικευμένο βιβλιοπωλείο ψυχολογίας της Πύλης μας.

Οι διαστάσεις της έμφυλης βίας στην Ελλάδα

Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο κατέγραψε ανοδική τάση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας στην Ελλάδα αγγίζοντας το 49% για την εξαετία 2012-2017. Τα περιστατικά κακοποίησης από το σύζυγο ή το σύντροφο που εξυπηρετήθηκαν από τα Συμβουλευτικά Κέντρα τη περίοδο από το 2012 έως και το 2018, κλιμακώθηκαν φτάνοντας τις 22.183 περιπτώσεις. Ακολούθως, οι καταγεγραμμένοι από τις Αστυνομικές Αρχές βιασμοί ανήλθαν στους 264 από το 2010 έως και το 2017 (ΚΕΘΙ, χ.χ).

Η γυναικεία κακοποίηση έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις και στην Ελλάδα, παρά τις δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης που πραγματοποιούνται από τους αρμόδιους φορείς (Αρτινοπούλου & Φαρσεδάκης, 2003).

Η άσκηση βίας κατά των γυναικών δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό, αντιθέτως ξεκινάει συνήθως με περιστατικά συναισθηματικής βίας και κλιμακώνεται σταδιακά φτάνοντας σε περιστατικά σωματικής κακοποίησης, τα οποία είναι επικίνδυνα και μπορούν να αποβούν μοιραία για τις γυναίκες.

10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς (Νοέμβριος 2024 – Απρίλιος 2025) | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για εγγραφές που θα γίνουν έως Κυριακή 17 Νοεμβρίου. Με αυτό το κόστος, έχετε πρόσβαση στο σύνολο των 10 σεμιναρίων που θα διεξαχθούν.

Έπειτα από ένα έντονο περιστατικό ο βίαιος σύντροφος μπορεί να δείξει μεταμέλεια για τη συμπεριφορά του, όμως δυστυχώς δεν διαρκεί για μεγάλο διάστημα, καθώς οι γυναίκες επαναθυματοποιούνται (Walker, 1989).

Η βαθμολογία της Ελλάδας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της βίας είναι 27,4 μονάδες, αριθμός που ταυτίζεται με τον μέσο όρο της ΕΕ που κυμαίνεται στις 27,5 μονάδες. Το 25% των γυναικών στην Ελλάδα έχει βιώσει σωματική ή και σεξουαλική κακοποίηση τουλάχιστον μία φορά, με ηλικία έναρξης τα 15 έτη.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος όρος φτάνει το 33%. Το 21% των γυναικών που έχουν κακοποιηθεί σωματικά ή και σεξουαλικά δεν έχει καταγγείλει το περιστατικό, γεγονός που δημιουργεί σκέψεις και ερωτήματα σχετικά με το σκοτεινό αριθμό της ενδοοικογενειακής και έμφυλης βίας (EIGE, 2017).

Έμφυλη βία στον μεταναστευτικό πληθυσμό

Τα ποσοστά έμφυλης βίας και στον μεταναστεύοντα πληθυσμό είναι εξίσου ανοδικά. Η συχνότερη μορφή βίας που υφίστανται οι γυναίκες πρόσφυγες είναι η σωματεμπορία (trafficking) και η σεξουαλική εκμετάλλευση. Οι γυναίκες μπορούν να υποστούν βία είτε στη χώρα καταγωγής είτε στη χώρα έλευσης είτε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από τη μια χώρα στην άλλη.

Τα στοιχεία σχετικά με το θέμα είναι ελάχιστα και αυτό οφείλεται κυρίως στις μειωμένες καταγγελίες των γυναικών.

Ψηφιακό Marketing για Ψυχολόγους: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Αυτό συμβαίνει γιατί οι γυναίκες δεν γνωρίζουν τη διακείμενη νομοθεσία στη χώρα προορισμού, τους διαθέσιμους φορείς που μπορούν να τις βοηθήσουν και δεν γνωρίζουν τη γλώσσα.

Επίσης, η προσφυγή στη δικαιοσύνη για τους αιτούντες άσυλο καθίσταται δύσκολη υπόθεση (Μυλιώνη, 2006 όπως αναφέρει η Κατσίκη, 2009). Η εμπορία ανθρώπων συνιστά πράξη έμφυλης βίας. Η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης στοχεύει στην πρόληψη όλων των μορφών σεξουαλικής βίας, στην προστασία των θυμάτων, αλλά και στην προώθηση διεθνούς συνεργασίας για την καταπολέμηση του trafficking (Wells et, al., 2019).

Ποιες είναι οι αιτίες της έμφυλης βίας και γιατί δεν καταγγέλλονται όλα τα περιστατικά;

Η έμφυλη βία οφείλεται σε ποικίλους παράγοντες συμπεριλαμβανομένων των ψυχοκοινωνικών,  των πολιτιστικών, των ψυχολογικών, των οικονομικών και των κοινωνικών (Garcia et al., 2006). Η βία προς τις γυναίκες έχει συνδεθεί επίσης με παιδικά βιώματα κακοποίησης των ανδρών στην πατρική τους οικογένεια, αλλά και με τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, αλκοόλ και την ενασχόληση με τα τυχερά παίγνια.

Ωστόσο, η εξάρτηση και το βίωμα της βίας στα παιδικά χρόνια δεν οδηγούν απαραίτητα στη βία, αποτελούν όμως επιβαρυντικούς παράγοντες (Duke et al., 2010; Gil-González, et al., 2008).

Όπως επισημαίνει ο Smith (1989) το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο της κοινωνίας και οι ρυθμοί ανάπτυξής της επηρεάζουν την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των οικογενειών. Καθίσταται σαφές ότι μια και στάσιμη κοινωνία διαιωνίζει τις πατριαρχικές αντιλήψεις για το ρόλο των φύλων. H ενδοοικογενειακή και έμφυλη βία αποτελούν ζητήματα, που ακόμη και μετά τη θεσμοθέτηση ειδικού νόμου για την αντιμετώπιση τους, συνεχίζουν για ένα μέρος των πολιτών να μη θεωρούνται πράξεις ποινικά κολάσιμες

Η αντιμετώπιση αυτή οφείλεται σε ένα κοινωνικοϊστορικό και στερεοτυπικό συνονθύλευμα.

Η μεγαλύτερη ίσως αιτία της έμφυλης βίας είναι η πατριαρχία και οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που απορρέουν από αυτή για τους ρόλους και τις συμπεριφορές των φύλων (Χατζηφωτίου, 2005).

Παρά τις δράσεις ευαισθητοποίησης και πρόληψης, η βία κατά των γυναικών συνεχίζει να έχει ανοδική τάση. Ακόμη και σήμερα διατηρείται η νοοτροπία τα «εν οίκω μη εν δήμω», με αποτέλεσμα πολλές γυναίκες να μην καταγγέλλουν τα περιστατικά βίας (Αρτινοπούλου & Φαρσεδάκης, 2003). Επιπρόσθετα, οι γυναίκες που έχουν υποστεί οποιασδήποτε μορφής βίας βιώνουν το κοινωνικό στίγμα και τη διαπομπεύονται με υβριστικά και χυδαία σχόλια.

Ανορθόδοξη αντιμετώπιση των κακοποιημένων γυναικών από τις αρμόδιες αρχές

Οι μειωμένες καταγγελίες οφείλονται μεταξύ άλλων και στην ανορθόδοξη αντιμετώπισή των κακοποιημένων γυναικών από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Σύμφωνα με τη Chatzifotiou, 2002, οι προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες των γυναικών με τις Αστυνομικές Αρχές ή η επαναθυματοποίησή τους από τους λειτουργούς που ασχολούνται με περιστατικά βίας (δικαστικούς, ιατροδικαστές, αστυνομικούς) λειτουργούν αποθαρρυντικά στο να καταγγείλουν τους θύτες.

Επίσης, η ελλιπής πληροφόρηση των υπηρεσιών συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα που συμβάλλει στην μειωμένη καταγραφή. Η στάση των επαγγελματιών απέναντι στη θυματοποίηση και η επίρριψη ευθυνών στις κακοποιημένες γυναίκες, καθοδηγούνται ασυνείδητα από στερεότυπα που διαιωνίζονται και στην ελλιπή εκπαίδευση (Κατσίκη, 2009).

Ο ρόλος του φεμινισμού

Η κακοποίηση πάσης φύσεως, τα σεξιστικά σχόλια και συμπεριφορές, οι διακρίσεις κατά των γυναικών αποτελούν πράξεις που προέρχονται από πατριαρχικά στερεότυπα. Οι φεμινιστικές προσεγγίσεις είναι κριτικές προσεγγίσεις. Σε γενικότερο επίπεδο αναλύουν τις κοινωνικές σχέσεις, δίνοντας έμφαση στο φύλο και την πατριαρχία.

Πάραυτα, ο φεμινισμός έχει διαχωριστεί σε ρεύματα, όπως ο φιλελεύθερος, ο μαρξιστικός, ο ριζοσπαστικός και ο ψυχαναλυτικός φεμινισμός. Δεν έχει τόση σημασία εν προκειμένω να αναλυθούν τα επιμέρους ρεύματα. Το σημαντικότερο είναι να γίνει κατανοητός ο λόγος για τον οποίο «γεννήθηκε» ο φεμινισμός.

Ο Γάλλος οραματιστής – σοσιαλιστής Fourier τον 18ο αιώνα αναφέρθηκε για πρώτη φορά στην έννοια του φεμινισμού (feminisme). Ο όρος του φεμινισμού χαρακτηρίζει ένα ευρύ σύνολο ιδεολογικών, θεωρητικών τοποθετήσεων και ακτιβιστικών πρακτικών ή κινημάτων. Στοχεύει στη διεκδίκηση και την καθιέρωση της ισότητας μεταξύ των φύλων και την προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών.

Παράλληλα, στόχος της φεμινιστικής προσέγγισης αποτελεί η επανεξέταση των επιστημονικών και φιλοσοφικών θεωριών σχετικών με την υπόσταση του φύλου και της έμφυλης ταυτότητας των ανθρώπινων υποκειμένων μέσα στα πλαίσια των κοινωνικών δομών (Beasley, 1999).

Δυστυχώς, ο φεμινισμός σήμερα αντιμετωπίζεται με δυσπιστία και φαιδρότητα από ορισμένους. Τέτοιου είδους αντιδράσεις αποτελούν πατριαρχικά κατάλοιπα, που βασίζονται σε στερεότυπα. Στόχος του φεμινισμού δεν είναι να αντιταχθεί απέναντι στους άνδρες, αλλά να προωθήσει την ισότητα των φύλων και να προασπίσει τα δικαιώματά τους, καθώς οι γυναίκες δεν αντιμετωπίζονται ισάξια με τους άνδρες. Φυσικά και για να επιτευχθούν τα παραπάνω χρειάζεται και η συμβολή των ανδρών, οπότε είναι άτοπο το επιχείρημα ότι ο φεμινισμός αντιτάσσεται στους άνδρες.

Βιβλιογραφία

Αρτινοπούλου, Β., Φαρσεδάκης, Ι., (επιστ. υπεύθυνοι) (2003). «Ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών. Πρώτη επιδημιολογική Πανελλαδική Έρευνα» Αθήνα: Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας των Φύλων (ΚΕΘΙ)

Engel, B. (2008). «Γυναίκα και Συναισθηματική Κακοποίηση. Το τέλος του εφιάλτη» (μτφρ. Βασιλοπούλου, Ρ.,) Αθήνα: Φυτράκης το πρωτότυπο έργο εκδόθηκε το 2003 

Γενική Γραμματεία Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων

Συμβούλιο της Ευρώπης, (2011) «Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής βίας». (Κωνσταντινούπολη, 11.5.2011) Διαθέσιμο στο Counsil of Europe

Συμβούλιο της Ευρώπης, (2011) «Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής βίας». (Κωνσταντινούπολη, 11.5.2011) Διαθέσιμο στο Counsil of Europe

Κατσίκη Γ., Μηλιώνη Φ., Νικολαΐδης, Γ., Πετρουλάκη, Κ., Στουμπουρδή, Α., Σταυριανάκη, Μ., Τσίτουρα, Σ., Χατζηνικολάου, Κ., (επιμ.) Βία στην οικογένεια. Τεκμηριωμένη Πρακτική και τεκμήρια από την Πρακτική Αθήνα: ΚΨΜ  

Χατζηφωτίου Σ. (2005). «Ενδοοικογενειακή Βία κατά των Γυναικών και Παιδιών: Διαπιστώσεις και Προκλήσεις για την Κοινωνική Εργασία». Θεσσαλονίκη: Τζιόλα

Walker, L. (1989). «Γυναίκα και κοινωνία. Η κακοποιημένη γυναίκα». (Μτφρ: Ανθουλιάς Τ.), Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα το πρωτότυπο έργο εκδόθηκε to 1980.

Wells, A. Freudenberg, D., Levander, M., (2019). «Η έμφυλη Βία κατά Γυναικών Προσφύγων και Αιτουσών Άσυλο. Εκπαιδευτικό Εργαλείο» (μτφρ. Πρατσίνης Ν. – Ζησίμου Ε. & Σια ΟΕ), Deutschland: SOLWODI το πρωτότυπο έργο εκδόθηκε το 2017

Beasley, Chris. (1999). “What Is Feminism? An Introduction to Feminist Theory”. London; Thousand Oaks; New Delhi: Sage Publications.

Duke, N., Pettingell, S., Mc Morris, C., Borowsky, I., (2010). “Adolescent violence perpetration: associations with multiple types of adverse childhood experiences” Pediatrics 25(4)p.778-786 doi: 10.1542/peds.2009-0597.

European Institute for Gender Equality (EIGE). (2017). Gender-based Violence, Gender Equality Index

Garcia-Moreno, C., Jansen,H., Ellsberg, M., Heise, L., Watts,C., on behalf of the WHO Multi-country Study on Women’s Health and Domestic Violence against Women Study Team (2006). “Prevalence of intimate partner violence: findings from the WHO multi-country study on women’s health and domestic violence” The Lancet, Vol. 368, Issue: 9543 p.1260- 1269

Gil-Gonzalez, D., Vive-Cases C., Ruiz, T., Carrasco-Portino, M., Alvarez-Dardet, C., (2008). “Childhood experiences of violence in perpetrators as a risk factor of intimate partner violence: A systematic review” Journal of Public Health 30(1)p.14-22 doi: 10.1093/pubmed/fdm071 

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Μαρία Μωραΐτη

maria moraitiΑπόφοιτη του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης-Κοινωνική Διοίκησης με Κατεύθυνση την Κοινωνική Εργασία.
Μεταπτυχιακές σπουδές στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα Κοινωνική Πολιτική και Κοινωνική Εργασία καθώς και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο πρόγραμμα Ποινικό Δίκαιο και Εξαρτήσεις.