Η συντροφική βία αποτελεί μία συμπεριφορά κατά την οποία ένα μέλος της σχέσης, ασκεί επίμονο έλεγχο και δύναμη κατά του άλλου μέλους. Μπορεί να εκδηλωθεί είτε σωματικά, είτε σεξουαλικά, είτε συναισθηματικά, είτε πιο πρακτικά με οικονομικό και κοινωνικό περιορισμό.
Μπορεί να συμβεί είτε μεταξύ ετερόφυλων ή ομόφυλων ζευγαριών, μπορεί να περιλαμβάνει πολλά μέλη της οικογένειας και πέραν του ζευγαριού, με τη μορφή της ενδοοικογενειακής βίας και να συμβαίνει ανεξαρτήτου κοινωνικής και οικονομικής θέσης. Ωστόσο, η πλειοψηφία των περιπτώσεων, όπου συναντάται η συντροφική βία, είναι μεταξύ γυναικών με το ρόλο του θύματος και των ανδρών ως θύτών.
Η βία στη σχέση διέρχεται από διάφορα στάδια, τα οποία συμβάλουν στην διαιώνισή της, τα οποία έχουν συνοπτικά αναφερθεί ως ο «κύκλος της βίας». Αρχικά, η γυναίκα-θύμα υφίσταται σχετικά πιο ήπιες και έμμεσες πρακτικές και συμπεριφορές βίας από τον σύντροφο-θύτη, ψυχολογικής κυρίως φύσεως, τις οποίες προσπαθεί να αντιμετωπίσει, να υπομείνει και να ανεχτεί. Κατόπιν, η συμπεριφορά του θύτη γίνεται πιο έκδηλη και έντονη, επικίνδυνη και βίαιη, περιλαμβάνοντας σωματική και σεξουαλική βία, ενώ εν συνεχεία ακολουθείται από μία χρονική περίοδο παύσης της βίας, με μεταμέλεια και σχετικές υποσχέσεις βελτίωσης της συμπεριφοράς του, όπου τελικά το θύμα «πείθεται» και εξακολουθεί να παραμένει στη σχέση.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της συντήρησης της σχέσης και της επαναληπτικότητας της βίαιης συμπεριφοράς, το θύμα «αναγνωρίζει» διαστρεβλωμένα και «αναλαμβάνει» την ευθύνη του, κατηγορώντας τον εαυτό του για λάθος χειρισμούς μέσα στη σχέση, τείνει να εκλογικεύει όλο και περισσότερο την κακοποιητική συμπεριφορά του συντρόφου και προσαρμόζεται στην κακοποιητική μεταχείριση του, υπό τη σκιά της συναισθηματικής επένδυσης που έχει ανάγκη και της ελπίδας για τυχόν αλλαγή και επιστροφή σε παλιότερα στοργικά και τρυφερά αισθήματα. Το θύμα τείνει να μην αποδέχεται την κατάσταση της σχέσης του, να κρύβει ή να αρνείται την κακοποίηση του, μην επιτρέποντας έτσι την επέμβαση τρίτων, με ταυτόχρονη κοινωνική απομάκρυνση του, την παράταση της βίας και τη μη ανάληψη δράσης.
Η συνειδητοποίηση της θέσης τους ως θύμα τις οδηγεί στο σχεδιασμό πρακτικών και στην εύρεση στρατηγικών για την αποχώρηση τους από τη σχέση, με την εύρεση υποστηρικτικού περιβάλλοντος, οικογενειακού και ειδικών, ώστε να προστατέψουν τον εαυτό τους ή τυχόν τα παιδιά τους, τα οποία πιθανότατα κινδυνεύουν σημαντικά λόγω της κλιμάκωσης της βίας. Ωστόσο, ο κοινωνικός αποκλεισμός και ο οικονομικός περιορισμός τους από το θύτη από κοινού με τον έντονο φόβο και τη χαμηλή αυτοεκτίμηση τους τείνουν να δυσχεραίνουν σημαντικά τη φυγή από τη σχέση.
Η εν λόγω συμπεριφορά της γυναίκας θύματος έχει χαρακτηριστεί ως το «σύνδρομο της κακοποιημένης γυναίκας», καθώς περιγράφει την επίδραση της συντροφικής βίας σε πολλές διαστάσεις και επίπεδα της ζωής του θύματος, καθιστώντας τον αδύναμο να την κατανοήσει και να την αντιμετωπίσει πρακτικά, συντηρώντας, έτσι, το φαύλο κύκλο της αδικαιολόγητης βίας και την διαιώνισή του, με πιο έντονα στοιχεία κάθε φορά.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Επικοινωνία:Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.