Εν μέσω διαφόρων μέτρων που έχουν ληφθεί από την τωρινή κυβέρνηση, όπως η πλατφόρμα για το bullying και η θέσπιση του συμβούλου σχολικής ζωής, εκπαιδευτικοί και επαγγελματίες ψυχικής υγείας, προβληματίζονται για διάφορα περιστατικά κακοποίησης και παραμέλησης ανηλίκων που καλούνται να αντιμετωπίσουν.
Ο σκοπός αυτού του άρθρου είναι να ξεκαθαρίσει το ρόλο που έχουν οι εκπαιδευτικοί, οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί στα δημόσια σχολεία, όταν σιγά-σιγά αποκαλύπτονται περιστατικά κακοποίησης ή/και παραμέλησης ανηλίκων.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης μέσω της καμπάνιας «Ένα στα πέντε» κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, ενημερώνοντας ότι ένα στα πέντε παιδιά θυματοποιείται με σεξουαλική κακοποίηση από ως επί το πλείστoν άντρες δράστες οι οποίοι προέρχονται από το οικογενειακό ή το φιλικό περιβάλλον του παιδιού.
Υπογραμμίζεται ότι η κακοποίηση και η παραμέληση σε όλες τις μορφές τους, αποτελούν αφανή εγκλήματα και μόνο ένα μικρό μέρος των περιστατικών αποκαλύπτονται και καταγράφονται. Αυτό συμβαίνει διότι συνήθως τα παιδιά αποκρύπτουν την κακοποίησή τους.
Είδη κακοποίησης-παραμέλησης και ενδείξεις
Στόχος μας είναι να μπορούμε να αναγνωρίσουμε ποιοι μαθητές έχουν πέσει θύματα κακοποίησης - παραμέλησης και να μπορούμε να διαχειριζόμαστε αυτά τα ζητήματα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Οι μορφές τις κακοποίησης είναι:
- η σωματική
- η σεξουαλική
- η συναισθηματική
Οι ενδείξεις είναι:
- ανεξήγητοι μώλωπες
- μελανιές
- κοψίματα και τραύματα σε ασυνήθιστα μέρη
- πληγές σε διαφορετικά μεταξύ τους στάδια επούλωσης
- η εμφάνιση των πληγών μετά από διάστημα απουσίας από το σχολείο
- πληγές δεν έχουν φροντιστεί
- όταν γίνεται προσπάθεια κάλυψης των πληγών και
- όταν η δικαιολόγησή τους είναι ανεπαρκής και δεν ταιριάζει με την εικόνα
- δυσκολία στις κινήσεις ή στο περπάτημα
- κνησμός στην γεννητική περιοχή ή στον πρωκτό
- τραύματα στο στήθος, στους γλουτούς ή στους μηρούς
- σχισμένα, ματωμένα ή λερωμένα ρούχα
- διαταραχές στην όρεξη
Η συναισθηματική βία που είναι και η μορφή βίας που μπορούμε να εντοπίσουμε πιο δύσκολα, συμβαίνει όταν το παιδί ταπεινώνεται, φοβάται, απειλείται, εξευτελίζεται και τυχαίνει εχθρικής μεταχείρισης. Επίσης, όταν το παιδί, δεν βιώνει αγάπη και στοργή, όταν του επιρρίπτονται ευθύνες και βιώνει συναισθήματα ενοχής, τότε δέχεται συναισθηματική βία.
Η ενδείξεις σε αυτή την περίπτωση είναι η εμφάνιση ψυχοσωματικών προβλημάτων και οι στερεοτυπικές κινήσεις αυτιστικού τύπου.
ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Τέλος, παραμέληση υπάρχει όταν: ο γονέας δεν μπορεί να εξασφαλίσει στο παιδί
- επαρκή τροφή
- στέγη
- ρουχισμό
- μόρφωση
- ιατρική περίθαλψη
- επιτήρηση και προστασία από οποιονδήποτε κίνδυνο
Οι ενδείξεις για την παραμέληση είναι: η κακή προσωπική υγιεινή, η συχνή ασθένεια, τα βρώμικα ρούχα, η απουσία κολατσιού και οι συχνοί τραυματισμοί.
Εάν το παιδί αποφασίσει να μιλήσει, τι κάνουμε;
Συνήθως τα παιδιά αποκρύπτουν την κακοποίησή τους λόγω μαθημένης αβοηθησίας, κατάστασης συμβιβασμού, ύπαρξης φόβου για αντίποινα, συναισθημάτων ντροπής και συνενοχής, και κακών χειρισμών από τρίτους.
Εάν το παιδί αποφασίσει να μας μιλήσει, το πιστεύουμε αμέσως και το αφήνουμε να ολοκληρώσει αυτό που θέλει να πει χωρίς να το πιέζουμε.
Στη συνέχεια του λέμε ότι παρόμοιες καταστάσεις έχουν ζήσει και άλλα παιδιά και δεν είναι μόνο του.
ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR
Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.
Προσέχουμε και αποφεύγουμε μορφασμούς και σε καμία περίπτωση δεν το ρωτάμε γιατί δεν μίλησε νωρίτερα. Δεν του ζητάμε να μας δείξει σημάδια και δεν υποσχόμαστε ότι θα βρούμε τον δράστη.
Καθησυχάζουμε τους φόβους του λέγοντάς του ότι δεν έχει εκείνο ευθύνη για τίποτα απ΄όσα έχουν συμβεί.
Έπειτα, μπορούμε να του πούμε ότι θα κάνουμε ότι μπορούμε για να το βοηθήσουμε και ότι μπορεί να μας μιλήσει ξανά όποτε εκείνο το θελήσει. Στο τέλος, μπορούμε να το ευχαριστήσουμε που μας εμπιστεύθηκε, να το επιβραβεύσουμε για την γενναιότητά του και να αποφορτίσουμε την συζήτηση συζητώντας ένα ουδέτερο θέμα.
Εξηγούμε με σαφήνεια στο παιδί ότι θα πρέπει να ενημερωθούν κάποιοι άνθρωποι των οποίων η δουλειά είναι να προστατεύουν παιδιά, αλλά το μυστικό του είναι ασφαλές και κανένα άλλο παιδί από το σχολείο του δεν θα το μάθει.
Μετά την αποκάλυψη, ως εκπαιδευτικός, κοινωνικός λειτουργός ή ψυχολόγος, είναι φυσικό να νιώσετε κάποιο από τα παρακάτω συναισθήματα: οργή, αποστροφή, αποτροπιασμό, ντροπή, φόβο και ανασφάλεια.
Ο εκπαιδευτικός είναι πιθανό να αισθανθεί φόβο για τις συνέπειες γνωστοποίησης αυτού. Ο νόμος 5090/2024 (άρθρο 130)[1], εξασφαλίζει το ακαταδίωκτο για τους εκπαιδευτικούς για τις καταγγελίες ενδοοικογενειακής βίας σε βάρος ανηλίκων.
Ο εκπαιδευτικός είναι ένα άτομο που το παιδί βλέπει καθημερινά στο σχολείο του και είναι φυσικό να αποτελέσει για εκείνο ένα άτομο εμπιστοσύνης. Ο εκπαιδευτικός μπορεί να παρατηρήσει σημάδια, είτε σωματικά, είτε στη συμπεριφορά του παιδιού. Όμως, δεν πρέπει να χρησιμοποιήσει ανακριτικές τακτικές. Ο εκπαιδευτικός δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον ανακριτή της δικαιοσύνης, ούτε τους ειδικούς ψυχικής υγείας. Ο εκπαιδευτικός χρειάζεται να διερευνήσει εάν το παιδί είναι ασφαλές ή εάν κινδυνεύει και να καθησυχάσει το παιδί λέγοντάς του ότι δεν φέρει καμία ευθύνη. Στη συνέχεια χρειάζεται να ενημερώσει χωρίς καθυστέρηση τον/την διευθυντή/ντρια ο οποίος οφείλει να το αναφέρει στον/στην αρμόδιο/α εισαγγελέα.
Όταν ο εκπαιδευτικός έχει υποψία κακοποίησης ή παραμέλησης, τότε χρειάζεται παραπάνω από μία ένδειξη για να υπάρχει απόδειξη κακοποίησης ή παραμέλησης. Χρειάζεται να υπάρχει συνδυασμός ενδείξεων ή επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές.
Σε αυτή την περίπτωση (συνδυασμού ενδείξεων), το παιδί δεν πρέπει να πιέζεται να αποκαλύψει μέρη του σώματός του στο πλαίσιο του σχολείου. Η εξέταση του σώματος του παιδιού, θα πρέπει να γίνεται από γιατρό ή άλλο ιατρικό προσωπικό.
Πρωτόκολλο
Όταν λοιπόν, υπάρχουν οι ενδείξεις που αποδεικνύουν κακοποίηση ή παραμέληση ανηλίκου, οι εκπαιδευτικοί το αναφέρουν στον/στην διευθυντή/ντρια και έπειτα συντάσσεται μία αναφορά με όλα τα στοιχεία.
Από την πλευρά του ο σχολικός ψυχολόγος, χρειάζεται να εκτιμήσει την φύση και την έκταση του προβλήματος μέσω της παρατήρησης, της συνέντευξης με το παιδί και τους γονείς-φροντιστές και μέσω άλλων τεχνικών, όπως είναι το ελεύθερο παιχνίδι και η ζωγραφική.
Ο κοινωνικός λειτουργός κάνει και αυτός παρατηρήσεις, συναντήσεις με την οικογένεια και το παιδί και επιπλέον επισκέψεις στο σπίτι του θύματος. Εάν υπάρχει ψυχολόγος και κοινωνικός λειτουργός στο σχολείο, τότε γίνεται αναφορά και από αυτούς με τα στοιχεία που έχουν.
Αυτή η αναφορά αποστέλλεται στην εισαγγελία, στην αστυνομία ή σε άλλο φορέα προστασίας του παιδιού όπως ο Συνήγορος του Παιδιού. Η αναφορά δεν αποτελεί εκ των προτέρων επίσημη καταγγελία, αλλά ενέργεια για επιβεβαίωση συγκεκριμένων πληροφοριών και περαιτέρω αξιολόγηση. Όταν διαπιστώνεται από το προσωπικό του σχολείου ότι το παιδί βρίσκεται σε κίνδυνο, η αναφορά στους αρμόδιους φορείς πρέπει να είναι άμεση.
Η αναφορά μπορεί να γίνει και ανώνυμα προφορικά στις εξής γραμμές: Εθνική γραμμή παιδικής προστασίας 1107, γραμμή «Μαζί για το παιδί» 11525 και Εθνική τηλεφωνική γραμμή για τα παιδιά 1056 («Χαμόγελο του Παιδιού»). Η παρασιώπηση κακουργήματος συνιστά ποινικό αδίκημα.
Για να βρείτε πιο αναλυτικές πληροφορίες δείτε το «Πρωτόκολλο διερεύνησης, διάγνωσης και διαχείρισης κακοποίησης και παραμέλησης παιδιών» που έχει συνταχθεί από το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού.
Υποχρεώσεις των επαγγελματιών:
1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, επιμελητής, προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο, ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες διωκτικές αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ενηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.
2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβη-σαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.
3. Τα πρόσωπα της παρ. 1 καλούνται να εξετασθούν ως μάρτυρες κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, μόνο αν το έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας δεν αποδεικνύεται με οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
MSc κοινωνική λειτουργός