Η συνεξάρτηση (codependency) είναι μια έννοια που εισήχθη τη δεκαετία του 1980 για να περιγράψει ένα ευρύ φάσμα σχεσιακών συμπεριφορών που αναστέλλουν την προσωπική λειτουργία. Δημιουργήθηκε μέσα στο κίνημα θεραπείας κατάχρησης ουσιών με την αναγνώριση ότι όχι μόνο οι αλκοολικοί, αλλά και οι οικογένειες των αλκοολικών χρειάζονταν θεραπεία (Krestan & Bepko, 1990).
Ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, η έννοια της συνεξάρτησης επεκτάθηκε σε οποιονδήποτε εμπλέκεται σε δυσλειτουργικές σχέσεις.
Οι Spann και Fischer (1990) όρισαν λειτουργικά τη συνεξάρτηση ως μια ψυχοκοινωνική κατάσταση που εκδηλώνεται μέσα από ένα δυσλειτουργικό πρότυπο σχέσης με τους άλλους. Αυτό το μοτίβο χαρακτηρίζεται από εστίαση έξω από τον εαυτό, αυτοθυσία, ακραία πίστη στην προσωπική αδυναμία και την ισχύ των άλλων, έλλειψη ανοιχτής έκφρασης των συναισθημάτων, προσπάθεια για απόκτηση αίσθησης σκοπού μέσω των σχέσεων και διαπροσωπικό έλεγχο (π.χ. επιθυμία να επιλύει τα προβλήματα των άλλων ανθρώπων και να ελέγχει τη συμπεριφορά τους).
Ποια είναι τα αίτια της εξαρτητικής συμπεριφοράς;
Στην ουσία το ένα ή και τα δύο μέλη μιας σχέσης εξαρτώνται από τους αγαπημένους τους για να αισθανθούν πλήρη. Η απλούστερη εξήγηση είναι ότι η συνεξάρτηση είναι η αναζήτηση αγάπης, που βασίζεται σε συναισθήματα ανασφάλειας ή ανεπάρκειας.
Ένα συνεξαρτώμενο άτομο κοιτάζει τον σύντροφό του για να διορθώσει την αυτοεκτίμησή του, να απαλύνει τον πόνο του και να ολοκληρώσει το εσωτερικό του κενό.
Η καταπίεση των συναισθημάτων και η θυσία των αναγκών και των επιθυμιών για να ευχαριστήσουν τον σύντροφό τους είναι συμπτώματα αλληλεξάρτησης και απώλειας του εαυτού τους ταυτόχρονα. Η ανάγκη του ατόμου να διατηρήσει μια σχέση, αν και ανθυγιεινή, μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια του εαυτού του (O'Brien & Gaborit, 1992).
Αγάπη ή Εθισμός;
Σύμφωνα με τον Peele, μια προσωπική σχέση μπορεί να είναι τόσο καταναγκαστική και υπερβολική, ώστε να καταλήγει να είναι εθισμός. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν χρησιμοποιεί τον όρο «εθισμός» μεταφορικά· μια τέτοια σχέση δεν είναι σαν εθισμός, είναι εθισμός.
Αυτό προκύπτει από τον χαρακτηρισμό του εθισμού ως μια κατάσταση κατά την οποία «η προσκόλληση ενός ατόμου σε μια αίσθηση, ένα αντικείμενο ή ένα άλλο πρόσωπο είναι τέτοια ώστε να μειώνει την εκτίμηση και την ικανότητά του να ασχολείται με άλλα πράγματα στο περιβάλλον του ή στον εαυτό του, έτσι ώστε να έχει ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση ότι η εμπειρία είναι η μόνη πηγή ικανοποίησής του» (Peele & Brodsky, 1975, σ. 56).
Οι εθισμοί υποτίθεται ότι προέρχονται από διάφορες καταστάσεις και προσωπικές πηγές. Αυτές περιλαμβάνουν:
ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
α) πολιτιστικές και κοινωνικές επιρροές,
β) εσωτερικούς παράγοντες όπως ο φόβος του πόνου ή της αποτυχίας, η αρνητική εικόνα του εαυτού, η εξάρτηση και η παθητικότητα και
γ) οι προσωρινοί παράγοντες όπως τα στάδια της ζωής και οι περίοδοι πόνου ή ακραίου στρες.
Κατά την άποψη του Peele οι εθιστικές σχέσεις αγάπης όπως οι άλλοι εθισμοί «εκπληρώνουν τις βασικές ανάγκες καθιστώντας τις άλλες μορφές συναισθηματικής ικανοποίησης λιγότερο προσιτές».
Αντιμετώπιση της συνεξάρτησης
Οι περισσότεροι ειδικοί στον τομέα της ψυχικής υγείας συμφωνούν ότι η συνεξάρτηση μπορεί να θεραπευτεί, αλλά το ταξίδι είναι μακρύ και δύσκολο. Ακολουθούν μερικοί τρόποι για να βγει κανείς από έναν συνεξαρτώμενο κύκλο:
ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR
Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.
1) Παρατήρηση της συμπεριφοράς
Οι άνθρωποι έχουν τη συνήθεια να επαναλαμβάνουν συμπεριφορές, οπότε το πιθανότερο είναι ότι θα υπάρχουν μοτίβα που αναδύονται και από εκεί μπορεί να μάθει κανείς τι είδους χαρακτηριστικά συνεξάρτησης έχει και τι τα ενεργοποιεί.
2) Αναλογισμός του παρελθόντος
Η συνεξάρτηση προήλθε από κάπου, δεν γεννήθηκε κανείς με αυτήν την συμπεριφορά. όπως εξηγείται στο MyOnlineTherapy: «Η συνεξάρτηση μπορεί συχνά να αναχθεί στην παιδική ηλικία, στις σχέσεις που είχαμε με τους γονείς μας (ή με τους βασικούς μας φροντιστές)».
3) Καλλιέργεια της αυτοφροντίδας και της αγάπης προς τον εαυτό
Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιστρέψουν και να θεραπεύσουν το παιδί που υπάρχει μέσα τους και μεγάλωσε ώστε να είναι συνεξαρτημένο, αλλά μπορούν να θεραπεύσουν τον ενήλικο εαυτό τους. Μαθαίνουν να εξερευνούν το σώμα, το μυαλό και τα συναισθήματά τους. Μέχρι να καταλάβει κανείς πλήρως τον εαυτό του, δεν θα μπορέσει να έχει υγιείς σχέσεις με τους άλλους.
4) Καθορισμός ορίων
Όπως γράφει η Jane Collingwood για το PsychCentral: «Μόλις δημιουργήσετε ισχυρά και σαφή όρια, οι άνθρωποι θα σας δώσουν περισσότερο σεβασμό. Αυτό σημαίνει ότι μπορείς να είσαι ο εαυτός σου σε μεγαλύτερο βαθμό, ζητώντας αυτό που πραγματικά θέλεις και χρειάζεσαι χωρίς να φοβάσαι την κρίση».
5) Αποδοχή των συναισθημάτων
«Οι άνθρωποι έρχονται στη θεραπεία για να αλλάξουν τον εαυτό τους, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι η δουλειά είναι να αποδεχτούν τον εαυτό τους. Κατά ειρωνικό τρόπο, για να μπορέσεις να αλλάξεις, πρέπει να αποδεχτείς την κατάσταση».
Βιβλιογραφία
Krestan, J., & Beko, C., (1990). Codependency: The social reconstruction of the female. Smith College Studies in Social Work, 60, 216-232.
Spann, L., & Fischer, J. L. (1990). Identifying co-dependency. The Counselor, 8, 27.
O'Brien, P., & Gaborit, M. (1992). Codependency: a disorder separate from chemical dependency. Journal of Clinical Psychology, 48, 129-136.
Peele, S., & Brodsky, A. (1975). Love and Addiction. New York.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Ψυχολόγος BSc,
Απόφοιτη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ).
Κάτοχος άδειας ασκήσεως επαγγέλματος.