Ακρόαση άρθρου......

Η σημασία του όρου τιμωρώ-τιμωρία εντοπίζεται στην Αρχαία Ελληνική γλώσσα όπου το αρχαίο τιμωρέω-ώ σημαίνει «φρουρώ την τιμή» απέχοντας έτσι από το νόημα που αποδίδεται τη σημερινή εποχή, σύμφωνα με το οποίο η τιμωρία συνεπάγεται εκδίκηση, βία- πειθαναγκασμό και απόπειρα συμμόρφωσης.

Ωστόσο, όπως και αν αναπαρίσταται στο μυαλό ειδικών και αδαών, συγχρόνων και παλαιών, το μέσο της τιμωρίας αν και «αγιάζεται» από πολλούς ως μέθοδος σωφρονισμού, πάταξης της κακής συμπεριφοράς και θεμελίωσης της επιθυμητής, αυτό που πράγματι πετυχαίνει είναι συμπεριφορές φόβου, ενοχής, αμηχανίας, αναστολής, βίας ακόμα και επανάληψη των τιμωρημένων.

Τι μπορεί να πηγαίνει λάθος λοιπόν στην εκτέλεση της διαδεδομένης συνταγής που υπόσχεται αλλαγή της συμπεριφοράς;

Η Συμπεριφοριστική προσέγγιση και συγκεκριμένα η Επιστήμη της Πειραματικής και Εφαρμοσμένης Ανάλυσης της Συμπεριφοράς είναι εκείνη που απέδειξε πειραματικά την ανεπιθύμητη φύση του κοινωνικού ελέγχου της μεθόδου της τιμωρίας. Στην προσπάθειά της να μελετήσει με απτά και παρατηρήσιμα δεδομένα, αντλημένα από τον φυσικό κόσμο και τη συμπεριφορά των οργανισμών, τις αρνητικές επιπτώσεις της τιμωρίας οδήγησε σε μια μεγάλη παρεξήγηση από την πλευρά άλλων προσεγγίσεων που ταυτίζουν τον συμπεριφορισμό με την τιμωρία και τον συμπεριφοριστή- πειραματιστή με έναν απάνθρωπο επιστήμονα που τιμωρεί και βασανίζει μέσα από τα πειράματά του ζωντανούς οργανισμούς.

Ο αγώνας πολλών συμπεριφοριστών (μεταξύ των οποίων και ο B.F Skinner) να καταπολεμήσουν την ευρεία και αυτονομιμοποιημένη χρήση της τιμωρίας και να μιλήσουν για τη δύναμη της διαφορικής ενίσχυσης & των προγραμμάτων ενίσχυσης κατέστησε κατανοητό ότι για να μελετήσεις ένα φαινόμενο, είτε είναι ωφέλιμο είτε επιβλαβές, οφείλεις ως επιστήμονας να το εξαντλήσεις ερευνητικά και πειραματικά.

Επιλεκτικά ξεχάστηκε ότι τα πειράματα της Συμπεριφοριστικής Προσέγγισης ήταν αυτά που απέδειξαν στην πράξη-πλην ελαχίστων ερευνών της Γνωστικής Ψυχολογίας- το γιατί η τιμωρία είναι απαράδεκτη και αναποτελεσματική! Καταρχάς, οφείλουμε να αποδεσμεύσουμε τον όρο της τιμωρίας από εκείνη την εικόνα της βέργας και του χαστουκιού που δημιουργείται συνειρμικά στο άκουσμά της.

Η τιμωρία σύμφωνα με την Ανάλυση της Συμπεριφοράς είναι 2 ειδών · η θετική και η αρνητική· τα επίθετα θετική- αρνητική χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν την προσθήκη ή την αφαίρεση ερεθίσματος αντίστοιχα.

Η θετική τιμωρία είναι η διαδικασία/το φαινόμενο κατά την οποία/οποίο η συνέπεια μιας συγκεκριμένης δράσης είναι η παραγωγή κάποιου επώδυνου, ενοχλητικού, ανυπόφορου ερεθίσματος (αρνητικός ενισχυτής). Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από την καθημερινότητα είναι η ηλεκτροπληξία· όταν με γυμνά χέρια αγγίξεις την πρίζα, η συμπεριφορά αυτή τιμωρείται αφού προσφέρει στον οργανισμό πόνο και άλλες μυϊκές και νευρικές βλάβες. Ένα ακόμα παράδειγμα είναι η βρισιά, το χαστούκι, η επαφή των χειλιών με ένα καυτό ρόφημα, κλπ, όλες οι συμπεριφορές που παράγουν ως συνέπεια ένα ανεπιθύμητο ερέθισμα. (Δ )

Η αρνητική τιμωρία περιγράφει την αλληλεπίδραση συμπεριφοράς-περιβάλλοντος κατά την οποία εξαιτίας μιας δράσης αφαιρείται/αποσύρεται/διακόπτεται ένας προϋπάρχων θετικός ενισχυτής ( δηλαδή, ένα ερέθισμα ευχάριστο ). Ένα παράδειγμα είναι το ξαφνικό κλείσιμο του κινητού την ώρα της συνομιλίας, η αποβολή μαθητή λόγω αντιγραφής, η κατάσχεση του video game από το γονέα του εφήβου για να διαβάσει τα μαθήματά του. Οι παραπάνω συμπεριφορές, η συνομιλία, η αντιγραφή, το παιχνίδι τιμωρήθηκαν αφού διέκοψαν την επαφή με ευχάριστα ερεθίσματα όπως είναι το ακουστικό ερέθισμα της φωνής του φίλου, το περιβάλλον της τάξης, τα οπτικά ερεθίσματα και η εκτόνωση στο παιχνίδι. ( Δ )

ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Είναι μέχρι στιγμής ευνόητο ότι τόσο η διακοπή της επαφής με ευχάριστα ερεθίσματα όσο και η έκθεση σε ανεπιθύμητα ερεθίσματα προκαλεί συναισθηματικές αντιδράσεις σε τέτοιο βαθμό που η εξάλειψη και ο αποκλεισμός της τιμωρημένης συμπεριφοράς είναι πιθανοί. Ωστόσο, οφείλουμε να θυμόμαστε ότι η αλληλεπίδρασή μας με ένα άτομο- ακόμα και στα πλαίσια της τιμωρίας, δεν μπορεί επιλεκτικά να επηρεάσει μόνο ένα κομμάτι του, μια συγκεκριμένη συμπεριφορά. Δεν έχουμε να κάνουμε με παζλ αλλά με ανθρώπους που έχουν διαμορφωμένα ιστορικά ενίσχυσης και τιμωρίας, εμπειρίες και βιώματα.

Πειραματική Ανάλυση Συμπεριφοράς: 4 λόγοι που δείχνουν την αναποτελεσματικότητα της τιμωρίας

Σύμφωνα με την Πειραματική Ανάλυση της Συμπεριφοράς, 4 είναι οι λόγοι (αποκαλούμενοι και Συγκρούσεις) για τους οποίους η τιμωρία δεν μπορεί να εγγυηθεί μείωση της συχνότητας της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς. Και οι 4 πηγάζουν από το γεγονός ότι για να εφαρμοστεί τιμωρία σε συμπεριφορά σημαίνει ότι υπάρχει συμπεριφορά και για να υπάρχει διαμορφωμένη συμπεριφορά σημαίνει ότι η συμπεριφορά αυτή έχει ενισχυθεί προηγουμένως -είτε θετικά προσφέροντας κάτι καινούριο στο περιβάλλον αυξάνοντας την επαναληψιμότητά της(θετική ενίσχυση) είτε τερματίζοντας κάτι προϋπάρχον αρνητικό(αρνητική ενίσχυση). Η αναγκαία συνύπαρξη της ενίσχυσης με την τιμωρία στην εφαρμογή της τιμωρίας είναι εκείνη που ναρκοθετεί την αποτελεσματικότητά της καθώς συνήθως η ενίσχυση συνεχίζει με κάποιον τρόπο να υφίσταται και κατά την τιμωρία.

Πιο συγκεκριμένα, ο πρώτος λόγος που καθιστά ατελέσφορη την τιμωρία αφορά στην περίπτωση της ταυτόχρονης θετικής ενίσχυσης και θετικής τιμωρίας.

Μια συμπεριφορά θετικά ενισχυμένη μπορεί να τιμωρηθεί με την παραγωγή δυσάρεστων ερεθισμάτων. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο μηχανόβιος που έρχεται αντιμέτωπος με τροχαίο και ο έφηβος που αντί να διαβάζει βλέπει τηλεόραση παράγοντας τις φωνές των γονέων. Και στις δυο περιπτώσεις, αυτό που αναμένουμε είναι μείωση της συχνότητας και της οδήγησης και της ενασχόλησης με την tv λόγω της τιμωρίας-προσθήκης αρνητικών ενισχυτών. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο μηχανόβιος θα οδηγεί σιγά /δε θα οδηγήσει ξανά ή ότι ο νέος θα κόψει την πολύωρη τηλεθέαση καθώς «εάν οι δράσεις έχουν παραγάγει και συνεχίζουν να παράγουν ενισχυτικά ερεθίσματα, μπορεί να μην παρατηρηθεί καμία επίδραση της τιμωρίας ή αυτή να είναι ελάχιστη. Συμπληρωματικά, αν το ιστορικό ενίσχυσης της τιμωρημένης δράσης είναι ισχυρό και παρατεταμένο, η τιμωρία δύσκολα μπορεί να αλλάξει το καθεστώς της ενίσχυσης.»

Το δεύτερο επιχείρημα υπέρ της αναποτελεσματικότητας της τιμωρίας παρουσιάζει την περίπτωση ταυτόχρονης θετικής ενίσχυσης και αρνητικής τιμωρίας. Στην προκειμένη περίπτωση, κάνουμε λόγο για τα κοινά «διλήμματα». Ας λάβουμε υπόψιν τη συμπεριφορά του μαθητή που έχει διάβασμα για το αυριανό διαγώνισμα και διχάζεται εξαιτίας της παρέας που του προτείνει να βγουν για διασκέδαση. Η όποια επιλογή ναι μεν θα του προσφέρει κάποια πλεονεκτήματα ωστόσο θα τον τιμωρήσει, στερώντας του τα καλά της άλλης εκδοχής. Ο μαθητής που αντιγράφει ελπίζοντας σε έναν καλό βαθμό(θετική ενίσχυση) κινδυνεύει με αποβολή (αρνητική τιμωρία). Το τι θα επιλέξει εξαρτάται από το ιστορικό ενισχύσεων και τιμωριών της συμπεριφοράς αυτής και παραπλήσιων. Οι συμπεριφορές που τιμωρούνται από ανθρώπινη παρέμβαση είναι πάντοτε δράσεις που επίσης ενισχύονται με κάποιο τρόπο- γι’αυτό και η τιμωρία δεν μπορεί να υποσχεθεί μείωση της συχνότητας εμφάνισής τους.

ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR

Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.

Η τρίτη εκδοχή της αναποτελεσματικής τιμωρίας πραγματεύεται την παράλληλη αρνητική ενίσχυση με αρνητική τιμωρία. Συμπεριφορά που τερματίζει αρνητικούς ενισχυτές, τερματίζει παράλληλα και θετικούς ενισχυτές. Αντιπροσωπευτικότατο παράδειγμα το κήρυγμα των γονέων στο παιδί, η γκρίνια, οι στερήσεις αγαπημένων παιχνιδιών κι εξόδων υπό τον όρο του διαβάσματος, της μεταμέλειας…  Tο παιδί αντιμέτωπο με τις φωνές, τη βία, τις απειλές των γονέων μπορεί όντως να συμπεριφέρεται με τον τρόπο που του υποδεικνύει ο γονέας επιθυμώντας να τερματίσει τα αρνητικά ερεθίσματα της γκρίνιας, των φωνών, της επιμονής(αρνητική ενίσχυση). Με τον τρόπο όμως αυτό, απομακρύνεται από επιθυμητά κι αγαπημένα ερεθίσματα.(αρνητική τιμωρία). Πράγματι, ίσως το παιδί εμφανίσει την επιθυμητή –για τον γονιό- συμπεριφορά. Όμως, μια τέτοια «ανεπίγνωστη» αρνητική τιμωρία δε θα διαμορφώσει ποτέ την αγάπη, την επιθυμία, το φερόμενο ως «κίνητρο» για μη αγαπημένες δραστηριότητες αφού η δράση αυτή κοστίζει στο παιδί πιο πολλά απ’ ό,τι φαινομενικά του προσφέρει.

Τέλος, ο τέταρτος συνδυασμός που υποδεικνύει τη μικρή έως ανύπαρκτη επίδραση της τιμωρίας στη συμπεριφορά είναι αυτός της αρνητικής ενίσχυσης μαζί με τη θετική τιμωρία. Ας φέρουμε στο μυαλό μας την εικόνα του μαθητή που αντιγράφει εξαλείφοντας έτσι το άγχος αποτυχίας και την αβεβαιότητα των απαντήσεων. Ακολουθεί η τιμωρία από τον καθηγητή μέσω φωνών και υποτιμητικών σχολίων  που στοχεύει στον εκφοβισμό και την κινητοποίηση του μαθητή. Αυτό που θα αναμέναμε είναι η αμηχανία του μαθητή και η μείωση της συμπεριφοράς της αντιγραφής με σκοπό την αποφυγή της τιμωρίας μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, δεν πρέπει να αγνοήσουμε τη δυναμική της ενίσχυσης · Εάν η αρνητική ενίσχυση και τα όσα αρνητικά τερματίζει η δράση της αντιγραφής είναι πιο σημαντικά, έντονα και συχνά στο ιστορικό του ατόμου τότε η τιμωρία δε θα λειτουργήσει. Μπορεί μάλιστα να ακολουθήσει εξυπνότερη στρατηγική αντιγραφής από το μαθητή.

Ο περίπλοκος μηχανισμός της τιμωρίας είναι όντως δυναμικός και ικανός να διαμορφώσει συμπεριφορές  που ξεφεύγουν όμως από το γενικότερο επιθυμητό πλάνο.

Η πρώτη επίδραση της τιμωρίας είναι οι αρνητικές συναισθηματικές αντιδράσεις όπως ο φόβος, ο πόνος, η λύπη, ο θυμός, η ενοχή(…). Μετά, ακολουθεί η δημιουργία εξαρτημένων αντανακλαστικών φόβου, αμηχανίας, ενοχής με ό,τι σχετίζεται αυτόματα ή μη με την τιμωρημένη δράση. Κατόπιν, τα συνδεδεμένα (αυτόματα και μη) ερεθίσματα αποκτούν Εξαρτημένα Αρνητική Ενισχυτική δύναμη ως Προειδοποιητικά Σήματα για την επικείμενη τιμωρία ενώ παράλληλα εμφανίζονται δράσεις όσο το δυνατόν περισσότερο ασυμβίβαστες με τις τιμωρημένες με σκοπό τον «τερματισμό» τους. Τέλος, η τελευταία επίδραση της τιμωρίας είναι η δημιουργία Σημάτων Ασφαλείας από τις «σωτήριες» ασυμβίβαστες δράσεις που προσφέρουν ανακούφιση, ασφάλεια, απομάκρυνση από μνήμες τιμωρίας.

Η κατεύθυνση της τιμωρίας είναι τόσο γενική και αόριστη που κινδυνεύουν συμπεριφορές πράγματι λειτουργικές και επιθυμητές για το άτομο: Στην προσπάθεια να εξαλειφθεί το ψέμα μέσω της τιμωρίας, τιμωρείται ο λόγος γενικά! Στην προσπάθεια να μην κάνει ορθογραφικά ο μαθητής, ναρκοθετείται η γραπτή έκφραση. Στην προσπάθεια να μην απατηθεί ξανά, ο σύζυγος μέσω του ξυλοδαρμού τιμωρεί οποιαδήποτε επαφή με τη γυναίκα και ο γονιός χτυπώντας το παιδί «απαλά ίσα για να μάθει», διδάσκει το παιδί να φοβάται να το πλησιάσει, να του μιλήσει, να τον κοιτάξει.

Συχνά, μέσα στη συναισθηματική φόρτιση του ατόμου η τιμωρία μέσω της φωνής, του χτυπήματος, της απειλής εφαρμόζεται «κατά λάθος» μετά το πέρας της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς ενόσω λαμβάνουν χώρα ανεξάρτητες, ακόμα και επιθυμητές συμπεριφορές τιμωρώντας έτσι αυτές κι όχι τις ανεπιθύμητες. Η μητέρα φωνάζει για την κακή βαθμολογία κατά τη διάρκεια του διαβάσματος του παιδιού τιμωρώντας έτσι το διάβασμα. Ο φίλος γκρινιάζει για την έλλειψη επικοινωνίας στη σύντροφο, την ώρα ακριβώς της πολυπόθητης επικοινωνίας τιμωρώντας συνεπώς την ίδια την επικοινωνία και επαφή!

Κλείνοντας, οφείλουμε για μια τελευταία φορά να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτό που τιμωρείται είναι η Συμπεριφορά, όχι το άτομο, όπως επίσης ενισχύονται δράσεις όχι δρώντες.

Η τιμωρία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ενίσχυση.

Η ενίσχυση μπορεί να υπάρξει χωρίς την τιμωρία και το αποτέλεσμα είναι αναμφισβήτητα η αύξηση της συχνότητας των δράσεων που ενισχύονται. Το ζήτημα της τιμωρίας κι η ακαταλληλότητά της δεν θίγει μόνο θεωρητικά, ηθικά θέματα περί προσβολής της αξιοπρέπειας και της προσωπικότητας, πρόκλησης φόβου, συναισθηματικών διαταραχών και άλλα επιχειρήματα που ανάγονται στη σφαίρα της «ανθρωπιάς». Τα παραπάνω αποτελούν πειραματικά συμπεράσματα που στηρίζουν πρακτικά και λειτουργικά ότι η τιμωρία δεν έχει καμία θέση στα χέρια των εκπαιδευτικών, των θεραπευτών, των γονέων και των κηδεμόνων καθώς σε ερευνητικά και πειραματικά πλαίσια απέβη περιττή, αναποτελεσματική και αβέβαιη.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Γεωργία Μπερτσιά
Προπτυχιακή Φοιτήτρια Ψυχολογίας , Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.