Άγγλος ψυχολόγος, πρωτοπόρος στο πεδίο της ανάλυσης παραγόντων και ο πρώτος που χρησιμοποίησε μαθηματικά μοντέλα για την ερμηνεία και ανάλυση της περιπλοκότητας του ανθρώπινου μυαλού.
Προσωπική ζωή
Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 10 Σεπτεμβρίου του 1863 και ήταν το δεύτερο παιδί του Alexander Young Spearman και της Louisa Ann Caroline Amelia Spearman. Σπούδασε μηχανικός στο κολλέγιο Leamington και το 1883 εντάχθηκε στο στρατιωτικό σώμα υπηρετώντας στη Μπούρμα (σημερινή Μιανμάρ) και στην Ινδία ως αξιωματικός του πεζικού. Το 1897, μετά από 15 χρόνια υπηρεσίας, αποφάσισε να αποχωρήσει από τον βρετανικό στρατό και στράφηκε στην πειραματική ψυχολογία.
Καθώς δεν είχε προηγούμενες σπουδές στον κλάδο αυτό, επέλεξε να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο Leipzig της Γερμανίας το οποίο είχε φιλελεύθερο πνεύμα για τα κριτήρια εισόδου, υπό την εποπτεία του Wilhelm Wundt. Επιπλέον, το γερμανικό πανεπιστήμιο ήταν το μόνο, εκείνη την εποχή, που προσέφερε ψυχολογικές σπουδές σε διδακτορικό επίπεδο. Μετά από μία περίοδο διακοπής των σπουδών του επειδή κλήθηκε και πάλι στο στρατό εξαιτίας του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ολοκλήρωσε το διδακτορικό του το 1906.
Είχε αποκτήσει τέσσερα παιδιά, τρεις κόρες και έναν γιο, ο οποίος «έφυγε» από τη ζωή σε νεαρή ηλικία, το 1941. Πέθανε στις 17 Σεπτεμβρίου του 1945 στο Λονδίνο, σε ηλικία 82 ετών.
Επαγγελματική σταδιοδρομία του Charles Spearman
Το 1920 ξεκίνησε να εργάζεται ως λέκτορας στο University College του Λονδίνου, διατελώντας παράλληλα διευθυντής ενός μικρού ψυχολογικού εργαστηρίου. Το 1911 ανέλαβε θέση καθηγητή «φιλοσοφίας του μυαλού και της λογικής» και το 1928, χρονιά που ιδρύθηκε ξεχωριστό Τμήμα Ψυχολογίας, έγινε καθηγητής ψυχολογίας, θέση που διατήρησε ως την απόσυρσή του, το 1931.
Έλαβε αρκετές τιμητικές διακρίσεις για το σύνολο της επιστημονικής του προσφοράς και ήταν μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Συμβολή του Charles Spearman στην ψυχολογία
Ο Spearman ήταν εκείνος που επινόησε τον όρο «παραγοντική ανάλυση». Η ανάλυση παραγόντων είναι ένα στατιστικό τεστ το οποίο χρησιμοποιείται για να εντοπιστούν οι σχέσεις μεταξύ μίας ομάδας μεταβλητών. Ο Spearman λοιπόν, χρησιμοποίησε εκτεταμένα το στατιστικό αυτό τεστ για την ανάλυση πολλαπλών μετρήσεων γνωστικών επιδόσεων.
Παρατηρώντας και μετρώντας τα επίπεδα νοημοσύνης με συστηματικό τρόπο, πίστευε ότι οι ερευνητές μπορούσαν να προσδιορίσουν όλες τις μεταβλητές που επηρεάζουν τα διαφορετικά επίπεδα και είδη της νοητικής ικανότητας των ανθρώπων και να βρουν τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι μεταβλητές εναρμονίζονται και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Ο Spearman συνέδραμε στη βελτίωση των τεστ νοημοσύνης και των στατιστικών τεχνικών που χρησιμοποιούνταν την εποχή εκείνη για την ανάλυση των αποτελεσμάτων των τεστ νοημοσύνης. Θεωρούσε ότι η νοημοσύνη αποτελείται από ένα γενικό νοητικό παράγοντα (g) ο οποίος υπεισέρχεται σε όλα τα είδη νοητικής ενέργειας και αποτελεί το υπόβαθρο στο οποίο στηρίζονται και αναπτύσσονται οι υπόλοιπες νοητικές ικανότητες.
Διαχώρισε εν συνεχεία, τη βαθμολογία που επιτυγχάνει το άτομο στα τεστ νοημοσύνης σε δύο κατηγορίες:
- γενικός παράγοντας (g), ο οποίος παραμένει σταθερός στο πέρασμα του χρόνου και
- συγκεκριμένος παράγοντας, ο οποίος αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου.
Κατά την αξιολόγηση της νοημοσύνης, ο Spearman εντόπισε ακόμη έναν παράγοντα τον οποίο χαρακτήρισε ως ειδικό παράγοντα νοημοσύνης. Η ειδική νοημοσύνη σχετίζεται με τα άτομα που επιτυγχάνουν υψηλά επίπεδα βαθμολογίας στα τεστ νοημοσύνης.
Το 1938, ο ψυχολόγος Louis L. Thurstone επέκρινε τη θεωρία του Spearman, υποστηρίζοντας ότι τα πειράματά του δείχνουν ότι η συσχέτιση της νοημοσύνης δεν εντοπίζεται σε έναν μεμονωμένο παράγοντα αλλά μπορεί να ταξινομηθεί σε επτά πρωτεύουσες κατηγορίες:
- αριθμητική ικανότητα
- διαλογιστική
- χωρική οπτικοποίηση
- ταχύτητα αντίληψης
- συνειρμική μνήμη
- λεκτική ευφράδεια
- λεκτική κατανόηση
Από την άλλη μεριά, το 1963, ο Raymond Cattell συμφώνησε με τις θεωρίες του Spearman, προτάσσοντας όμως τα δικά του ευρήματα που θέλουν τη νοημοσύνη να διαιρείται στις κατηγορίες της ρευστής και της αποκρυσταλλωμένης νοημοσύνης.
Βιβλία και άρθρα
- General Intelligence, objectively determined and measured. American Journal of Psychology, 15(2), 201-292 (1904)
- The proof and measurement of association between two things. The American Journal of Psychology, 15(1), 72-101 (1904)
- The nature of "intelligence" and the principles of cognition (1923)
- Some issues in the theory of “g” (including the law of diminishing returns). Nature, 116, 436–439 (1925)
- The abilities of man (1927)
- Creative mind (1931)
- Our need of some science in place of the word “intelligence.” Journal of Educational Psychology, 22, 401–410 (1931)
- Psychology down the ages (1937)
- Human Ability: A Continuation of "The Abilities of Man", με τον Llewellyn Wynn Jones (μετά θάνατον δημοσίευση, 1950)
ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR