Η άνοια αποτελεί μία περίπλοκη, προοδευτικά εξουθενωτική διαταραχή, η οποία περιλαμβάνει μείωση των γνωστικών, λειτουργικών και πνευματικών δεξιοτήτων του ατόμου.
Με βάση τα νεότερα επιδημιολογικά δεδομένα, σημαντική αύξηση της νόσου προβλέπεται τα επόμενα έτη, εξαιτίας του αυξημένου προσδόκιμου ζωής και της αύξησης της πληθυσμιακής ομάδας των ηλικιωμένων ανθρώπων.
Πιο συγκεκριμένα, σε παγκόσμιο επίπεδο από τους 57 εκ. ασθενείς το 2019, ο αριθμός αυτός αναμένεται να τριπλασιαστεί, φτάνοντας στους 152 εκ. ασθενείς έως το 2050 (World Health Organization [WHO], 2017).
Η καθημερινότητα των ανθρώπων με άνοια επηρεάζεται άρδην εξαιτίας της φθίνουσας πορείας της λειτουργικότητας τους. Οι συγκεκριμένοι ασθενείς χρήζουν συστηματικής και συχνά 24ωρης φροντίδας, προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής για τους ίδιους.
Συνήθως την φροντίδα των ασθενών με άνοια αναλαμβάνουν άτομα από το οικογενειακό περιβάλλον, τα οποία κατά κόρον είναι γυναίκες, όπως για παράδειγμα οι σύζυγοι, οι κόρες ή οι νύφες των ασθενών.
Η αίσθηση καθήκοντος, ενοχής, αγάπης, κοινωνικής πίεσης, αμοιβαιότητας ή συναισθηματικής ολοκλήρωσης, είναι κάποιοι από τους λόγους για τους οποίους τα άτομα του οικογενειακού περιβάλλοντος τείνουν να αναλαμβάνουν την παροχή φροντίδας των ασθενών (Pyke & Bengtson, 1996).
Αναμφισβήτητα, η ύπαρξη θετικών συναισθημάτων, όπως το αίσθημα της προσφοράς και της χρησιμότητας είναι συνηθισμένα σε μία τέτοια συνθήκη. Ωστόσο, η παροχή φροντίδας σε ανοϊκό ασθενή, η οποία συνήθως συνδυάζεται και με άλλους εξίσου απαιτητικούς ρόλους (π.χ. ανατροφή παιδιών, εργασία), δεν παύει να αποτελεί ένα εξαιρετικά απαιτητικό και ψυχοφθόρο εγχείρημα, το οποίο βιώνεται ως μία αγχωτική και προκλητική διαδικασία, η οποία επιβαρύνει σωματικά και ψυχολογικά τους/τις φροντιστές/ριες.
Αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης, άγχους, επιβάρυνσης, χαμηλή αυτοεκτίμηση, μειωμένη ανοσία και αυξημένη σωματική νοσηρότητας συναντούνται συχνά στον συγκεκριμένο πληθυσμό, ενώ οι έρευνες επιβεβαιώνουν πως η παροχή φροντίδας σε ανοϊκούς ασθενείς αξιολογείται ως περισσότερο επιβαρυντική, συγκριτικά με την φροντίδα άλλων ασθενών (Houtven et al., 2005). Η ύπαρξη της συγγενικής σχέσης εξ’ ορισμού πολλαπλασιάζει το βάρος για τον/την φροντιστή/ρια, δεδομένης της έντονης συναισθηματικής εμπλοκής, των διαφωνιών, της μη απαραίτητης κριτικής στάσης και των μη ρεαλιστικών προσδοκιών (Thomas et al., 2017).
Λαμβάνοντας υπόψη τoν ατομικό παράγοντα, φαίνεται πως η επίδραση της συγκεκριμένης στρεσογόνας συνθήκης στον εκάστοτε φροντιστή/ρια, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο με τον οποίο αυτός/ή βιώνει και νοηματοδοτεί τον ρόλο του/της. Σύμφωνα με έρευνες, τα θετικά συναισθήματα στην παροχή φροντίδας έχουν συσχετιστεί με το χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, τη μεγαλύτερη οικονομική άνεση, την άντληση ικανοποίησης από την κοινωνική συμμετοχή, την καλύτερη σωματική υγεία, φυλετικά και ηλικιακά χαρακτηριστικά όπως η Καυκάσια καταγωγή και η μεγαλύτερη ηλικία (Kramer, 1997).
Αποτελεσματικές παρεμβάσεις στους/ις φροντιστές/ριες ασθενών με άνοια
ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Τα τελευταία χρόνια το μοντέλο διεργασίας του στρες (Stress Process Model) αποτελεί το επικρατέστερο μοντέλο για τη διαχείριση του άγχους σε φροντιστές/ριες ασθενών με άνοια. Σύμφωνα με το μοντέλο, τα άτομα αντιμετωπίζουν τους στρεσογόνους παράγοντες μέσω της γνωστικής αξιολόγησης και της αντιμετώπισης.
Αρχικά, μέσω της γνωστικής εκτίμησης, οι φροντιστές/ριες αξιολογούν το κατά πόσο οι περιβαλλοντικοί παράγοντες σχετίζονται με την ευτυχία τους, ενώ η λειτουργία της αντιμετώπισης αποσκοπεί στη ρύθμιση του στρες και στην αλλαγή των προβληματικών σχέσεων που προκαλούν στρες. Το μοντέλο ουσιαστικά στοχεύει στην καταπολέμηση του άγχους μέσω του εντοπισμού των στρεσογόνων ερεθισμάτων και των πόρων αντιμετώπισης (Wang et al., 2023).
Επίσης πολύ συχνά χρησιμοποιούνται από τους ειδικούς ψυχικής υγείας τα ψυχοεκπαιδευτικά προγράμματα, τα οποία απευθύνονται στους/ις φροντιστές/ριες ασθενών με άνοια. Σε αυτό το πλαίσιο διδάσκονται τεχνικές και τρόποι για τη διαχείριση των προβληματικών συμπεριφορών, την τροποποίηση των δυσλειτουργικών σκέψεων, την αύξηση των ευχάριστων δραστηριοτήτων και την εκμάθηση δεξιοτήτων για τη ρύθμιση του συναισθήματος. Συνήθως είναι ομαδικά προγράμματα στα οποία συμμετέχουν από έξι έως δέκα άτομα.
Πέρα από την εκμάθηση, προβλέπεται και εξάσκηση στο πλαίσιο της παροχής φροντίδας. Τα ψυχοεκπαιδευτικά προγράμματα περιλαμβάνουν πολλά στοιχεία από τη Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική θεραπεία (CBT).
Τα αποτελέσματα αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα και την χρησιμότητα των συγκεκριμένων προγραμμάτων, ιδιαίτερα σε μειονοτικές ομάδες (Gallagher-Thompson et al., 2008) ή σε κοινότητες οι οποίες δεν είχαν πρόσβαση σε επαγγελματίες θεραπευτές (Cheng et al., 2016).
ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR
Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.
Η παροχή συμβουλευτικής και ψυχοθεραπείας σαφώς αποτελούν επιλογές διαχείρισης των αρνητικών συμπτωμάτων που συνοδεύουν την παροχή φροντίδας σε ασθενείς με άνοια. Στο επίπεδο της ψυχοθεραπείας για την αντιμετώπιση συμπτωμάτων κατάθλιψης συνήθως επιλέγεται η Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική θεραπεία, η οποία αποσκοπεί μέσω της χρήσης τεχνικών και προσεγγίσεων να μεταβάλλει τις αρνητικές και δυσλειτουργικές σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές.
Από την άλλη πλευρά, η θεραπεία Αποδοχής και Δέσμευσης (ACT) αν και παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την CBT διαφοροποιείται στο στοιχείο της αποδοχής των αρνητικών σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών και στην παραδοχή πως δεν είναι όλες οι αισθήσεις ευχάριστες ή δεν πρέπει να ελαχιστοποιηθούν. Σύμφωνα με έρευνα της Losada και των συνεργατών της (2015), κατόπιν σύγκρισης των δυο παραπάνω μοντέλων θεραπείας διαπιστώθηκε πως και τα δύο αποδείχθηκαν εξίσου αποτελεσματικά.
Μία διαφορετική επιλογή θεραπείας είναι η εφαρμογή του Μοντέλου Μείωσης του Στρες βασισμένου στην Ενσυνειδητότητα (Mindfulness Based Stress Reduction), το οποίο αποτελεί ένα πρόγραμμα οκτώ εβδομάδων, κατά τη διάρκεια του οποίου προσφέρεται ένας συνδυασμός διαλογισμού ενσυνειδητότητας, συνειδητοποίησης του σώματος, γιόγκα και εξερεύνησης των προτύπων συμπεριφοράς, σκέψης, συναισθήματος και δράσης, αποσκοπώντας στη μείωση του άγχους και της κατάθλιψης (Niazi & Niazi, 2011).
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει η δυνατότητα συνδυασμού τεχνικών και μοντέλων, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν ομαδικές ή/και ατομικές, κατ’ οίκον ή εξ’ αποστάσεως συνεδρίες, με την χρήση ή μη τεχνολογικών μέσων και φυσικά δύναται να συμμετέχουν σε αυτά εκτός από το άμεσα ενδιαφερόμενο άτομο και άλλα μέλη της οικογένειας, στην οπτική του μοντέλου της Συστημικής θεραπείας, σύμφωνα με το οποίο η οικογένεια αποτελεί μία σύνθετη ολότητα στην οποία τα μέλη της αλληλεπιδρούν και αλληλοεπηρεάζονται.
Ένας σημαντικός παράγοντας που πρέπει να προβλεφθεί πριν από την επιλογή και εφαρμογή του κάθε μοντέλου παρέμβασης είναι η γνώση των ιδιαίτερων πολιτισμικών χαρακτηριστικών του πληθυσμού που χρήζει υποστήριξης, όπως και το γενικότερο πλαίσιο παροχής υποστήριξης. Λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω συνθήκες, η προσαρμογή της θεραπευτικής παρέμβασης στον εκάστοτε πληθυσμό αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία για μία αποτελεσματική θεραπεία.
Βιβλιογραφία:
1. Cheng, S.-T., Fung, H. H., Chan, W. C., & Lam, L. C. W. (2016). Short-term effects of a gain-focused reappraisal intervention for dementia caregivers: A double-blind cluster-randomized controlled trial. The American Journal of Geriatric Psychiatry, 24(9), 740–750. https://doi.org/10.1016/j.jagp.2016.04.012
2. Gallagher-Thompson, D., Gray, H. L., Dupart, T., Jimenez, D., & Thompson, L. W. (2008). Effectiveness of cognitive/behavioral small group intervention for reduction of depression and stress in Non-Hispanic white and Hispanic/Latino women dementia family caregivers: Outcomes and mediators of change. Journal of Rational-Emotive & Cognitive-Behavior Therapy, 26(4), 286–303. https://doi.org/10.1007/s10942-008-0087-4
3. Kramer, B. J. (1997). Gain in the caregiving experience: Where are we? what next? The Gerontologist, 37(2), 218–232. https://doi.org/10.1093/geront/37.2.218
4. Losada, A., Márquez-González, M., Romero-Moreno, R., Mausbach, B. T., López, J., Fernández-Fernández, V., & Nogales-González, C. (2015). Cognitive–behavioral therapy (CBT) versus acceptance and commitment therapy (ACT) for dementia family caregivers with significant depressive symptoms: Results of a randomized clinical trial. Journal of Consulting and Clinical Psychology, 83(4), 760–772. doi.org/10.1037/ccp0000028
5. Niazi, A., & Niazi, S. (2011). Mindfulness-based stress reduction: A non-pharmacological approach for chronic illnesses. North American Journal of Medical Sciences, 3(1), 20. doi.org/10.4297/najms.2011.320
6. Pyke, K. D., & Bengtson, V. L. (1996). Caring more or less: Individualistic and collectivist systems of family eldercare. Journal of Marriage and the Family, 58(2), 379. doi.org/10.2307/353503
7. Thomas P, Liu H, Umberson D. (2017). Family realtionships and well being Innovation in aging, 1(3), 1-11 doi.org/10.1093/geroni/igx025
8. Houtven, C.H., Wilson, M.R., Clipp, E.C. (2005). Informal Care Intensity and Caregiver Drug Utilization, Review of Economics of the Household, 3, 415-433 doi.org/10.1007/s11150-005-4942-0
9. Wang, J., Chen, H., Yang, L., Yu, X., Zhang, D., Zhao, Q., & Xiao, M. (2023). Effectiveness of the stress process model-based program in dementia caregiving (decare-SPM) for Family Caregivers: A Study Protocol for a randomized controlled trial. Journal of Multidisciplinary Healthcare, Volume 16, 3507–3519. doi.org/10.2147/jmdh.s438342
10. World Health Organization. (2017, December 7). Dementia: Number of people affected to triple in next 30 Years. World Health Organization. who.int/news/item/07-12-2017-dementia-number-of-people-affected-to-triple-in-next-30-years