Ακρόαση άρθρου......

Όλα στη ζωή ξεκινούν από ένα θαυμασμό. Επιθυμούμε να ακολουθούμε και να ομοιάζουμε προς αυτό που θαυμάζουμε. Έτσι γεννιέται η φιλοσοφία. Μας ωθεί να θέτουμε ερωτήματα.

Η ίδια ποτέ δε δίνει τις απαντήσεις. Ανακινεί όμως τη συνείδηση, ώστε να διαπιστωθούν τα εκάστοτε ανθρώπινα όρια, και να βρεθούν νοητικές αρτηρίες υπέρβασής τους.

Πίσω από κάθε απορία, κρύβεται μια αίσθηση έλλειψη γνώσης. Αυτή ωθεί στο φιλοσοφικό στοχασμό: ως την τάση της απόλυτης κατανόησης, αυτών που αγνοούνται.

Γι’ αυτό: προϋπόθεση της γνώσης, είναι η επίγνωση της άγνοιας. Έτσι διαπιστώνει ο ίδιος ο άνθρωπος, πως δεν είναι σοφός. Αυτό το γεγονός του δημιουργεί τον πόθο για την αληθινή Σοφία. Φιλόσοφος είναι αυτός που αγαπά τη σοφία και συνδιαλέγεται με αυτήν, αναγνωρίζοντας ο ίδιος, ότι δεν είναι σοφός. Είναι η συνεχής κίνηση της ψυχής, η οποία επιδιώκει να προσεγγίσει την ταυτοτική της σχέση με το Είναι, μέσα από την απόλυτη γνώση και Σοφία: ως μια διαδικασία γίγνεσθαι.

Η φιλοσοφία είναι το θεμέλιο κάθε επιστήμης.

Η ίδια αγαπά τη Σοφία, διότι εξ' ορισμού της, αποδέχεται ότι δε γνωρίζει (φίλος - σοφίας). Έλκεται από αυτήν, εκκινώντας κάθε φορά από τη μηδενική γνώση, δηλαδή την άγνοια. Η άγνοια ορίζεται ως: η απουσία σχέσης με την αληθινή γνώση. Φιλόσοφος είναι κάθε άνθρωπος του αγαπά τη Σοφία, στο βαθμό που αναγνωρίζει ότι ο ίδιος δεν είναι σοφός. Κατά τον Σωκράτη: «H άγνοια και η γνώση είναι αντικείμενα του ιδίου είδους γνώσης», (Πλάτων, Φαίδων 97d). Αφού κατά αυτόν η γνώση και η άγνοια έχουν την ίδια αφετηρία, τότε αυτό που αναζητάς να μάθεις, κάποτε σου ήταν γνώριμο, ενώ τώρα το έχεις λησμονήσει. Αλλιώς δεν είναι λογικό να θέλεις να γνωρίσεις κάτι που ήδη γνωρίζεις. Γι’ αυτό: «Η αναζήτηση και η μάθηση είναι γενικά ανάμνηση».

Κατά τον Σωκράτη επίσης: «Ο άνθρωπος δε μπορεί να αναζητά ούτε αυτό που ξέρει ούτε αυτό που αγνοεί. Καθώς αυτό που ήδη ξέρει, δεν το αναζητά -το γνωρίζει και δε χρειάζεται να ψάξει να το βρει- ούτε ό,τι αγνοεί αναζητεί, γιατί δεν ξέρει τι ν’ αναζητήσει»[2].

Αφού λοιπόν η αναζήτηση είναι μάθηση και η μάθηση είναι ανάμνηση, σύμφωνα με τον Σωκράτη, όταν προκύψει κάποια δυσκολία, ο άνθρωπος θα αναγκαστεί να στραφεί εν τέλει υποχρεωτικά και προς τον εαυτό του, αιτώντας απαντήσεις στα αδιέξοδα ερωτήματά του.

Στο βαθμό όμως που τίθενται ερωτήματα, αυτό αναδεικνύει ότι οι απαντήσεις, δεν έχουν γίνει αντι-ληπτές ή δεν έχουν πλήρως κατανοηθεί. Έτσι, ο άνθρωπος θα επιδιώξει να ιχνεύσει εντός του, ώστε να [ψηλαφίσει] νοητικά τη Σοφία που αναζητεί, και έτσι θα επιβεβαιώσει ή θα διαψεύσει τη σχέση του ιδίου με αυτήν.

ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Οι τρόποι που ερμηνεύουμε τις σχέσεις με τον εαυτό μας και με ό,τι –γνωστό η άγνωστο- μας περιβάλλει, καθορίζει και την ψυχολογία μας. Όλα στο Σύμπαν του νου και της ύλης, βρίσκονται σε έναν αέναο διαλεκτικό διάλογο. Προσβλέπουν με αυτόν τον τρόπο στην εδραίωση επιθυμητών σχέσεων, όπως επίσης και την αποκοπή των απειλητικών και ανεπιθύμητων. Έτσι σχετίζεται η φιλοσοφία με την ψυχολογία.

Ψυχολογία είναι η επιστήμη που μελετά, τον τρόπο που ο άνθρωπος σκέπτεται για τον εαυτό του και ενεργεί, με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται. Με τη συμπεριφορά του, κάθε φορά, δηλώνει το πως ερμηνεύει τις σχέσεις του -σε ό,τι αφορά τον ίδιο- με όλα όσα τον περιβάλλουν.  

Ζητούμενο σε κάθε περίπτωση, είναι η συμμέτοχη -με αυθεντικό ή μη τρόπο- στο αληθώς Ζειν. Έτσι, η ταυτότητά μας κάθε φορά καθορίζεται, από τις σχέσεις που δημιουργούμε, ή απορρίπτουμε. Γι’ αυτό, πάντοτε θα υπάρχουν πράγματα ή συμβάντα που αγνοούμε αλλά και που γνωρίζουμε -γύρω μας και μέσα μας. Αυτό έρχεται η ζωή να το αναδείξει με τα καλέσματά της, δείχνοντας μας με τον τρόπο της, προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούμε για να επιβιώσουμε.   

Την απάντηση στο θέμα της ταυτότητας των πράγματων και την ουσία των σχέσεων των όντων μεταξύ τους, μας την διατυπώνει εδώ και αιώνες ο προ πλατωνικός φιλοσοφικός ογκόλιθος Παρμενίδης. Με τον αφοπλιστικά απλό και λακωνικό του λόγο μας υπενθυμίζει πως: «τα πάντα είναι ένα». Γι’ αυτόν, «Μόνο μια οδός [αναζήτησης] απομένει, η οδός του Είναι»(απ.8.1) και η αυθεντικότητα της σχέσης μας ως προς Αυτό. Στο Ενιαίο Είναι -από κοινού- όλοι και όλα ως μέρη Του εκπροσωπούνται. Όσο για τον τρόπο που προσεγγίσουμε το Είναι των όντων, ο Παρμενίδης μας αποκαλύπτει πως είναι μέσω του νοείν: «το νοείν εστι Είναι»(απ.3.1).

Κατά τον Παρμενίδη, οτιδήποτε διαίρει ο ανθρώπινος νους, συμβαίνει προκειμένου να το αντι-ληφθεί. Κατόπιν όμως καλείται να αναζητήσει μέσα του, το αντίστοιχο αποτύπωμα και να το αναγνωρίσει. Αφού το βρει και το ανα-γνωρίσει ως οικείο, υποχρεούται να το ενσωματώσει [καθότι είναι διηρημένο], στον αντίστοιχο χώρο που το βρήκε μέσα του. Έτσι, θα παραμείνει και πάλι ακέραιο και πλέον, εν-νώ-ποιημένο να αναπαύεται στη γαληνή του Είναι: ως εν-Είναι.

ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR

Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.

Στην ουσία της ύπαρξης, όλα είναι ενοποιημένα και συνδέονται με αδιόρατα δεσμά: ως ενιαίο Είναι.

Κάθε μορφή διαίρεσης για τον Παρμενίδη, αναπόφευκτα οδηγεί σε πλάνη. Ενώ κάθε απόπειρα προσέγγισης των διηρημένων, οδηγεί στο ξέφωτο: δηλ. την θέαση της Αλήθειας που το Είναι ως δωρεά μας ανταμείβει. Αυτό καθορίζει και την εκάστοτε ψυχολογική μας διάθεση και συμπεριφορά.

Η όποια διαίρεση, μεγιστοποιεί στον άνθρωπο την αίσθηση της αποκοπής, του αποκλεισμού και της απομόνωσής του, από και προς το ενιαίο σύνολο του Υπάρχειν εν γένει. Αυτό συνήθως του δημιουργεί ταραχή και τραυματίζει τον ψυχισμό του. Έτσι βιώνει την ύπαρξή του του ως μη αυθεντική (δηλ. αναληθή). Με απεγνωσμένες προσπάθειες, αναζητά να βρει τρόπους επανένταξης στο ενιαίο σύνολο [του Είναι], το οποίο ανήκει δικαιωματικά. Πολλές φόρες μάλιστα, ακόμα αν χρειαστεί και με αντικοινωνικές συμπεριφορές, θα προσπαθεί να διατυπώνει, ως διαμαρτυρία τον αποκλεισμό του.

Η άλλη εναλλακτική οπτική, βρίσκεται στην όποια προσπάθεια ένωσης καταβάλλεται. Τότε, η όποια προσπάθειά του, θα ενισχύει την πεποίθηση, ότι ακόμα και με την οποιασδήποτε ιδιαιτερότητά του, ο άνθρωπος πάντοτε θα παραμένει φίλιος στο σύνολο στο οποίο ανήκει. Ως αναπόσπαστο μέλλον του Είναι, θα οδηγείται στην επούλωση των τραυμάτων, της απομόνωσης και του αποκλεισμού, που ενδεχομένως έχει βιώσει. Έτσι θα του δοθεί η ευκαιρία να βρει τα αποθέματα δύναμης, για την αυτοβελτίωση της κοινωνικής του συμπεριφοράς και εν τέλει τη θεραπεία του.  

Όπως η γνώση σχετίζεται με την αγνοία, έτσι και το αληθές με το λανθάνον. Το ένα δεν καταργεί το άλλο, αλλά αλληλοδιάδοχα το συμπληρώνει. Με αυτόν τον τρόπο συνήθως πορευόμαστε στη ζωή. Μας αποκαλύπτεται το αληθές, αφού πρώτα βιώσουμε την απώλεια της επαφής μας με αυτό, μέχρι να γίνει το επόμενο βήμα προς αυτό το άγνωστο που αγνοούμε: της γνώσης. Ή μήπως αυτό δεν συμβαίνει στα αλήθεια;

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σωκράτη: αυτό που αγνοούμε, είναι εκείνο που έχουμε απωθήσει στην λήθη. Έτσι έρχεται η ζωή με τις παρεμβάσεις της, να μας βοηθήσει. Μας καλεί δείχνοντας, προς τα που να στρέψουμε την προσοχή μας. Όχι προς αυτό το αφηρημένο και άγνωστο, αλλά προς αυτό που κάποτε μας ήταν γνώριμο και τώρα το έχουμε λησμονήσει. Και εμείς ως σκαπανείς θα πρέπει να ενσκήψουμε στις ήδη σκονισμένες από τον χρόνο  χαρτογραφημένες σκέψεις μας, έτσι ώστε να τις αναγνωρίσουμε. Τότε θα οδηγηθούμε στην ανα-κάλυψη και εν τελεί την αποκάλυψη των κρυμμένων και λησμονημένων θησαυρών μέσα μας. Δεν μπορεί κάτι να μας γνωστοποιηθεί [έξω] μας, αν πρώτα δεν το αναζητήσου με επι-σκέψεις, στους σκοτεινούς λαβυρίνθους της βιβλιοθήκης του νου μας. Ο κόσμος της σκέψης και της αίσθησης δεν χωρίζονται, απλώς Είναι, εν-νω-ποιημένοι(=στο νου ενιαίοι). Το γνωστό με το άγνωστο, πρώτα στο νου χωρίστηκαν και κατόπιν η πράξη τα υλοποίησε, επιβεβαιώνοντας αυτήν την διαίρεση.

Αυτό που συμβαίνει και με το αληθές και το λανθάνον, καθώς και με το αυθεντικό ή το αναυθεντικό είναι ότι: ασκούμε νοητική έλξη προς αυτό που πιστεύουμε περισσότερο κάθε φορά. Έτσι, μέσα από τις δυνατότητες που μας παρέχει το Είναι, βιώνουμε το δικό μας κόσμο, που οι ίδιοι κατασκευάσαμε: αυτόν της Αλήθειας ή της πλάνης. Υλοποιούμε λοιπόν, ή προκαλούμε την απώθηση της Αλήθειας του Είναι, ως μελλοντική εκκρεμότητα να επιλύσουμε, χάνοντας έτσι τη θέαση Του στο Παρόν του άχρονου. Το ίδιο επίσης, μπορεί να συμβεί και αντίστροφα: αφού ενοποιηθεί κάτι στο νου μας, ενώ ήταν πριν διηρημένο, θα επιβεβαιωθεί στην πράξη γύρω μας η ένωσή του [εντός της Αλήθειας του Είναι]. Το ένα υπάρχει για να μας θέσει σε νοητική εγρήγορση -ελκτική ή απωστική- προς το έτερον άλλο. Έτσι μας θέτει σε εγρήγορση η ζωή, ώστε να ακολουθούμε το βηματισμό της: να πορευόμαστε μαζί της, ώστε να βιώνουμε από κοινού το αιώνιο ταξίδι.

Αν θέλουμε να αλλάξουμε τον δικό μας κόσμο, ας αλλάξουμε πρώτα τον τρόπο που εμείς τον σκεφτόμαστε και αυτός θα ακολουθήσει την δική μας αλλαγή. Έτσι θα μας επιβεβαιώνει μέσα από τις εμπειρίες που η ζωή μας  προτάσσει να βιώσουμε, πως το [μέσα] με το [έξω] από κοινού πορεύονται εντός του Είναι. Η όποια μορφή διαίρεσης, εγκαθίσταται στον νου μας ως βίωμα ψευδαισθήσεων και αυταπάτης.

Αυτό είναι το ύψιστο οικουμενικό μάθημα αυτογνωσίας που διατυπώνει ο Σωκράτης. Μέχρι την ύστατη πνοή του -όπως έκανε και ο ίδιος- ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να εμμένει πιστός και με θάρρος, στις αρχές της σχέση του με το Είναι. Έτσι, θα επιβεβαιώνει τη διαχρονία αμφοτέρων ως ενθύμηση, ώστε να μαθητεύει, όποτε οι (επι)-σκέψεις του νου τον καλούν σε συν-ενώσεις.

Κάθε τι που γεννά απορίες, δημιουργεί την αίσθηση της έλλειψης γνώσης και αυτό μας ωθεί να την αναζητήσουμε μέσα μας ή γύρω μας.

Ο άνθρωπος εν γένει αναστατώνεται όταν νοιώθει αποκομμένος, από την πρόσβαση στην γνώση του Αληθώς Ζειν. Όταν βρίσκεται ενώπιων των αποριών του, η έντονη έλλειψη που βιώνει, τον ωθεί στο φιλοσοφικό στοχασμό και έτσι κινητοποιείται σε αναζητήσεις εντός του. Γι’ αυτό αγωνιά: γιατί δε σχετίζεται αυθεντικά με το Είναι της ύπαρξής του.

Κάθε ερώτημα είναι το απόσταγμα των σκέψεων, που αναζητούν να εισέλθουν σε μια αρμονική σχέση -μέσω του κοινού Είναι- προς εκείνο προς το οποίο απευθύνεται η ερώτηση. Είναι το δεκτικό άνοιγμα της ψυχής, που διατίθεται προς το νέο που θα συναντήσει και προς το οποίο απευθύνεται, ώστε να το ανιχνεύσει εντός του. Αυτό συμβαίνει γιατί: το Είναι ποτέ δεν αποκαλύπτεται εξ ολοκλήρου έξωθεν των όντων, στα οποία ενοικεί και τα φωτίζει. Η κρυπτότητα του Είναι, και αυτό κάλεσμα αποκάλυψης είναι. Έτσι μας δίνει την ευκαιρία να συμμετέχουμε με πειστικές για εμάς αποδείξεις, αποκρινόμενο στα καλέσματα των ερωτήσεών μας.

Για τον Πλάτωνα, μόνο η αληθινή κρίση, μας παρέχει τη γνώση: «Κατά πασά πιθανότητα η αληθινή κρίση είναι γνώση»[3].  Τότε κάθε νέα διατύπωση -ως απόρροια διαλόγου- οδηγεί σε νέα γνώση, η οποία μας φέρνει πιο κόντρα στην Αλήθεια και την αυθεντικότητα της ύπαρξής μας.

Όμως, «Είναι αδύνατον να συναντήσει την αλήθεια, αυτός που δε μπορεί να συναντήσει την πραγματικότητα»[4]. Η πρακτικότητα αναφέρεται σε αυτό που η Ζωή πραγματώνει, ως συν-βαίνον, ώστε να μας γίνει κάτι αντιληπτό. Τα συμβαίνοντα στη ζωή, που αντιλαμβανόμαστε, σκεφτόμαστε, υφιστάμεθα και ενεργούμε και αυτά ειναι αυθεντικά καλέσματα του Είναι. Μας καλούν να συμμετέχουμε στο Αληθώς Ζειν του Είναι γνωρίζοντάς τα.  Η αυθεντικότητα του εαυτού όταν συναντά την Αλήθεια στη Ζωή και αυτή γνώρισμα της διαχρονίας του Είναι γίνεται.

«Συνεπώς εκείνος που σχηματίζει κρίση για το μη πραγματικό (ως αναληθές), δε σχηματίζει κρίση για τίποτα»[5]. Όμως: «Η λανθασμένη κρίση δεν υπάρχει στις αισθήσεις ως προς τις μεταξύ του σχέσεις, ούτε στις σκέψεις, αλλά στη σύνδεση αίσθησης και σκέψης»[6].

«Η αληθινή κρίση μαζί με το λόγο (τον τεκμηριωμένο) είναι γνώση»[7], όταν αυτό επιδιώκει να υπονοεί: την αστείρευτη και χωρίς όρους Αγάπη του Είναι.

Στην Αλήθεια της Ζωής, όλα Είναι, συμπαγή και αδιαχώριστα περιεχόμενα: «Το παν είναι ένα και ανίκητο μέσα στον εαυτό του, χωρίς να έχει περιοχή μέσα στην οποία κινείται»[8].

Η Αληθινή Σοφία λοιπόν, κρύβεται σε αυτά που αγνοούμε και επιθυμούμε να γνωρίσουμε. Ο δε άνθρωπος στη ζωή του κινείται στο μεταίχμιο, μεταξύ γνώσης και άγνοιας.

Επειδή δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην θέτει ερωτήματα, υπό αυτήν την έννοια, δεν υπάρχει και άνθρωπος που να μη φιλοσοφεί.

Η Σοφία αναμένει από τους φίλους της, τις κατάλληλες ερωτήσεις, ώστε να τους γνωστοποιήσει νοηματικά –μεσ’ την σιωπή της- πως θα προσεγγίσουν αυτό που θαυμάζουν. Έτσι ανακινείται η συνείδηση, με διακυμάνσεις και αναβαθμούς για να την αναζητήσουμε μέσα μας: και ως ζώσα πνοή να τη συναισθανθούμε ενσυναισθητικά.

Η φιλοσοφία είναι η επιστήμη των επιστημών, διότι αγκαλιάζει κάθε αναζητητή της Αλήθειας. Όχι για να δώσει απαντήσεις, αλλά για να ανακατευθύνει τον άνθρωπο προς το μέσα του. Με αυτόν τον τρόπο, του δίνει την ευκαιρία, να βρει μόνος του τις απαντήσεις, οι οποίες με την απεριόριστη υπομονή τους, θα αναμένουν με σεβασμό την προσωπική του λύτρωση: ως μια ιεροτελεστία αποκάλυψης.

Κάθε άνθρωπος είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, με τα δικά της προσωπικά χαρακτηριστικά, καθώς εκφράζει την ύπαρξη με μοναδικό τρόπο.

Ομοίως και κάθε τάση, ή επιστημονικός φορέας, μπορεί να φανεί χρήσιμος για τον άνθρωπο, όταν αυτός διαβαίνει τα δύσβατα της ζωής του μονοπάτια. Όλα όσα υπάρχουν, μπορεί να τον διευκολύνουν -με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- να περάσει από τα στενωπά και δύσβατα της ζωής του περάσματα, δείχνοντας του έτσι νέες κατευθύνσεις να διαβεί.

Το ιδιαίτερο με την Φιλοσοφία έναντι των όλων των άλλων επιστήμων, είναι ότι δε δίνει ποτέ άμεσες απαντήσεις. Ίσως γιατί μας εμπιστεύεται. Θέτει μόνο ερωτήματα, δίνοντας μας την ώθηση να αναζητήσουμε τις απαντήσεις κάπου μέσα μας: Στα απόκρυφα και λησμονημένα σημεία. Τότε ο δρόμος που θα διαβαίνουμε κάθε φορά, θα φέρει το όνομα του δικού μας προσωπικού μονοπατιού, που θα έχουν χαράξει οι δίκες μας απαντήσεις. Η αυθεντική πορεία κάθε υπάρχοντος -στο βάθος της- απορρέει και καταλήγει στο κοινό και αιώνιο Είναι. Αυτό είναι και το πεπρωμένο μας: το καλά κρυμμένο στα βάθη της ύπαρξής μας να ανακαλύψουμε διάδρομο. Αυτό διακηρύττει και ο Rogers όταν αναφέρει πως: «το βαθιά ατομικό, είναι το οικουμενικό» Είναι. Εντός του Είναι, κάθε αμφιβολία γίνεται βεβαιότητα συν-ύπαρξης. Η δε δική μας απάντηση, εκ των έσω, πάντα θα αναμένει να γαληνεύσει το ταίρι της: στο κάθε ερώτημά μας, εκεί θα βρίσκει το χώρο του, στην αγκαλιά της Αγάπης του Είναι τον Ωκεανό.

Η θάλασσα της ύπαρξης με τις διακυμάνσεις και τους κυματισμούς της, δηλώνει τη ζωτική της παρουσία. Τα ρεύματά της με τη βοήθεια του ανέμου, των σκέψεων και των στοχασμών, διευκολύνουν τον διάπλου της ζωής μας. Έτσι γνωρίζουμε [τόπους] και ταυτιζόμαστε μαζί τους. Κάθε [τόπος] τρέφεται από τις ρίζες του. Το τοπίο της φιλοσοφίας, δείχνει το που γεννήθηκε επίσημα [τόπο]: στην αμεσότητα του Είναι, την ανταπόκριση. Σε κάθε γλώσσα διακηρύσσεται το μήνυμα της φιλοσοφίας: και έτσι ο ίδιος κοινός λόγος της, γίνεται οικουμενικός. Αρκεί να δέχεται την Αγάπη που εκπορεύεται, από και προς στη Σοφία του Είναι.

Ένδειξη υψίστης αξιοπιστίας είναι, όταν κάποιος τιμά τις ρίζες από τις οποίες τρέφεται ο στοχασμός του. Όσο και αν σε απόμακρους και αλλότριους τόπους βρίσκεται, η οικουμενικότητα της φιλοσοφίας, θα συνδράμει στο να εντοπίσει την Πηγή του Είναι εντός του: ώστε να ξεδιψά με αρτεσιανό νερό κάθε ανθρώπινη ανάγκη, στον τόπο της.

Όσο για «την αληθινή γνώση και πως αυτή αποκτάται; H απάντηση είναι: όταν την εφαρμόζουμε στην πράξη και δεν την αφήνουμε στην λήθη της να αποσυρθεί»[9]. Τότε αποδεικνύεται η κατανόησή της: στην εν-θύμηση(ως θύμηση του ενός Είναι).

«Εκείνα που διατηρούν κρυμμένη την αυθεντικότητα της ταυτότητάς του, δε θα μπορούσες να τα συλλάβεις με κανέναν άλλο τρόπο, πάρα μόνο με τη διανοητική διεργασία»,[10] όπως μας έχει προϊδεάσει ο Παρμενίδης.

Επίσης ο Heidegger αναφέρει: «Όταν το ίδιο το Είναι συναντά τη σκέψη, την ωθεί να κάνει το άλμα, ώστε αυτή να εκπηγάζει από το ίδιο το Είναι και να αποκρίνεται έτσι στο Είναι ως τέτοιο»[11].

Εδώ βλέπουμε να συμπίπτει ο στοχασμός του Παρμενίδη με αυτόν του Heidegger.

Ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του 20ου αιώνα, ο  Martin Heidegger, αναζητά να ξεδίψασε την δίψα του, αντλώντας την δροσιά που του παρείχε ο Αρχαίος Ελληνικός στοχασμός, και αφορά το Είναι του Παρμενίδη. Κατάφερε έτσι, με μια δρασκελιά να συγκεράσει ιστορικά, την αλήθεια του ενιαίου Χρόνου. Από το παρελθόν Του Αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, να φέρει το Είναι του Παρμενίδη στο Παρόν, ώστε να γεφυρώσει το χρονικό χάσμα.

Ο Heidegger μας ομολογεί πως: Η θέληση για γνώση της σύγχρονης επιστήμης, την οποία οφείλει να λαμβάνει υπόψη ο σημερινός κόσμος -αν θέλει να παραμένει επίκαιρη- είναι ο διάλογος με τους Έλληνες στοχαστές. Αυτό διότι, «κανένας στοχασμός [πάνω σ’ αυτό που είναι] σήμερα, δε μπορεί να καρπίσει και να ευδοκιμήσει, παρά μόνο αν ριζώσει στο έδαφος της ιστορικής μας ύπαρξης, διαλεγόμενος με τους Έλληνες στοχαστές και τη γλώσσα τους»[12].   

Αν στρέψουμε τη ματιά μας στα θεμέλια της ύπαρξης, ενδέχεται να μη θεωρήσουμε δεδομένη τη στατικότητα του οικοδήματός μας. Σε κάποια ανύποπτη στιγμή, μπορεί να υποστεί τον κλονισμό λίγο πριν την κατάρρευση. Τότε εμείς θα πρέπει να είμαστε εξοικειωμένοι με τη φιλοσοφική ετοιμότητα, ώστε να ιχνεύσουμε μέσα μας, τον τρόπο της περαιτέρω εμβάθυνσης των θεμελίων που απαιτούνται, για να συνεχίσουμε να στεκόμαστε όρθιοι. Ίσως να είναι αναγκαίο να προετοιμαζόμαστε για κάθε ενδεχόμενο. Να πάμε με ασφάλεια βαθύτερα, με τον τρόπο που η αρχαία ελληνική κλασσική σκέψη -όπως του Σωκράτη- μας έχουν αναδείξει.

Ας μην αναζητάμε λοιπόν τη γνώση κάπου απ’ έξω μας να τη βρούμε. Ούτε θα μπορούσε κάποιος να μας την προσφέρει. Μέσα στης λήθης του νου τα μνήματα, βρίσκεται θαμμένη. Εκεί θα πρέπει να την αναζητήσουμε και πάλι, αναμένοντας να ανθίσει, ως ανάμνηση.

Στην άβυσσο της ανθρώπινης ψυχής, η φιλοσοφική σκαπάνη είναι το κατάλληλο εργαλείο. Στα δύσβατα και σκοτεινά σημεία -όποιας πορείας- μπορεί να μας οδηγήσει στο ξέφωτο: προς την πορεία όπου οι Πήγες του Είναι την ύπαρξη μας αρδεύουν. Εκεί όπου ο αυθεντικός εαυτός αναμένει το στέφανο της νίκης ως τίμημα, με εναγκαλισμούς.   

Ο άνθρωπος είναι ο αιώνιος συνταξιδιώτης, μέσα στο άχρονο Είναι. Όσο συνοδοιπορεί με δέος σε αυτήν την πορεία, με τον αυθεντικό εαυτό του, τόσο το μονοπάτι θα φωτίζεται από τις αναλαμπές του Είναι. Είναι Αυτές που θα τον προσκαλούν, με καλέσματα αποκαλυπτικά να βιώσει, μην και χαθεί η συμμετοχή του στο θαύμα, του οποίου απαραίτητα είναι και αυτός μέρος του. 

Κάθε τάση της επιστήμης της ψυχολογίας, αν εστιάζει τις ρίζες της, θα βρει στο υπέδαφος της, την κοινή της αφετηρία με τη φιλοσοφία: την αγάπη δηλαδή για τον άνθρωπο και εν τελεί για αυτό το υπερβατικό Είναι, που εκπροσωπεί ο καθένας επάξια.

Σε αυτήν την κοινή προσπάθεια επιδιώκουν και οι δύο κατευθύνσεις -φιλοσοφία και ψυχολογία- χέρι με χέρι όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα: «να απαλλάξουν σε υλικό επίπεδο τον άνθρωπο από τον πόνο, σε συναισθηματικό επίπεδο -την ψυχή του- από το πάθος και σε νοητικό - πνευματικό επίπεδο από τον εγωισμό»[13]. [Αυτός είναι ο πληρέστερος ορισμός της υγείας, όπως τον διατύπωσε ο καθηγητής ομοιοπαθητικής Γ. Βυθούλκας]. Έτσι θα είναι ωφέλιμο να εδραιωθεί η πεποίθηση, στην από κοινού προσπάθεια και συμμετοχή όλων. Και αυτό διότι, όλοι ανεξαιρέτως είμαστε ενωμένοι και από κοινού πορευόμαστε: αλλήλων τα βάρη βαστάζοντες και τη χαρά μοιράζοντες. Σε αυτήν την κοινή προσπάθεια, ο καθένας ξεχωριστά δικαιούται να βιώσει εν τω έργω, τη συμμέτοχη του στο Είναι, με το δικό του μοναδικό τρόπο. Ας τον εμπιστευθούμε.

Η ιδιοποίηση της Σοφίας από την οποιαδήποτε προσέγγιση, χωρίς τη συνεισφορά και των άλλων τάσεων, οδηγεί στη μωρία.

Εν κατακλείδι, ο άνθρωπος είναι κάτι πολύ περισσότερο από το άθροισμα των μερών του,  όπου όλες οι επιστήμες μαζί, επιχειρούν να σκιαγραφήσουν και να ερμηνεύσουν το μεγαλείο του. Πάντοτε θα μας εκπλήσσει, και εξ αυτού θα καθίσταται απρόσιτος, ώστε να το συλλάβουμε στην ολότητά του και να τον κατανοήσουμε. Ίσως γιατί στην αυθεντικότητά του, είναι το ίδιο ακέραιος και απέρατος όπως το Είναι που εκπροσωπεί. Αυτό το μοναδικό Είναι, είναι το ίδιο, το οποίο επιλέγει να φανερώνεται στο εκάστοτε Παρ-όν, μέσα από κάθε άνθρωπο, στο δικό Του [Τόπο]: το εδώ Του. «Το εδώ-του-Είναι»[14].

ΥΓ: Η συνδρομή ειδικού συμβούλου, μπορεί να φανεί απόλυτα χρήσιμη, ώστε να παρέχει ασφάλεια και να διευκολύνει την όποια μεμονωμένη προσπάθεια αυτοβοήθειας.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

[1] «Το γαρ ζητείν και το μανθάνειν ανάμνησις όλον εστίν»,(Πλάτων, Μένων, 81d).

[2] Ομοίως (80d)

[3] Πλάτων Θεαίτητος 187b

[4]  Ομοίως 186c

[5]  Ομοίως 189a

[6]  Ομοίως 195d

[7]  Ομοίως 202c

[8]  Ομοίως 180e

[9]   (Πλάτων, Φαίδων 75d)

[10] (Πλάτων, Φαίδων 79a)

[11] Martin Heidegger, “τι είναι μεταφυσική”, μετάφραση –σχόλια, Π. Θανασάς, Εκδ. Πατάκη Εκδ. 7η, Μαρ 2015, σ.104.

[12] Martin Heidegger,  “Επιστήμη και διαλογισμός”, μετάφραση Νίκου Σεβαστάκη, Εκδ. Έρασμος 1990. σ.16.

[13] Ο Έλληνας ομοιοπαθητικός Γιώργος Βυθούλκας, ένας από τους πιο διάσημους ομοιοπαθητικούς του 21ου Αιώνα, παρέλαβε στη Σουηδία, (στις 9 Δεκεμβρίου 1960) το βραβείο Νόμπελ εναλλακτικής ιατρικής, για την εργασία του στο χώρο της Κλασικής Ομοιοπαθητικής, ως αναγνώριση της προσπάθειας του, να προσεγγίσει τον άνθρωπο με ολιστικό τρόπο. Όπως εφάρμοζε ο Ιπποκράτης και ο Γαληνός στην Αρχαία Ελλάδα.

[14] Martin Heidegger, “Είναι και Χρόνος”, μτφ. –σχόλια, Γιάννης Τζαβάρας, Εκδ. Δωδώνη Αθήνα  1978.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Κωνσταντίνος Βαλιώζης
B.Sc. Ψυχολογίας
Pg. Dip. Σύμβουλος Προσωποκεντρικής Προσέγγισης, Προσωκρατικών Φιλοσοφικών Μελετών & Οντολογίας