Ο Μόρι πίστευε στην έμφυτη καλοσύνη των ανθρώπων. Έβλεπε όμως και τι μπορούσαν να γίνουν.

«Οι άνθρωποι γίνονται κακοί μόνο όταν απειλούνται», είπε. «Κι αυτό το κάνει ο πολιτισμός μας. Το κάνει η οικονομία μας. Ακόμη και όσοι έχουν δουλειές απειλούνται από την οικονομία μας, γιατί φοβούνται μήπως χάσουν τη δουλειά τους. Και όταν απειλείσαι, αρχίζεις να κοιτάς μόνο τον εαυτό σου. Αρχίζεις να κάνεις θεό το χρήμα. Όλα αυτά είναι κομμάτι του πολιτισμού μας, της κουλτούρας μας».

Έβγαλε με θόρυβο τον αέρα από μέσα του. «Γι’ αυτό εγώ δεν τσιμπάω».

Κούνησα το κεφάλι και του έσφιξα το χέρι.

«Άκου τι εννοώ όταν λέω να χτίσεις τη δική σου αντικουλτούρα», είπε ο Μόρι. «Δεν εννοώ να αδιαφορείς για όλους τους κανονισμούς της κοινότητάς σου. Εγώ, για παράδειγμα, δεν γυρίζω στους δρόμους γυμνός. Δεν περνάω τον δρόμο με κόκκινο. Στα μικρά πράγματα μπορώ να υπακούσω. Τα μεγάλα όμως –πώς να σκεφτόμαστε, σε τι να δίνουμε αξία– αυτά πρέπει να τα επιλέγουμε εμείς. Δεν γίνεται να επιτρέπεις σε οποιονδήποτε ή σε οποιαδήποτε κοινωνία να τα καθορίζει για σένα.

"Πάρε τη δική μου κατάσταση. Τα πράγματα για τα οποία πρέπει να αισθάνομαι άσχημα τώρα –που δεν μπορώ να περπατήσω, να σκουπίσω τον πισινό μου, που ξυπνάω και θέλω να βάλω τα κλάματα– δεν έχουν μέσα τους κάτι το εγγενώς ενοχλητικό ή ντροπιαστικό.

Το ίδιο ισχύει για τις γυναίκες που δεν μπορούν να είναι αρκετά αδύνατες και τους άντρες που δεν μπορούν να είναι αρκετά πλούσιοι. Ο πολιτισμός μας θέλει να τα πιστεύουμε αυτά. Μην τα πιστεύεις».

Ρώτησα τον Μόρι γιατί δεν είχε μετακομίσει κάπου αλλού όταν ήταν νεότερος.

«Σαν πού;»

«Δεν ξέρω… Στη Νότια Αμερική, στη Νέα Γουινέα. Σε κάποιο τόπο όχι τόσο εγωιστικό όσο η Αμερική».

«Κάθε κοινωνία έχει τα δικά της προβλήματα», αποκρίθηκε ο Μόρι σηκώνοντας τα φρύδια του, μια και δεν μπορούσε να σηκώσει τους ώμους του. «Η λύση νομίζω δεν είναι να φύγεις μακριά. Πρέπει να δουλέψεις για να δημιουργήσεις τη δική σου κουλτούρα.

»Άκου, όπου κι αν ζεις, το μεγαλύτερο ελάττωμα που έχουμε εμείς οι άνθρωποι είναι πως πάσχουμε από μυωπία. Δεν βλέπουμε αυτό που μπορούμε να γίνουμε.

Θα έπρεπε να κοιτάζουμε τις δυνατότητές μας, να αγωνιζόμαστε να γίνουμε όλα εκείνα που μπορούμε να γίνουμε. Όμως αν μας περιστοιχίζουν άνθρωποι που λένε “Θέλω τώρα το δικό μου μερίδιο”, καταλήγεις να βρίσκεσαι με μερικούς ανθρώπους που έχουν τα πάντα και έναν στρατό που συγκρατεί τους φτωχούς για να μην ξεχάσουν και τα κλέψουν».

Ο Μόρι κοίταξε το παράθυρο πάνω από τον ώμο μου. Μερικές φορές άκουγες ένα φορτηγό να περνάει ή τον άνεμο να σφυρίζει. Ο Μόρι κοίταξε για λίγο τα γειτονικά σπίτια και ύστερα συνέχισε:

«Το πρόβλημα, Μιτς, είναι ότι δεν πιστεύουμε πόσο μοιάζουμε όλοι. Λευκοί και μαύροι, καθολικοί και προτεστάντες, άντρες και γυναίκες. Αν βλέπουμε ο ένας τον άλλο σαν όμοιο, μπορεί να θελήσουμε με ζέση να σχηματίσουμε μια μεγάλη οικογένεια ανθρώπων σε τούτον τον κόσμο και να νοιαζόμαστε γι’ αυτήν την οικογένεια όπως νοιαζόμαστε για τη δική μας.

»Πίστεψέ με, όταν πεθαίνεις βλέπεις πως αυτό είναι αλήθεια. Έχουμε όλοι την ίδια αρχή –τη γέννηση– και το ίδιο τέλος –τον θάνατο. Πόσο λοιπόν διαφορετικοί μπορεί να είμαστε;

»Επένδυσε στην οικογένεια του ανθρώπου. Επένδυσε στους ανθρώπους. Χτίσε μια μικρή κοινότητα με εκείνους που αγαπάς και σ’ αγαπάνε».

Μου έσφιξε μαλακά το χέρι. Έσφιξα κι εγώ το δικό του πιο δυνατά. Χαμογέλασε.

«Στην αρχή της ζωής, όταν είμαστε βρέφη, χρειαζόμαστε τους άλλους για να επιζήσουμε. Σωστά; Και στο τέλος της ζωής πάλι, όταν γίνεσαι σαν εμένα, χρειάζεσαι τους άλλους για να επιζήσεις. Σωστά;»

Η φωνή του χαμήλωσε, έγινε ψίθυρος.

«Το μυστικό όμως είναι πως και στο ενδιάμεσο χρειαζόμαστε τους άλλους».

*Το απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο Κάθε Τρίτη με τον Μόρι του Mitch Albom. Κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Διόπτρα και στο www.dioptra.gr.

Διαβάστε τις πρώτες σελίδες του βιβλίου.

 

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Χάιντι Μαρτινίδου

martinidou haidiΜέλος της Διαχειριστικής ομάδας του PSYCHOLOGY.GR.
Επιμέλεια άρθρων, Υποστήριξη συνεργατών.