Η βία, ετυμολογικά, παραπέμπει στην έννοια κατάχρησης στης εξουσίας και στον εξαναγκασμό. Πρόκειται για πρωτόγονο στάδιο της επιθετικότητας με την μορφή επίθεσης που καταστρέφει οποιοδήποτε είδος συναλλαγής και συναναστροφής με τους άλλους.
Σε όλα τα μήκη και πλάτη του χρόνου και της ιστορίας του ανθρώπινου γένους, οι γυναίκες και τα παιδιά, αποτελούν τους μεγαλύτερους αποδέκτες αυτής της τάσης για βία. Δυστυχώς, η άσκηση και επιβολή της δεν περιορίζεται σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικο-οικονομικο-πολιτισμικό-πολιτικό σύστημα αλλά υπάρχει και συμβαίνει καθημερινά, απροκάλυπτα ή συγκεκαλυμμένα σε κάθε γωνιά αυτού του πλανήτη.
Όσον αφορά στις γυναίκες, δεν μιλάμε πλέον για κακοποίηση αλλά για ένα εγκληματολογικό και ανθρωπολογικό φαινόμενο που δόκιμα και διακριτά χαρακτηρίζεται ως γυναικοκτονία, όρος ο οποίος έχει καθιερωθεί επιστημονικά και έχει δοθεί από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων.
Γυναικοκτονία
Σύμφωνα μ' αυτόν τον ορισμό, γυναικοκτονία είναι: δολοφονίες γυναικών και κοριτσιών εξαιτίας του φύλου τους, οι οποίες διαπράττονται ή γίνονται ανεκτές τόσο από ιδιώτες όσο και από δημόσιους φορείς.
Ο όρος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, τον βασανισμό και τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα μισογυνισμού, τη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών ως «εγκλήματα για λόγους τιμής» και λοιπές μορφές δολοφονίας, τη στοχευμένη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων και περιπτώσεις γυναικοκτονίας οι οποίες συνδέονται με συμμορίες, το οργανωμένο έγκλημα, εμπόρους ναρκωτικών και την εμπορία γυναικών και κοριτσιών.
Ο όρος, έγινε ευρέως γνωστός και υιοθετήθηκε από την εγκληματολογία μετά το 1992, χάρη στο βιβλίο με τίτλο «Femicide: the politics of woman killing», μια συλλογή δοκιμίων που επιμελήθηκαν από κοινού η ακαδημαϊκός Jill Radford και η εγκληματολόγος Diana E. H. Russell.
Η γυναικοκτονία, συνιστά αδίκημα που επί πολλά χρόνια συγκαλύπτονταν πίσω από τα εγκλήματα τιμής και στην πρόσφατη ιστορία πίσω από τα εγκλήματα πάθους, τα οποία απανθρωποιούν την γυναίκα, της αφαιρούν δηλαδή σκέψεις, αισθήματα, βούληση, ικανότητες, φιλοδοξίες και την μειώνουν σε θέση αντικειμένου-ηδονής, αναπαραγωγής, κέρδους, ιδιοκτησίας- γιατί ένα αντικείμενο είναι στατικό, παθητικό και πάντα διαθέσιμο.
Και εδώ είναι που οι βαθιές ρίζες αυτού του φαινομένου, φθάνουν και αναδεικνύουν συνάμα το πυρηνικό του αίτιο: τις διαρθρωτικές ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων που εμφανίζονται σε κάθε κοινωνία.
Αρχετυπικά θα λέγαμε, ο έλεγχος των γυναικών αποτελεί την κύρια επιδίωξη των ανδρών που σκοπό έχουν να τις υποτάξουν και να τις περιορίσουν στην ιδιωτική σφαίρα, προκειμένου να μη διακυβευτούν τα πατριαρχικά κεκτημένα τους.
10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς (Νοέμβριος 2024 – Απρίλιος 2025) | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για εγγραφές που θα γίνουν έως Κυριακή 17 Νοεμβρίου. Με αυτό το κόστος, έχετε πρόσβαση στο σύνολο των 10 σεμιναρίων που θα διεξαχθούν.
Ο ανδροκεντρικός χαρακτήρας των κοινωνιών σε συνδυασμό με την συστηματική παράλειψη του κρατικού μηχανισμού, ως προς την περιφρούρηση των δικαιωμάτων των γυναικών, οδηγεί σε συμπεριφορές κακοποιητικές των ανδρών σε βάρος των γυναικών (Stark, 2007; Saunders, 1988; Walker, 1984).
Ενδοοικογενειακή κακοποίηση
Σύμφωνα με μελέτη του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εδρεύει στη Βιέννη της Αυστρίας (FRA, 2012), μία στις τρεις γυναίκες υποβάλλεται σε σωματική, ψυχολογική ή σεξουαλική κακοποίηση από τον σύντροφό της ή από κάποιο άγνωστο άτομο.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δίνει τον δικό του ορισμό για τη συντροφική βία (intimate partner Violence) την οποία ορίζει ως οποιαδήποτε συμπεριφορά στα πλαίσια μιας στενής σχέσης, η οποία προκαλεί σωματική, ψυχολογική ή σεξουαλική βλάβη σε αυτούς που διατηρούν τη σχέση.
Η Sanderson (2008), αναφέρει ότι ενδοοικογενειακή κακοποίηση είναι κάθε περιστατικό ή μοτίβο ελεγκτικής ή απειλητικής συμπεριφοράς, βίας ή κακοποίησης μεταξύ ενηλίκων που είναι ή έχουν υπάρξει σύντροφοι ή μέλη της ίδιας οικογένειας, άσχετα από το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την αναπηρία, τη φυλή ή το θρήσκευμα.
Η κακοποιητική συμπεριφορά χρησιμοποιείται σε μια προσπάθεια να ελεγχθεί ο σύντροφος στα πλαίσια των δικαιωμάτων του θύτη και μπορεί να έχει πολύ σοβαρές και μακροχρόνιες συνέπειες στην αίσθηση του ατόμου για τον εαυτό του, την υγεία και την αυτονομία του.
Ψηφιακό Marketing για Ψυχολόγους: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Η σωματική κακοποίηση χρησιμοποιείται συχνά σαν καταναγκαστικός έλεγχος, για να εδραιώσει τον φόβο με σκοπό την κυριαρχία του θύτη, για να διασφαλίσει την υποταγή του θύματος, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον τρίτων- ιδίως των παιδιών- με σκοπό να ελέγχεται ο σύντροφος.
Τα πολλά πρόσωπα της βίας
Η κακοποίηση παίρνει συγκεκριμένες μορφές και κάθε μια έχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της:
- σωματική βία κυμαίνεται από σπρωξιές, μώλωπες, γροθιές έως βιασμό, σωματική παραμόρφωση, ακρωτηριασμό γεννητικών οργάνων (παραδοσιακές πρακτικές), φόνο.
- ψυχολογική βία κυμαίνεται από ταπείνωση έως σοβαρή ψυχολογική βλάβη και έκπτωση του θύματος στην κοινωνική του λειτουργικότητα. Μπορεί να λειτουργεί ανεξάρτητα ή συμπληρωματικά προς τη σωματική βία.
- λεκτική βία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ψυχολογική βία και εμπεριέχει ένα ευρύ φάσμα συμπεριφορών. Έχει συμβολικό χαρακτήρα και περιλαμβάνει πράξεις ενεργητικές όπως: λεκτική – ενεργητική ή μη λεκτική – ενεργητική ή μια νεκρική σιγή (μη λεκτική – παθητική) από την πλευρά του δράστη.
- παραμέληση αφορά στη στέρηση βασικών και θεμελιωδών δικαιωμάτων του θύματος (στέρηση ελευθερίας, οικονομική στέρηση και εξάρτηση, έλλειψη φροντίδας για τις συναισθηματικές ανάγκες του θύματος κτλ.
- οικονομική ανέχεια, είναι μια μορφή ελέγχου που μπορεί να είναι ψυχολογικής φύσεως και σκοπός της είναι να δημιουργήσει εξάρτηση, κατάσταση που μειώνει τις πιθανότητες διαφυγής της εξαρτώμενης (Walker, 1994).
Ψυχική απόκριση στο τραύμα
Το πλέον κοινό και σύνηθες προσωπείο της βίας, είναι ότι αυτή ασκείται από ένα αγαπητό πρόσωπο. Βαθιά τραυματική συνθήκη την οποία ο ψυχισμός «αυτού που αγαπιέται» προσπαθεί να αντιμετωπίσει μέσω συγκεκριμένων μηχανισμών, σκοπός των οποίων είναι η προστασία από την ψυχική κατάρρευση.
Η άρνηση για παράδειγμα, χρησιμοποιείται ως αποσύνδεση του ψυχισμού από την πραγματικότητα και από συναισθήματα που δεν μπορούν εκφραστούν λόγω φόβου, ενώ η εκλογίκευση ως πιο οργανωμένος μηχανισμός, χρησιμοποιείται από το άτομο για να «δικαιολογήσει» εσωτερικά το γεγονός ότι υφίστανται μια κατάσταση από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει (Walker, 1994).
Σύνδρομο επίκτητης αδυναμίας και Σύνδρομο Στοκχόλμης
Το άτομο που ζει σε συνθήκες βίας, βρίσκεται σε ένα συνεχές σωματικού stress και ψυχικού άγχους. Στη φύση, σε κάθε ζωντανό οργανισμό που δέχεται επίθεση, ενεργοποιείται o αυτόνομος μηχανισμός του «fight-flight or frozen» δηλαδή «πάλη-φυγή» ή πάγωμα. Το ίδιο σχήμα σωματικής αντίδρασης λειτουργεί και στην κακοποίηση, μόνο που σε αυτή την περίπτωση επειδή οι επιθέσεις είναι επαναλαμβανόμενες και συχνές, κάμπτονται οι αντιστάσεις και το θύμα «μαθαίνει» ότι δεν έχει νόημα να αντισταθεί, ούτε υπάρχει ελπίδα να διαφύγει.
Έχει μόνο μία επιλογή, να παγώσει ώστε να αποφύγει την επίθεση, τον σωματικό πόνο ή και τον θάνατο του. Η συμπεριφορά αυτή η οποία παρατηρήθηκε στα πειραματόζωα, περιγράφεται ως Σύνδρομο επίκτητης αδυναμίας, ή αβοηθησίας (W. Lenore, 1997).
Ένα άλλο στοιχείο που έχει παρατηρηθεί στις κακοποιητικές σχέσεις που διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα είναι η ανάπτυξη ενός συναισθηματικού δεσμού εξάρτησης ανάμεσα στο θύτη και θύμα.
Πρόκειται για το Σύνδρομο της Στοκχόλμης το οποίο πήρε την ονομασία του από το φαινόμενο που παρατηρήθηκε το 1973 στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, σε ομήρους μιας τραπεζικής ληστείας, οι οποίοι δημιούργησαν συναισθηματικό δέσιμο με τους θύτες τους, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να τους υπερασπιστούν μετά την απελευθέρωσή τους (Cantor, 2009).
Το σύνδρομο της Στοκχόλμης μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή τραυματικής συγκόλλησης η οποία δεν απαιτεί απαραιτήτως ένα σενάριο ομηρείας, αλλά περιγράφει ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς που αναπτύσσονται μεταξύ δύο ατόμων, όπου ένα πρόσωπο παρενοχλεί περιοδικά, απειλεί, κακοποιεί, εξαναγκάζει ή εκφοβίζει το άλλο.
Στρατηγική επιβίωσης στο σύνδρομο της Στοκχόλμης
Μια συχνά χρησιμοποιούμενη υπόθεση για να εξηγήσει το φαινόμενο του συνδρόμου της Στοκχόλμης, βασίζεται στη φροϋδική θεωρία. Προτείνει ότι η σύνδεση (του θύματος με τον θύτη) είναι αντίδραση του ατόμου στο τραύμα του, αντίδραση στο να γίνει θύμα. Η ταύτιση με τον επιτιθέμενο είναι ένας τρόπος που το ίδιο το «εγώ» υπερασπίζεται τον εαυτό του. Όταν ένα θύμα πιστεύει τις ίδιες αξίες με τον επιτιθέμενο, αυτός παύει να γίνεται αντιληπτός ως απειλή (Freud, 1978).
Το συναισθηματικό δέσιμο με το θύτη αποτελεί στην ουσία μια στρατηγική επιβίωσης για τον άνθρωπο που έγινε θύμα κακοποίησης.
Η αντίδραση του ψυχολογικού δεσμού με τον θύτη μπορεί να εντοπιστεί και σε ερωτικές ή οικογενειακές σχέσεις, όπου ένα μέλος είναι το θύμα και το άλλο θύτης (S. Minu, & A. Shetty, 2015).
Το άτομο που γίνεται θύμα φέρεται, κατά κάποιον τρόπο και εντελώς ασυνείδητα, με τον τρόπο που θα λειτουργούσε κι ένα βρέφος προκειμένου να επιβιώσει. Το βρέφος, δημιουργεί συναισθηματικό δεσμό με έναν ενήλικα προκειμένου να μεγιστοποιήσει τις πιθανότητές του να το φροντίσει αυτός ο ενήλικας κι έτσι να επιβιώσει. Βάσει ενός ανάλογου μηχανισμού, το θύμα αναπτύσσει έναν συναισθηματικό δεσμό ή ψυχολογικό δέσιμο με το θύτη του, γιατί αυτός είναι ένας τρόπος να αυξήσει τις πιθανότητές του να επιβιώσει (Freud, 1978; Jameson, 2010).
Η ψυχολογική αντίδραση του συναισθηματικού δεσίματος δεν χαρακτηρίζει κάθε περίπτωση ομηρίας ή σχέσης κακοποίησης αλλά η εμφάνιση φαίνεται να καθορίζεται από την:
α) αίσθηση του θύματος ότι υπάρχει απειλή στην φυσιολογική ή ψυχολογική επιβίωση του ατόμου και η πεποίθηση ότι ο θύτης θα εκτελέσει την απειλή του,
β) την αίσθηση ότι υπάρχει μια έστω και μικρή καλοσύνη από τον θύτη προς το θύμα,
γ) την απομόνωση του θύματος από τη γνώμη άλλων ατόμων εκτός από του θύτη και τέλος την αίσθηση ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση (Machenzie, 2004)
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι η βία σε όλες τις εκφράσεις της, δημιουργείται και αναπαράγεται σε συνθήκες απανθρωπισμού διότι μόνο έτσι μπορεί να ασκηθεί άκαμπτα, βάναυσα, πληγωτικά. Διαπιστώσαμε, βάση μελετών και διεθνούς βιβλιογραφίας, ότι βία απέναντι στις γυναίκες αποτελεί πατριαρχικό κατάλοιπο ενός συστήματος όπου Θεοί, Πατέρες, πατέρες και εραστές, ηγέτες και κουλτούρες ευνούχισαν στην κυριολεξία την θηλυκή αρχή με μοναδικό σκοπό τον έλεγχο της. Ελέγχω αυτό που φοβάμαι και φοβάμαι ότι απειλεί την θεμελιακή μου ύπαρξη.
Όμως κάθε σύστημα που χτίζεται στην εκμετάλλευση και τον εξαναγκασμό δεν μπορεί παρά να αναμένει την νομοτελειακή κατάρρευση του. Είναι αλήθεια, ένα σαθρό σύστημα γκρεμίζεται και γκρεμίζεται χάρη στον θόρυβο από όλες τις φωνές εκείνων των πλασμάτων που πλήγωσε πολύ και κάποιες φορές πλήγωσε θανάσιμα. Όλες εκείνες τις φωνές που λένε ότι η θυσία τους θα πρέπει να αποκτήσει νόημα. Μόνο έτσι το αναγκαίο μπορεί να γίνει εφικτό!
Βιβλιογραφία
Cantor, C. (2009). Post-traumatic stress disorder: evolutionary perspectives. Australian & New Zealand Journal of Psychiatry, 43(11), 1038-1048.
Freud A. (1978). To Εγω και οι μηχανισμοί άμυνας. Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη.
Garcia-Moreno, C., Jansen, H. A., Ellsberg, M., Heise, L., & Watts, C. (2005). WHO multi country study on women's health and domestic violence against women: initial results on prevalence, health outcomes and women's responses. World Health Organization.
Jameson, C. (2010). The “short step” from love to hypnosis: A reconsideration of the Stockholm syndrome. Journal for Cultural Research, 14(4), 337-355.
Lenore, W. (1997). Όταν η αγάπη σκοτώνει. Αθήνα, Εκδόσεις, Φυτράκης.
McKenzie, I. K. (2004). The Stockholm syndrome revisited: Hostages, relationships, prediction, control and psychological science. Journal of Police Crisis Negotiations, 4(1), 5-21.
Minu, S., & Shetty, A. (2015). A comparative study of image change detection algorithms in matlab. Aquatic procedia, 4, 1366-1373.
Radford, J., & Russell, D. E. (Eds.). (1992). Femicide: The politics of woman killing. Twayne Publishers.
Sanderson, C. (2008). Counselling survivors of domestic abuse. London, England: Jessica
Saunders, D. G. (1988). Wife abuse, husband abuse or mutual combat? A feminist perspective on the empirical findings. In K. Yllo & M. Bograd (Eds.). Feminist perspectives on wife abuse. Newbury Park, CA: Sage.
Stark, E. (2007). Coercive control: How men entrap women in personal life. New York: Oxford University Press.
Ιστοσελίδες
eige.europa.eu/el/taxonomy/.
fra.europa.eu/en/publications-and-resources/, (15 July 2021).
www.who.int/, (15 July 2021).
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Σωματική Ψυχοθεραπεύτρια.
Μέλος της PESOPS & EABP.