Ακρόαση άρθρου......

Για πρώτη φορά γίνεται επιστημονικός λόγος για την ανορεξία στην βρεφική ηλικία το 1983, όταν οι Chatoor και Egan περιγράφουν μια ομάδα περιπτώσεων παιδιών που μόλις έχουν ξεκινήσει να περπατούν, και τα οποία εμφανίζουν άρνηση στην τροφή.

Αρχικά, αυτή η διατροφική διαταραχή ονομάστηκε διαταραχή αποχωρισμού λόγω του ότι συνέπιπτε χρονικά με την αναπτυξιακή περίοδο κατά την οποία εμφανίζεται το άγχος αποχωρισμού και ξεκινάει η ατομικοποίηση/αυτονομία του βρέφους.

Ωστόσο, στη συνέχεια, λόγω των μεγάλων ομοιοτήτων με την ψυχογενή ανορεξία στην εφηβική ηλικία, αυτή η ιδιαίτερη διατροφική διαταραχή ονομάστηκε βρεφική ανορεξία (Chatoor, Hirsch, Ganiban, Persinger, & Hamburger, 1998. Chatoor, Hirsch & Persinger, 1997).

Υπολογίζεται ότι μέχρι και το 25% περίπου των βρεφών με κανονική/τυπική ανάπτυξη εμφανίζουν διατροφικά προβλήματα στα οποία περιλαμβάνεται και η άρνηση τροφής ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα βρέφη με αναπτυξιακές διαταραχές κυμαίνεται από 35 έως και 80%.

Ειδικότερα, κάτω από την ηλικία του ενός έτους αναφέρεται ότι το 1 με 2% των βρεφών εκδηλώνουν σοβαρή άρνηση τροφής χωρίς εμφανή ιατρική αιτία καθώς επίσης φτωχή ανάπτυξη, χαμηλό βάρος σώματος και είναι επιρρεπή στις μολύνσεις. Στην ηλικία των 4 ετών, για το 71% αυτών των βρεφών, οι γονείς αναφέρουν ότι συνεχίζουν να εμφανίζουν σημαντικά προβλήματα διατροφής.

Η βρεφική ανορεξία φαίνεται να είναι ισότιμα κατανεμημένη ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια καθώς και ανάμεσα σε όλες τις φυλετικές ομάδες (Chatoor, Hirsch & Persinger, 1997.  Kay  & Tasman, 2006).

Η διατροφή του βρέφους εώς τα 2 πρώτα χρόνια της ζωής: Online ασύγχρονο Σεμινάριο στην πλατφόρμα του PSYVERSITY . Απευθύνεται σε Επαγγελματίες Υγείας, υποψήφιους Γονείς και σε Γονείς με παιδιά ηλικίας έως 2 ετών. Παρακολουθήστε από τον υπολογιστή ή το κινητό τηλέφωνο σας, στον χρόνο που εσείς επιλέγετε!

Διαγνωστικά κριτήρια βρεφικής ανορεξίας

Τα διαγνωστικά κριτήρια της ανορεξίας στη βρεφική ηλικία είναι τα ακόλουθα:

α) επίμονη άρνηση φαγητού, που μπορεί να περιλαμβάνει και στερεά τροφή, από το βρέφος τουλάχιστον για 1 μήνα με χρονικό σημείο έναρξης ή σοβαρής χειροτέρευσης πριν την ηλικία των 3 ετών και συνηθέστερα την περίοδο της μετάβασης στη χρήση κουταλιού ή της αυτόνομης θρέψης μεταξύ των 6 και 18 μηνών,

β) Οξύς και/ή χρόνιος υποσιτισμός,

ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

γ) το βρέφος δεν επικοινωνεί σημάδια πείνας, δεν δείχνει ενδιαφέρον για την τροφή αλλά δείχνει ισχυρό ενδιαφέρον στην εξερεύνηση και/ή στην αλληλεπίδραση με τον φροντιστή,

δ) σημαντική μειονεξία στην ανάπτυξη και στην αύξηση βάρους,

ε) έντονο γονικό ενδιαφέρον για την φτωχή πρόσληψη φαγητού από το βρέφος, η οποία μπορεί να εκφράζεται με ολόκληρα “τελετουργικά” ή καλοπιάσματα προς το βρέφος προκειμένου να το ενθαρρύνουν να φάει περισσότερο, με το να επιτρέπουν ή να εισάγουν κατά τη διάρκεια της σίτισης περισπασμούς ή στιγμές παιχνιδιού, με το να ταΐζουν το βρέφος συχνά ακόμα και κατά τη διάρκεια της νύχτας, με το να προσφέρουν στο βρέφος διάφορα είδη τροφίμων, με το να εκφράζουν ανησυχία ή απογοήτευση και/ή με το να αναγκάζουν το βρέφος να φάει (τουλάχιστον δύο από τα προαναφερόμενα απαιτούνται),

Διαβάστε ακόμη το άρθρο: Τι χρειάζεται να γνωρίζουμε για τις Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής

στ) η παρατήρηση των αλληλεπιδράσεων μητέρας/βρέφους κατά τη διάρκεια του φαγητού αποκαλύπτει έντονη διαμάχη που εκφράζεται από την άρνηση του βρέφους για φαγητό και από το αρνητικό συναίσθημα των γονέων και/ή από τα σχόλιά τους σχετικά με την άρνηση του βρέφους να φάει. Η δυάδα μπορεί να αποφεύγει την ανοιχτή σύγκρουση μέσα από τη συζήτηση ή τους περισπασμούς κατά τη διάρκεια της του φαγητού,

ζ) δεν υπάρχει ιστορικό τραυματικών γεγονότων που να προηγείται της άρνησης φαγητού,

ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR

Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.

η) η άρνηση φαγητού δεν οφείλεται δευτερογενώς σε γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση ή σε άλλη ιατρική κατάσταση.

Τα προαναφερόμενα δυσπροσαρμοστικά αλληλεπιδραστικά μοτίβα, στο διαγνωστικό κριτήριο στ), που αναπτύσσονται ανάμεσα στο βρέφος και στον φροντιστή του εδραιώνονται πολύ γρήγορα και φαίνεται να συντηρούν την διαταραχή (Ammaniti, Lucarelli,  Cimino, D’Oliompio & Chatoor, 2010. Chatoor, Hirsch, Ganiban, Persinger & Hamburger, 1998.  Chatoor, Hirsch & Persinger, 1997. Kay  & Tasman, 2006).

Διαβάστε ακόμη το άρθρο: Βουλιμική κατάθλιψη: βους και λιμός που γεμίζει το κενό...

Διαφοροδιάγνωση μεταξύ βρεφικής ανορεξίας και άλλων διατροφικών διαταραχών

Είναι, βέβαια, πολύ σημαντικό να μπορεί γίνει διαφοροδιάγνωση ανάμεσα στη βρεφική ανορεξία και σε άλλες διατροφικές διαταραχές που εμφανίζονται επίσης κατά την βρεφική και την πρώιμη νηπιακή ηλικία.

Έτσι, λοιπόν, η βρεφική ανορεξία διαφέρει από την διατροφική διαταραχή ομοιόστασης η οποία εμφανίζεται αμέσως μετά την γέννα, και από την διατροφική διαταραχή προσκόλλησης/δεσμού  η οποία ξεκινάει μεταξύ των 2 και 8 μηνών και χαρακτηρίζεται από μητρική κατάθλιψη ή άλλη μητρική ψυχοπαθολογία που οδηγεί σε μη συναισθηματική διαθεσιμότητα της μητέρας και παραμέληση του βρέφους.

Η αλληλεπίδραση μητέρας-βρέφους στη διατροφική αυτή διαταραχή χαρακτηρίζεται από φτωχή αμοιβαιότητα στη δυαδική αλληλεπίδραση αλλά όχι από δυαδική σύγκρουση ή συζητήσεις και περισπασμούς κατά τη διάρκεια του φαγητού, στοιχεία που, όπως είδαμε, χαρακτηρίζουν την βρεφική ανορεξία.

Τα διαγνωστικά κριτήρια της βρεφικής ανορεξίας διαφοροποιούνται σημαντικά και από την μετατραυματική διατροφική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την άρνηση του βρέφους απέναντι στο μπουκάλι ή σε στερεά τροφή, κάτι που εξαρτάται από εκείνο το σκεύος σίτισης ή τον τύπο της διατροφής που το βρέφος έχει συνδέσει με ένα τραυματικό γεγονός το οποίο και πυροδοτεί την άρνηση φαγητού.

Αυτά τα βρέφη δείχνουν υψηλά επίπεδα προκαταβολικού άγχους πριν τα γεύματα, καθώς αρχίζουν να κλαίνε στην όψη και μόνο του “τραυματικού διατροφικού στοιχείου”. Το ιστορικό τραύματος και το προκαταβολικό άγχος είναι τα βασικά στοιχεία διαφοροποίησης από την βρεφική ανορεξία.

Τέλος, ιδιαίτερα λεπτή είναι η διάκριση ανάμεσα στη διατροφική διαταραχή Pica και την βρεφική ανορεξία καθώς παρατηρείται σοβαρή αλληλοεπικάλυψη όσον αφορά σοβαρά συμπτώματα, όπως  άρνηση φαγητού (στο Pica βέβαια συχνή είναι και η επιλεκτική άρνηση φαγητού), η γονική ανησυχία για την φτωχή πρόσληψη φαγητού από το βρέφος, η σύγκρουση μητέρας-βρέφους, οι συζητήσεις και οι περισπασμοί κατά τη διάρκεια του φαγητού.

Σε αυτήν την περίπτωση, λοιπόν, η παρουσία του κριτηρίου για οξύ και/ή χρόνιο υποσιτισμό που χαρακτηρίζει μόνο την βρεφική ανορεξία, θα καθορίσει τη διάγνωση (Chatoor, Hirsch, Ganiban, Persinger & Hamburger, 1998. Kay  & Tasman, 2006). 

Προγεννητική-Περιγεννητική περίοδος & Διατροφικές Διαταραχές: Online ασύγχρονο σεμινάριο στην πλατφόρμα του PSYVERSITY! Αποκτήστε το σεμινάριο και παρακολουθήστε το από τον υπολογιστή ή το κινητό τηλέφωνο σας, στον χρόνο που εσείς επιλέγετε!

Διαβάστε ακόμη το 2ο μέρος της ενότητας με τίτλο: Βρεφική Ανορεξία: Παράγοντες Κινδύνου, Ψυχοπαθολογία Μητέρας

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Ammaniti, M., Lucarelli, L., Cimino S., D’Oliompio, F., & Chatoor, I. (2010). Maternal Psychopathology  and Child Risk Factors in Infantile Anorexia. International Journal of Eating Disorders, 43, 233-240.
2. Chatoor, I., Hirsch, R., Ganiban, J., Persinger, M., & Hamburger, E. (1998). Diagnosing Infantile Anorexia: The Observation of Mother-Infant Interactions. Journal of the American Academy of Child and Adolescent Psychiatry, 37, 959-967.
3. Chatoor, I., Hirsch, R., & Persinger, M. (1997). Facilitating Internal Regulation of Eating: A Treatment Model for Infantile Anorexia. Infants and Young Children, 9, 12-22.
4. Kay, J., & Tasman, A. (2006). Childhood Disorders: Feeding and Other Disorders of Infancy or Early Childhood. Essentials of Psychiatry, 5, 331-340.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Μπάμπαλου Χριστίνα Ελένη: έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στον επαγγελματικό κατάλογο ειδικών παρέχονται από τους ίδιους τους ειδικούς, κατά την εγγραφή τους στο σύστημα. Όταν βλέπετε την ένδειξη «έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology”, σημαίνει ότι το Psychology έχει ελέγξει, με email, τηλεφωνικά ή/και με λήψη των σχετικών εγγράφων, τα ακόλουθα στοιχεία:

  • Ότι ο ειδικός είναι υπαρκτό πρόσωπο.
  • Ότι τα πτυχία οι τίτλοι και οι εξειδικεύσεις που αναφέρει είναι αληθινά.
  • Ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ισχύουν.

Ψυχολόγος, Τμήμα Ψυχολογίας, Α.Π.Θ. (Υπότροφος ΙΚΥ). MSc Αναπτυξιακή/Εξελικτική & Σχολική Ψυχολογία, Α.Π.Θ. (Υπότροφος Ωνάσειου Ιδρύματος). Μεταπτυχιακή Εξειδίκευση στην Αξιολόγηση & Ψυχοπαιδαγωγική Υποστήριξη Παιδιών με Δυσκολίες Μάθησης & Προσαρμογής (Ειδικές Ανάγκες), Παν/μιο Μακεδονίας. Ευρωπαϊκό Πιστοποιητικό Ψυχοθεραπείας (ECP), Συστημική Ψυχοθεραπεία, Τραυματοθεραπεία-EMDR, DBR