«Δυσκολεύομαι να περιμένω τη σειρά μου και διακόπτω συχνά συζητήσεις. Στο σχολείο ξεχνάω ή δεν ακούω τις οδηγίες της δασκάλας.
Σηκώνομαι από το θρανίο μου και περπατάω μέσα στην τάξη. Χάνω τα πράγματά μου και δυσκολεύομαι να βάλω σε τάξη τις εργασίες και τις δραστηριότητες μου. Γενικά κουράζομαι και απογοητεύομαι εύκολα…».
Αυτά είναι τα λόγια του Γιάννη, ενός παιδιού με Δ.Ε.Π.Υ που προσπαθεί να περιγράψει τον εαυτό του. Λόγω αυτής του της συμπεριφοράς βρίσκεται συχνά αντιμέτωπος με τον χλευασμό, την περιθωριοποίηση, τις συγκρούσεις και συνεπαγόμενα, με το φαινόμενο του κοινωνικού αποκλεισμού. Τυχόν σχόλια προς το πρόσωπο του αποτελούν καθημερινότητα τόσο για τον ίδιο όσο και τους οικείους του σε σημείο, που φαίνεται να εγείρει σημαντικούς προβληματισμούς αναφορικά με την διαβίωση του εντός του γενικότερου κοινωνικού πλαισίου.
Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (Δ.Ε.Π.Υ), διεθνώς γνωστή και ως Attention Deficit Hyperactivity Disorder (ADHD) είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς της παιδικής -και όχι μόνο- ηλικίας.
Χαρακτηρίζεται από υπερκινινητικότητα, ελλειπή προσοχή και παρορμητικότητα εκτός του φυσιολογικού που προσδιορίζουν τον μέσο όρο της κάθε ηλικιακής βαθμίδας δημιουργώντας έτσι, πλήθος λειτουργικών προβλημάτων στο άτομο. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, ως διαταραχή διαπιστώνεται πως έχει νευροαναπτυξιακή και ψυχολογική βάση ωστόσο, υφίσταται διχασμός της κοινής γνώμης ως προς το αν είναι επίκτητη ή έγκειται στην ανθρώπινη φύση συμπεριλαμβανομένης και της κληρονομικότητας.
Παράλληλα υποστηρικτές του βιολογικού ντετερμινισμού, εξετάζουν την συσχέτιση της αναφερόμενης διαταραχής με δυσλειτουργίες στους μετωπιαίους λοβούς όπου κατά 70% φέρεται να κληρονομούνται από γενιά σε γενιά και έχουν ως αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να αδυνατεί να εστιάσει την προσοχή του σε κάτι συγκεκριμένο.
Το 20 με 30% των πιθανοτήτων αποδίδεται σε περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς παράγοντες όπως νόσοι του εγκεφάλου (π.χ. εγκεφαλίτιδα), σε σοβαρούς τραυματισμούς, στην υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ, στο κάπνισμα, στο άγχος αλλά και σε βαρεία μέταλλα.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι, πάρα τις τεράστιου μεγέθους έρευνες και αναλύσεις που έχουν διεξαχθεί τις τελευτές δεκαετίες, δεν έχει εξακριβωθεί πλήρως η κύρια πηγή πρόκλησης της αναφερόμενης διαταραχής.
Συχνά φαίνεται να διαψεύδονται ακόμη και τα ήδη υπάρχοντα δεδομένα όπως αυτό του βιολογικού συντελεστή ενώ, πολλές φορές τα χαρακτηριστικά της τείνουν να συγχέονται με άλλες διαταραχές, καθιστώντας συνάμα το έργο των ερευνητών μια δυσεπίλυτη κατάσταση.
Ιστορική αναδρομή
10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς (Νοέμβριος 2024 – Απρίλιος 2025) | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για εγγραφές που θα γίνουν έως Κυριακή 17 Νοεμβρίου. Με αυτό το κόστος, έχετε πρόσβαση στο σύνολο των 10 σεμιναρίων που θα διεξαχθούν.
Η πρώτη ανεπίσημη αναφορά στην Δ.Ε.Π.Υ, έγινε το 1845 από τον Γερμανό ψυχίατρο Heinrich Hoffmann, στην προσπάθεια του να περιγράψει την συμπεριφορά ενός μικρού αγοριού με συμπτωματολογία όμοια με εκείνη που υπόκειται στη εν λόγω διαταραχή. Το γνήσιο ενδιαφέρον του ίδιου για άτομα με παρόμοια χαρακτηριστικά, τον ώθησαν να δημιουργήσει ένα βιβλίο με τίτλο «The story of Fidgety Phil», σύγγραμμα όπου θεωρήθηκε τεράστια καινοτομία της φερόμενης εποχής.
Εν συνεχεία και μέχρι το 1960 ελάχιστες ήταν οι έρευνες που διεξήχθηκαν αποσκοπώντας στην αναζήτηση των αιτιών της διαταραχής ενώ, έως και πρόσφατα τα αίτια της φαίνεται ότι αποδίδονταν σε βλάβες στον εγκέφαλο κατά την διάρκεια της ζωής του ατόμου και πολύ περισσότερο κατά την γέννηση του.
Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα αυτά, προκύπτει πως παλαιότερες ονομασίες, όπως αυτή της «ελάχιστης εγκεφαλικής βλάβης-minimal brain damage» και της «ελάχιστης εγκεφαλικής δυσλειτουργίας-minimal brain dysfunction» δικαιολογούνται εν μέρη. Ονομασίες που πλέον έχουν ανακαλεστεί και αντικατασταθεί από την «διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας» καθώς θεωρήθηκαν ατελείς στο να περιγράψουν τον φαινότυπο της διαταραχής.
Το 1980 μέσω της συνοσηρότητας της ελλειμματικής προσοχής με την υπερκινητικότητα, αλλά και σε συνδυασμό με την εξέλιξη των επιστημών όπως της ψυχολογίας και της ιατρική αποδόθηκε η έννοια της Δ.Ε.Π.Υ που υφίσταται μέχρι και σήμερα. Ως διαταραχή είναι από τις πιο συνηθισμένες καθώς, σύμφωνα με έρευνες το 7% του παγκοσμίου πληθυσμού παρουσιάζει στοιχεία της κατά την περίοδο της πρώιμης παιδικής ηλικίας όπου θα συνοδεύσουν το άτομο και στην μετέπειτα ενήλικη ζωή του.
Οι κατηγορίες της Δ.Ε.Π.Υ:
Το 1959 καταγράφεται η πρώτη επίσημη αναφορά στην διαταραχή από το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM) της αμερικανικής ψυχιατρικής εταιρείας. Το εγχειρίδιο αυτό περιγράφει με λιτότητα και σαφήνεια το πλήθος των νοητικών διαταραχών ενώ, αποτελείται από πέντε τόμους με την τελευταία αναθεωρημένη έκδοση του να τοποθετείται στης 13 Μαΐου του 2013 με τίτλο “DSM-5”.
Ψηφιακό Marketing για Ψυχολόγους: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Εκ παραλλήλου, το 1994 το DSM-IV όρισε και παρουσίασε τρείς βασικές εκφάνσεις της Δ.Ε.Π.Υ σε αντιστοιχία με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
Η πρώτη κατηγορία περιγράφει τον «συνδυασμένο τύπο» όπου, το άτομο παρουσιάζει υπερκινητικότητα και απροσεξία σε βαθμό τέτοιο ώστε να έχει τεράστια έκπτωση στην λειτουργικότητα του.
Έπειτα ακολουθεί ο «απρόσεκτος τύπος» όπου το παιδί/ενήλικας εμφανίζει από μικρή έως και ανύπαρκτη υπερκινητικότητα αλλά σημαντική ελλειμματική προσοχή σε δυσλειτουργικό για το/τον ίδιο βαθμό. Ο αναφερόμενος αυτός τύπος αποτελεί συχνά τον/την απρόσεκτο/η, αγχωμένο/η, και ονειροπόλο/η μαθητή/τρια μίας τάξης.
Μετά ακολουθεί ο «υπερκινητικός- παρορμητικός τύπος», όπου ο/η φερόμενος/η ασθενής παρουσιάζει μια ασύμβατη με το αναπτυξιακό του επίπεδο υπερκινητικότητα. Συχνά εμφανίζεται ως το ζωηρό και ενεργητικό παιδί ενός τμήματος.
Τέλος αν και οι πλειονότητα των ατόμων κατατάσσεται σε αυτές τις τρείς καίριες κατηγορίες, πολλοί ερευνητές και αναπτυξιολόγοι κάνουν λόγο για έναν τύπο «μη προσδιοριζόμενο αλλιώς» όπου, άνθρωποι με απροσεξία και υπερκινητικότητα συμπεριλαμβάνονται χωρίς ωστόσο να έχουν καθαρά σημάδια της Δ.Ε.Π.Υ.
Χαρακτηριστικά ατόμων με Δ.Ε.Π.Υ:
Τα άτομα με Δ.Ε.Π.Υ εκδηλώνουν συμπτώματα απροσεξίας, παρορμητικότητας και υπερκινητικότητας σε σημείο που δεν συμβαδίζει με την ηλικιακή τους κλίμακα, δημιουργώντας τους τις περισσότερες φορές προβλήματα στην λειτουργικότητα τους αλλά και τις κοινωνικές τους σχέσεις.
Πιο αναλυτικά, η απροσεξία φανερώνεται σε καταστάσεις όπου απαιτούν την ενεργοποίηση του μηχανισμού συγκέντρωσης του παιδιού όπως για παράδειγμα, μια σχολική εργασία ή κατά την ακρόαση ενός παραμυθιού. Επιπρόσθετα πολλές φορές ο «απρόσεκτος» αυτός τύπος εμφανίζει τάση για μη ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων που καταπιάνεται και η μεταπήδηση του σε κάποια άλλη αφήνοντας ημιτελή την προηγούμενη.
Ακόμη συχνό είναι το ενδεχόμενο, να μην παρακολουθούν τις οδηγίες για την επίλυση μιας δραστηριότητας με αποτέλεσμα άλλες φορές να είναι εκτός θέματος και άλλες να προβαίνουν στην διατύπωση μιας αρκετά πρόχειρης απάντησης. Επιπρόσθετα, ενδέχεται να διακόπτει τον ομιλητή παρεμβάλλοντας δικές του σκέψεις και ιδέες, σχετικές αλλά και μη με το ομιλούμενο θέμα.
Αναφορικά με την δεύτερη έκφανση της Δ.Ε.Π.Υ και πιο συγκεκριμένα με αυτή της υπερκινητικότητας, το παιδί φαίνεται να παρουσιάζει μία αδικαιολόγητη κινητικότητα σε σημείο πολλές φορές μη διαχειρίσιμο από τα οικεία πρόσωπα του.
Ακόμη, το άτομο εμφανίζει αδυναμία να παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα στην θέση του π.χ. καρέκλα, και όταν εξαναγκάζεται λόγω συνθηκών να το κάνει επιλέγει να εξωτερικεύσει την ενέργεια του με νευρικές και απότομες κινήσεις π.χ. κουνάει τα πόδια του. Κατά την διάρκεια του παιχνιδιού τα παιδιά με αναπτυγμένο τον υπερκινητικό τύπο προτιμούν να σκαρφαλώνουν ή να τρέχουν από το να ασχοληθούν με πιο στατικά παιχνίδια όπως οι εγκιβωτισμοί.
Ένας/Μια μαθητής/τρια με υπερκινητικότητα είναι δύσκολα διαχειρίσιμος/η τόσο εντός του οικογενειακού όσο και του σχολικού πλαισίου.
Σε μία σχολική τάξη μπορεί να δημιουργήσει γρήγορα αναστάτωση και να εκνευρίσει πολλές φορές τους συμμαθητές του με την «φλυαρία» και την υπερκινητικότητα του.
Η παρορμητικότητα που μπορεί να επιδείξει (ως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της Δ.Ε.Π.Υ), ενδέχεται να οδηγήσει το άτομο σε ατυχήματα και δραστηριότητες που είτε αγνοεί είτε δεν σκέπτεται τις συνέπειες τους.
Κάποια δευτερεύοντα χαρακτηριστικά των ατόμων με Δ.Ε.Π.Υ όπου συνυπολογίζονται στη διάγνωση του εκάστοτε παιδιού είναι, η αδεξιότητα, οι διαταραχές στον ύπνο, η χαμηλή αυτό-εκτίμηση καθώς και το άγχος. Η ματαίωση και η πλήξη είναι επίσης κάποια από τα συμπτώματα της διαταραχής αυτής ενώ, ως απόρροια αυτών μπορεί να εμφανιστεί η τάση του ατόμου να παραιτείται από μια δραστηριότητα όπου πλέον δεν του κεντρίζει το ενδιαφέρον. Στις περιπτώσεις αυτές, απαραίτητη κρίνεται η παρουσία κάποιου ερεθίσματος το οποίο θα είναι ικανό να διεγείρει και να διασφαλίσει έστω και παροδικά την προσοχή του.
Η έννοια της συννοσηρότητας:
Η Δ.Ε.Π.Υ σπάνια εμφανίζεται μεμονωμένα στο άτομο καθώς, το 65% των πασχόντων έχει διαπιστωθεί πως φέρουν και κάποια άλλη συνοδή αναπτυξιακή η ψυχική διαταραχή.
Η κατάσταση αυτή, όπου δύο ή και παραπάνω διαταραχές συνυπάρχουν ταυτόχρονα στο ίδιο άνθρωπο ονομάζεται, συννοσηρότητα και αποτελεί συχνό φαινόμενο. Οι πιο γνωστές διαταραχές που μπορεί να συνοδεύσουν τη Δ.Ε.Π.Υ είναι, οι μαθησιακές δυσκολίες όπως η δυσλεξία ή η δυσορθογραφία, οι διαταραχές άγχους, οι διαταραχές συναισθήματος καθώς και αναπτυξιακές δυσκολίες όπως η μη ικανότητα συντονισμού κινήσεων.
Όπως ορίζει ο παγκόσμιος οργανισμός υγείας (Π.Ο.Υ), η συννοσηρότητα ή αλλιώς διπλή διάγνωση απεικονίζει μια ντετερμινιστική σχέση ανάμεσα σε δύο παθολογικές καταστάσεις.
Ο ρόλος του εκπαιδευτικού στην διαχείριση παιδιών με Δ.Ε.Π.Υ:
Η αντιμετώπιση της διαταραχής συνιστά ένα δύσκολο έργο που απαιτεί αδιάλειπτη ατομική (σε επίπεδο μαθητή) και συλλογική (σε επίπεδο σχολείου και οικογένειας) προσπάθεια.
Σχετίζεται άμεσα με πολλούς παράγοντες όπως για παράδειγμα, τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε παιδιού αλλά και η ένταση τους, την επιτυχή και έγκαιρη διάγνωση της διαταραχής (ούτως ώστε να υπάρξει στοχευμένη δράση) καθώς και τις στάσεις του γενικότερου περιβάλλοντος απέναντι σε αυτή του την δυσκολία. Σημαντικό ρόλο στην διαχείριση του/της εκάστοτε μαθητή/τριας διαθέτει και το σχολείο ως πρωταρχικός φορέας κοινωνικοποίησης του ενώ, ιδιαίτερη αξία διαδραματίζει ο καταρτισμένος και ευαισθητοποιημένος εκπαιδευτικός.
Ακρογωνιαίος λίθος κάθε αποτελεσματικής εκπαιδευτικής παρέμβασης συνθέτει η ψυχολογική υποστήριξη τόσο της οικογένειας όσο και του ίδιου του παιδιού με Δ.Ε.Π.Υ.
Κάθε μαθητής/τρια που έρχεται αντιμέτωπος/η με κάποια μαθησιακή δυσκολία κυριεύεται από πληθώρα συναισθημάτων όπως ανασφάλεια, μειωμένη αυτοεκτίμηση και άγχος χλευασμού από τους συνομηλίκους.
Αν συνυπολογίσουμε επίσης, ότι πολλοί γονείς αδυνατούν να αποδεχτούν την ύπαρξη μιας διαταραχής στο παιδί τους όπως η Δ.Ε.Π.Υ, τότε η σπουδαιότητά της ψυχολογικής υποστήριξης είναι ακόμα μεγαλύτερη.
Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερης αξίας έχει κριθεί η συνεισφορά της «ψυχοεκπαίδευσης» στους γονείς που εμφανίζουν άρνηση αποδοχής η οποία, πραγματοποιείται από ειδικούς με σκοπό την ενημέρωση και την παροχή συμβουλευτικής για μια πιο συγκροτημένη αντιμετώπιση.
Ο/Η εκπαιδευτικός από την στιγμή που θα παρατηρήσει συμπτώματα Δ.Ε.Π.Υ σε κάποιο/α μαθητή/τρια για εύλογο χρονικό διάστημα είναι, ηθικά υποχρεωμένος/η να ενημερώσει την διεύθυνση και έπειτα με λεπτούς χειρισμούς να παραπέμψει την οικογένεια σε κάποιο οικείο ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ (Κέντρο Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης). Σκοπός αυτής της ενέργειας είναι, να υπάρξει έγκαιρη διάγνωση ώστε να δοθούν κατευθυντήριες γραμμές τόσο στην οικογένεια όσο και στο σχολείο για τον τρόπο αντιμετώπισης της ιδιαιτερότητας αυτής.
Σε αυτό το σημείο τόσο ο/η εκπαιδευτικός όσο και η διεύθυνση πρέπει να είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τους γονείς στην αναζήτηση του κέντρου που υπάγονται ως περιοχή καθώς και να είναι «ανοικτοί» σε διευκρινιστικές ερωτήσεις. Η διάγνωση της διαταραχής από την πρώιμη κιόλας παιδική ηλικία βοηθά στη λήψη άμεσων και ειδικά σχεδιασμένων στον/ην μαθητή/τρια εκπαιδευτικών προγραμμάτων, στοχεύοντας συνάμα στην αποτελεσματικότερη διεξαγωγή και εσωτερίκευση της μαθησιακής διαδικασίας.
Ένα θετικό και καλά οργανωμένο -ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του παιδιού- σχολικό περιβάλλον είναι αναμφίβολα ένας ακόμη πολύ σημαντικός παράγοντας που καθιστά την εκπαιδευτική διαδικασία αποδοτική. Ο χώρος της τάξης επιβάλλεται να είναι διαμορφωμένος με τέτοιο τρόπο ώστε οι διάφορες γωνιές δραστηριοτήτων να είναι απόλυτα διακριτές ώστε το άτομο να γνωρίζει σε ποιόν από αυτούς μπορεί να χαλαρώσει και σε ποιόν να εργαστεί.
Παράλληλα έρευνες έχουν καταδείξει την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός σταθερού, τακτοποιημένου, και ήσυχου χώρο δραστηριοποίησης του ατόμου με σκοπό να νιώθει άνετα και να μην αποσπάται η προσοχή του από ερεθίσματα του περιβάλλοντος π.χ. παιχνίδια, θορύβους κ.λπ.
Υπό αυτή τη λογική οι ειδικοί συμβουλεύουν τους παιδαγωγούς να τοποθετούν τα παιδιά αυτά είτε δίπλα τους ώστε να υπάρχει ένας σχετικός έλεγχος των κινήσεων τους είτε, δίπλα από ένα μαθητή που αποτελεί θετικό πρότυπο.
Συμπληρωματικά, οι αφίσες, τα παράθυρα, τα πολλά διακοσμητικά στοιχεία και τα έντονα χρώματα τείνουν να αποσπούν εύκολα την προσοχή τους για αυτό συνιστάται, η απομάκρυνση τους από αυτά ή ο περιορισμός τους.
Εν συνεχεία και αναφορικά με την τέλεση μιας δραστηριότητας προτείνεται, η τοποθέτηση των απαραίτητων και μόνο υλικών μπροστά στο παιδί ώστε να περιοριστεί όσο τον δυνατόν γίνεται ο αποπροσανατολισμός του και να διασφαλιστεί το απρόσκοπτο της διαδικασίας.
Πρακτικές που προτείνονται κατά την εκπαίδευση ατόμων με Δ.Ε.Π.Υ είναι, η σπειροειδής μάθηση, η σύνδεση δηλαδή της νεοαποκτηθείσας γνώσης με κάποια παλαιότερη καθώς, και η παρουσίαση της με τρόπο που να διεγείρει το ενδιαφέρον π.χ. οπτικό-ακουστικό υλικό. Ακόμη, οι πρόσθετες δραστηριότητες για το σπίτι πρέπει να είναι ειδικά διαμορφωμένες (πάντα στο ίδιο θέμα με τα υπόλοιπα παιδιά) και τόσες ώστε να μην κουράζουν τον/την εκπαιδευόμενο/η.
Παράλληλα επιβάλλεται, η παροχή ικανού χρόνου και χώρου (ειδικότερα κατά την διάρκεια του διαλείμματος) όπου θα δίνεται το περιθώριο εκτόνωσης και αποφόρτισης τους ενώ, αναγκαίο κρίνεται επίσης ο/η μαθητής/τρια να εκπαιδευτεί σχετικά με το πώς θα μπορούσε να διαχειρίζεται από μόνος του/της την συμπεριφορά του/της. Ένας τέτοιος τρόπος είναι η αυτοκαθοδήγηση και η αυτοενίσχυση, δύο θεραπευτικές προσεγγίσεις με αξιόλογα αποτελέσματα στην διαπαιδαγώγηση ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες ή και αναπηρίες.
Τέλος σε μια εποχή που όλα εννοούνται μα τίποτα δεν είναι δεδομένο, οφείλω να υπογραμμίσω το γεγονός ότι, κάθε ιδιαιτερότητα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό ως προς το φερόμενο πρόσωπο.
Η ισοτιμία -και όχι τόσο η ισότητα- ευκαιριών αποτελεί ή τουλάχιστον θα έπρεπε να αποτελεί οικουμενική παραδοχή κάθε αναπτυσσόμενου κοινωνικού σχηματισμού.
Το τετριμμένο μα κατά τα άλλα αλάνθαστο ρητό πως, «όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι αλλά ταυτόχρονα τόσο μοναδικοί» βρίσκει περισσότερο νόημα στην παρούσα κατάσταση από όσο οι ίδιοι/ες νομίζουμε και ίσως αυτό εξηγείται καλύτερα αν σύσσωμοι/ες σκεφτούμε πως «όλοι ζούμε κάτω από τον ίδιο ουρανό αλλά έχουμε διαφορετικό ορίζοντα».
Βιβλιογραφία
Αγγελή,Ε.Γ. (2018). Νευροβιολογία της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητας. Διδακτορική διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό πανεπιστήμιο Αθηνών, Ανακτημένη το έτος 2018 από τον διαδικτυακό τόπο: www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/43710
Αναγνωστόπουλος,Δ.Κ. (2001). Η συννοσηρότητα των μαθησιακών διαταραχών. Αρχεία Ελληνικής ιατρικής. Ανακτημένη κατά τους μήνες Σεπτέμβριος- Οκτώβριος του έτους 2001 από τον διαδικτυακό τόπο: mail.mednet.gr/archives/2001-5/457per.html
Βίκη,Α Γιαβρίμης.Π &Παπάνης,E. (2009). Καινοτόμες Προσεγγίσεις στην Ειδική Αγωγή: Εκπαιδευτική Έρευνα για τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού. Αθήνα: Ι.Σιδέρης.
Cole,M. Cole,S.R & Lighfoot,G.(2014). Η ανάπτυξη των παιδιών. Αθήνα: Gutenberg
Ευστρατία,Χ. (2020). Δύο Μελέτες περίπτωσης παιδιών με ΔΕΠΥ: Αντιλήψεις οικογένειας και εκπαιδευτικών για τη συναισθηματική και ηθική ανάπτυξη των παιδιών. Πτυχιακή εργασία, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, Ανακτημένη τον Μάιο του έτους 2020 από τον διαδικτυακό τόπο: dspace.uowm.gr/xmlui/handle/123456789/1695
Καλτσούνη,Ν.Χ. (2018). Οικογένεια & οικογενειακές σχέσεις. Αθήνα: Gutenberg.
Καραμίνη,Α. (2019). Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/ Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) και η γενετική της συνιστώσα. Πτυχιακή εργασία, Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ανακτημένη τον Ιανουάριο του έτους 2019 από τον διαδικτυακό τόπο: ikee.lib.auth.gr/record/302766?ln=el
Κωστόπουλος,Ι.Σ. (χ.χ). Φαρμακευτική Αγωγή των Ψυχιατρικών Διαταραχών στο Παιδί και Έφηβο. Εγκέφαλος: Αρχεία νευρολογίας και ψυχιατρικής, Ανακτημένη από τον διαδικτυακό τόπο: www.encephalos.gr/full/41-1-01g.htm
Μοντεσσόρι,Μ.(1980). Ο δεκτικός νους. Αθήνα: Εκδόσεις Γλάρος
Μπαμπαλέτσου,Γ. (χ.χ.). Προτάσεις διαχείρισης παιδιών με ΔΕΠ-Υ μέσα στην τάξη. χ.τ: ikid, Ανοικτή βιβλιοθήκη, Ανακτημένη από τον διαδικτυακό τόπο: openbook.gr/protaseis-diaxeirisis-paidiwn-me-dep-y-mesa-stin-taxi/
Πορπόδα,Κ.Δ.(2003). Η μάθηση και οι δυσκολίες της (Γνωστική προσέγγιση). Πάτρα: αυτοέκδοση.
Πορπόδα,Κ.Δ.(2017).Μάθηση και γνώση στην εκπαίδευση: Γνωστική ανάλυση- δυσκολίες-εφαρμογές. Πάτρα: αυτοέκδοση.
Σκαναβή,Ε.(χ.χ). Τεχνικές διαχείρισης μαθητών με ΔΕΠΥ: Συμβουλές προς εκπαιδευτικούς. Πανελλήνιο Σωματείο Ατόμων με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), Αναρτημένη στον διαδικτυακό χώρο: www.adhdhellas.org/ekpaidefsi/ekpaideftikoi/item/302-texnikes-diaxeirisis-mathiton-me-depy-symvoules-pros-ekpaideftikoys
Slavin,R.E.(2007). Εκπαιδευτική ψυχολογία- Θεωρεία και πράξη. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Το χαμόγελο του παιδιού.(2017). Πριν χτυπήσει το κουδούνι: Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητα. Αναρτημένη στον διαδικτυακό χώρο: hamogelo.gr/gr/el/ta-nea-mas/prin-chtipisei-to-koudouni-diatarachi-elleimatikis-prosochis-iperkinitikotita/
Τζαμάλη,Δ.(2017). Κοινωνικοπολιτική πρόταση για τον εκδημοκρατισμό της εκπαιδευτικής πολιτικής: Διαμόρφωση εκπαιδευτικού σχεδίου για την πρωτοβάθμια ειδική εκπαίδευση από εκπαιδευτικούς της ειδικής αγωγής. Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, Μεταπτυχιακή εργασία, Ανακτημένη τον Σεπτέμβριο του έτους 2017 από τον διαδικτυακό τόπο: dspace.uowm.gr/xmlui/handle/123456789/1981
The open university, (1985). Ειδική εκπαίδευση: Επιβοηθητικά αγωγή για προβλήματα μάθησης. Εκδώσεις για Ελλάδα: Κουτσούμπος Α.Ε
Thorbietz,P. (2009). Συγκέντρωση: πως μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν το παιδί τους. Αθήνα: Αερόστατο.
Χατζημπαλάση,Α.(2017). Ανάπτυξη λεξιλογίου σε μαθητές με μέτρια νοητική αναπηρία: μια διερευνητική μελέτη των στρατηγικών αυτορρύθμισης. Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Διπλωματική εργασία, Ανακτημένη το έτος 2017 από τον διαδικτυακό τόπο: dspace.lib.uom.gr/handle/2159/20377
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Εκπαιδευτικός προσχολικής αγωγής. Ιδιαίτερη αγάπη της πέρα από τα παιδαγωγικά αποτελεί η ειδική αγωγή όπου συμμετέχει ενεργά σε μια πληθώρα εκπαιδευτικών σεμιναρίων.