Ακρόαση άρθρου......

Μέχρι τα μέσα του 20oύ αιώνα κυριαρχούσε η άποψη ότι ο άνθρωπος είναι μια αυτόνομη ατομική μονάδα, σαφώς διαχωρισμένη από τους ανθρώπους γύρω του. Η συνάντηση-σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων είναι μια συνάντηση ανάμεσα σε δύο ξεχωριστές υπάρξεις που διατηρούν την ατομικότητά τους. Η σύγχρονη δυτική βιομηχανοποιημένη κοινωνία επιμένει να δίνει έμφαση στην ανάπτυξη πτυχών της ατομικότητας όπως είναι η αυτονομία, η ανεξαρτησία, η ταυτότητα και τα προσωπικά επιτεύγματα.

Αντίθετα, οι ανατολικές κουλτούρες και οι λιγότερο ανεπτυγμένες τεχνολογικά κοινωνίες δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στις αρμονικές σχέσεις οικειότητας με τους άλλους, στις κοινωνικές διαδικασίες, ακόμη και στην επαφή με τη φύση. Εκεί, ο εαυτός ορίζεται κυρίως μέσα από τις σχέσεις του (Blatt, 2010).

Αποκτήστε το βιβλίο Σύγχρονες Ψυχοθεραπείες στην Ελλάδα, στο οποίο βασίζεται το άρθρο, από το εξειδικευμένο βιβλιοπωλείο ψυχολογίας της Πύλης μας

Είμαστε τόσο ξεχωριστοί και διαχωρισμένοι από τους άλλους;

Πολλοί φιλόσοφοι και ψυχολόγοι αμφισβήτησαν τη στάση αυτή και υποστήριξαν ότι «είμαστε αναπόσπαστα συνυφασμένοι με τους άλλους και η ύπαρξή μας είναι βασικά μία "ύπαρξη σε σχέση"» (Mearns & Cooper, 2006).

Ο Heίdegger (1962) υποστήριξε ότι η ανθρώπινη ύπαρξη δεν μοιάζει με ένα αντικείμενο που έχει μια συγκεκριμένη, σταθερή δομή, όπως για παράδειγμα το τραπέζι. Αντίθετα, συνιστά μια εμπειρία με συνεχή, μεταβαλλόμενη ροή, στο πλαίσιο της οποίας οι άλλες υπάρξεις κατέχουν έναν κεντρικό ρόλο στην ουσία τού ποιοι είμαστε. «Όπως ο αέρας που αναπνέουμε, έτσι και οι άλλοι που μας τριγυρίζουν και συγχρόνως είναι μέσα μας, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ύπαρξής μας» (Mearns & Cooper, 2006).

Είμαστε σε συνεχή αλληλεπίδραση με τους άλλους, σκεφτόμαστε τους άλλους, φανταζόμαστε να κάνουμε πράγματα με τους άλλους και χρησιμοποιούμε «εργαλεία» που προκύπτουν από μια σχεσιακή μήτρα.

Ταυτόχρονα, είμαστε ξεχωριστές, αυτόνομες υπάρξεις και έχουμε την ανάγκη για προσωπικό χώρο, είμαστε υπεύθυνοι για τις επιλογές μας και τις συνέπειες που αυτές φέρουν.

Ο Reiman (1994) χρησιμοποιεί έναν όμορφο παραλληλισμό ανάμεσα στους ανθρώπους και στο σύμπαν για να περιγράψει αυτές τις πολικότητες, μέσα από μια αντινομία. Αναφέρει ότι όπως η Γη κινείται γύρω από τον Ήλιο, οι άνθρωποι είναι γεννημένοι με την ανάγκη να σχετίζονται με άλλους, πολλές φορές ακόμη βάζουν στην άκρη τις επιθυμίες τους για χάρη της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, όπως η Γη γυρίζει γύρω από τον εαυτό της, έτσι και ο άνθρωπος κινείται γύρω και μέσα στον εαυτό του, προσπαθώντας να κερδίσει την αυτονομία του. Η ισορροπία ανάμεσα στους δύο πόλους είναι σημαντική για την ύπαρξή μας.

Στο πλαίσιο της ίδιας της ψυχοθεραπείας, υπάρχουν σχολές που τείνουν να υποστηρίζουν περισσότερο έναν από τους δύο πόλους, καθώς δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα είτε στην εξατομίκευση και στον αυτο-προσδιορισμό είτε στον δεσμό προσκόλλησης και στη διαπροσωπική σχέση (Blatt, 2010).

Ανεξαρτήτως της βαρύτητας που δίνεται στον κάθε πόλο, είναι φανερό ότι οι σχέσεις αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη του ανθρώπου. Γεννιόμαστε μέσα σε μια δυνατή, συχνά γεμάτη έντονη αγάπη σχέση, μαθαίνουμε να ορίζουμε τον εαυτό μας μέσα από τις σχέσεις μας και, κατά τη διάρκεια της ζωής μας, αξιολογούμε τον εαυτό μας μέσα από τις σχέσεις ή τουλάχιστον επηρεαζόμαστε σημαντικά από αυτές. Ταυτόχρονα, η ίδια η σχέση μπορεί να αποβεί άκρως καταστροφική.

ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Η κριτική μας πληγώνει γιατί προέρχεται από έναν άλλο άνθρωπο, και η κακοποίηση είναι καταστροφική, ειδικά όταν προέρχεται από αυτόν που θα «έπρεπε» να μας αγαπά (Mearns & Cooper, 2006).

Οι περισσότεροι άνθρωποι που έρχονται στη θεραπεία έχουν πληγωθεί ή ακόμη και "καταστραφεί" από τις σχέσεις τους με τους άλλους σε τέτοιο βαθμό, ώστε να επιζητούν να διαχωρίσουν τον εαυτό τους από τους άλλους.

Οι άνθρωποι είναι επιδέξιοι στους τρόπους που αφορούν στο πως κινούνται μέσα σε μια σχέση και μεγαλοφυείς στο να προστατεύσουν τον εαυτό τους από μια σχέση, προβαίνοντας συχνά σε ακραίες λύσεις/άμυνες, π.χ. αποσύρονται, επιτίθενται.

Η σχέση θεραπεύει. Οι 7 αποτελεσματικές μεταβλητές στη θεραπευτική σχέση

Μπορεί ο θεραπευτής να παράσχει μια συνάντηση απελευθερωμένη από την απειλή της «εισβολής» και να το κάνει με έναν τρόπο που να είναι πιστευτός;

Η έρευνα στην ψυχοθεραπεία έχει δείξει ότι ο σημαντικότερος θεραπευτικός παράγοντας είναι η ίδια η σχέση: «Η σχέση Θεραπεύει». Η σχέση είναι σημαντικότερη από τις τεχνικές, ανεξαρτήτως θεωρητική προσέγγισης. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν επτά μεταβλητές που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές στη σχέση Θεραπευτή και θεραπευομένου (Mearns & Cooper, 2006):

  1. Η αποδοχή (προσωποκεντρική συνθήκη).
  2. Το επίπεδο συμφωνίας.
  3. Η ποιότητα ανατροφοδότησης του θεραπευτή προς τον πελάτη.
  4. Το επίπεδο αυτοαποκάλυψης του θεραπευτή.
  5. Η προθυμία και η ικανότητα του θεραπευτή να επανορθώσει τυχόν «ρήξεις» στη Θεραπευτική σχέση.
  6. Η ικανότητά του να διαχειριστεί θέματα μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης.
  7. Η ποιότητα σχεσιακών ερμηνειών (εστίαση στο πώς είναι ο πελάτης με τον θεραπευτή).

ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR

Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.

Η σχέση είναι σημαντική από τη στιγμή της γέννησής μας. Πολλοί ψυχολόγοι και ψυχαναλυτές υποστηρίζουν ότι τα βρέφη δεν έρχονται στον κόσμο ως ξεχωριστές, απομονωμένες υπάρξεις, αλλά ως μέλη μιας θεμελιώδους σχεσιακής μήτρας.

Ποικίλες έρευνες στο πεδίο της εξελικτικής ψυχολογίας υποδεικνύουν ότι οι άνθρωποι έχουν μια έμφυτη επιθυμία και ικανότητα όχι μόνο να αναπτύσσουν δεσμούς με τους άλλους, αλλά και να αλληλεπιδρούν και να επικοινωνούν μαζί τους. Θέλουν να δώσουν και να πάρουν αγάπη, να μετάσχουν σε μία σχέση, και προσπαθούν να βρουν τρόπους για να τη διατηρήσουν (Bowlby, 1988, Mίtchell, 2000, Stern, 2003).

Επιπρόσθετα, πολλοί ενήλικες αναφέρουν ότι το πιο σημαντικό κομμάτι της ζωής τους είναι οι σχέσεις. Και φαίνεται τελικά ότι το πιο σημαντικό στις σχέσεις είναι η αλληλεπίδραση, η αμοιβαιότητα, η διπλή κατεύθυνση από τον ένα στον άλλο.

Αν το τοποθετήσουμε αυτό στο πλαίσιο της θεραπευτικής σχέσης, καταλήγουμε σε μια προσέγγιση όπου η αλληλεπίδραση και ο διάλογος κατέχουν κεντρική θέση. Το κλειδί στη θεραπευτική διαδικασία είναι η συνάντηση θεραπευτή και θεραπευομένου αντί της παροχής του θεραπευτή προς τον θεραπευόμενο συγκεκριμένων συνθηκών. Η διαλογική αυτή προσέγγιση προϋποθέτει και δίνει έμφαση στην ικανότητα του θεραπευτή να φέρει πλήρως τον εαυτό του στη Θεραπευτική διαδικασία με έναν διάφανο τρόπο. Να επιτρέψει να επηρεαστεί και να αλλάξει από τον θεραπευόμενο.

Αυτό σηματοδοτεί μια μετάβαση από την ψυχολογία του ενός ατόμου -όπου δίνεται έμφαση στην ενδοψυχική ιστορία του ατόμου και στις εσωτερικές δυνάμεις και υπάρχει μεγαλύτερη αποστασιοποίηση του θεραπευτή, όπως συμβαίνει στην κλασική ψυχανάλυση και σε κάποιες σχολές αντικειμενοτρόπων σχέσεων- στην ψυχολογία του ενάμισι ατόμου. Σε αυτήν, ο Θεραπευτής είναι το «καλό αντικείμενο», που παρέχει στον θεραπευόμενο ασφάλεια, ενσυναίσθηση, άνευ όρων αποδοχή, μια δηλαδή περισσότερο επανορθωτική εμπειρία, πιο έκδηλη στη θεωρία του εαυτού, του δεσμού προσκόλλησης και άλλων. Η επόμενη μετάβαση είναι στην ψυχολογία των δύο ατόμων - στην οποία ο θεραπευτής συμμετέχει πιο ενεργά και μοιράζεται τα συναισθήματά του στη σχέση με τον πελάτη, όπως συμβαίνει στη διαλογική θεωρία και τη σχεσιακή ψυχανάλυση (DeYoung, 2003, Evans & Gilbert, 2006).

Τα είδη σχέσης πελάτη και θεραπευτή

Ωστόσο, στο πλαίσιο μιας θεραπευτικής διαδρομής, είναι φυσικό να αναδυθούν διαφορετικά είδη σχέσης μεταξύ πελάτη και θεραπευτή. Κάποιες φορές, αυτή η εναλλαγή μπορεί να συμβεί ακόμη και μέσα στην ίδια θεραπευτική ώρα. Η Petruska Clarkson (2004) αναφέρει πέντε είδη σχέσης που σε μια συνθετική σχεσιακή προσέγγιση χρειάζεται να ενστερνιστούμε:

  1. Τη θεραπευτική συμμαχία: Την πλευρά εκείνη της σχέσης που δεσμεύει τους συμμετέχοντες να συνεργαστούν για έναν σκοπό
  2. Τη σχέση μεταβίβασης-αντιμεταβίβασης: Την εμπειρία διαστρέβλωσης της θεραπευτικής συμμαχίας μέσα από τις επιθυμίες, τους φόβους και τις εμπειρίες που έρχονται από το παρελθόν και προβάλλονται στη θεραπευτική σχέση. Είναι μια σχέση ανολοκλήρωτη.
  3. Την επανορθωτική, αναπτυξιακά αναγκαία σχέση: Την προσφορά από την πλευρά του θεραπευτή μιας εμπειρίας διαφορετικής από αυτήν που έχει βιώσει ο θεραπευόμενος, και που περιέχει μια αναπλήρωση ή επανόρθωση εκεί όπου υπήρχε προηγούμενη απορριπτική, χειριστική η ή κακοποιητική ή κακοποιητική εμπειρία.
  4. Τη σχέση «Εγώ - Εσύ»: Μία σχέση αυθεντική, όπου συνδέομαι με τον άλλο με την ολότητά μου προς την ολότητά του. Μία σχέση αυθεντική, πρόσωπο με πρόσωπο.
  5. Υπερπροσωπική σχέση: Αναφέρεται σε μια μυστηριακή διάσταση της σχέσης. «Η ουσία της επικοινωνίας βρίσκεται στην καρδιά της σιωπής που μοιραζόμαστε όντας σε μια διάσταση που είναι αδύνατον να διατυπώσουμε με σαφήνεια, πολύ εκλεπτυσμένη για να την αναλύσουμε και όμως τόσο παρούσα, που δεν μπορούμε να την αρνηθούμε».

Σύμφωνα με τη Θεωρία της σχεσιακής ψυχοθεραπείας, οι ψυχολογικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος έχουν τις ρίζες τους στις σχέσεις τόσο στις παρούσες προβληματικές σχέσεις όσο και στις πιο παλιές, παρελθοντικές σχέσεις, που έχουν ακόμη επίδραση στην καθημερινή ζωή του θεραπευομένου.

Η σχεσιακή ψυχοθεραπεία ενδιαφέρεται για τον «εαυτό με τον άλλο» (DeYoung, 2003). Η ιστορία του Θεραπευομένου διαποτίζεται από τις σχέσεις του, τωρινές, στο «εδώ και τώρα», και παρελθοντικές, «εκεί και τότε». Δεν έχουμε προσωπική ιστορία έξω από το πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννηθήκαμε. Είμαστε πλάσματα που σμιλευτήκαμε μέσα στο πλαίσιο της οικογένειας, της κοινωνίας, της φυλής, της κουλτούρας, του περιβάλλοντος στο οποίο γεννηθήκαμε.

Επιπλέον, οτιδήποτε συμβαίνει εντός της θεραπευτικής συνεδρίας μπορεί να γίνει κατανοητό μέσα από την ιστορία του «εαυτού με τον άλλο». Οποιαδήποτε αλληλεπίδραση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευομένου πυροδοτεί κάποιο μοτίβο. Είναι σημαντικό να συνδέσουμε μαζί με τον θεραπευόμενο τη σχεσιακή ιστορία της ζωής του με αυτήν που αναπτύσσεται μεταξύ μας. Εξίσου σημαντικό είναι το να προωθούμε τη μεταξύ μας συνεργασία, γιατί αυτή είναι που θα δημιουργήσει μια νέα εμπειρία του «εαυτού με τον άλλο» (DeYoung, 2003).

Η ουσία της θεραπείας, επομένως, βρίσκεται σε αυτό που κάνουμε μαζί με τον θεραπευόμενο, πώς αλληλεπιδρούμε προκειμένου να κατασκευάσουμε ιδέες και νοήματα, με ποιον τρόπο αυτά μας αγγίζουν και πώς η αλληλεπίδρασή μας αλλάζει στον χρόνο.

Μπαίνουμε μέσα στην ιστορία του πελάτη, δεν μπορούμε να κρατήσουμε τον εαυτό μας απ' έξω, σε ένα ασφαλές παρατηρητήριο. Η διαδικασία αυτή προάγει τη νοητικοποίηση (mentalίzatίon), την καλλιέργεια κάποιου είδους νοητικής εγρήγορσης. Σκέφτομαι και νιώθω αυτό που έχω εγώ στο μυαλό μου και πιθανώς ο άλλος. Αυτό προάγει τη διαδικασία διερεύνησης και διαλόγου (Evans & Gilbert, 2006).

 

Πηγή: Το άρθρο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο: Σύγχρονες Ψυχοθεραπείες στην Ελλάδα (Πάνος Ασημάκης).

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Νίκος Μεταξάς

e psy logo twitter2Επιμέλεια & μετάφραση άρθρων, Τμήμα Σύνταξης Πύλης Ψυχολογίας psychology.gr
Επικοινωνία: editorial @psychology.gr