Ακρόαση άρθρου......

Η επικαιρότητα (πόλεμος, πανδημία, διχασμός, βιασμοί, γυναικοκτονίες, κτλ.), με τελευταία την υπόθεση της Πάτρας, υπήρξε μάρτυρας σταθερά επαναλαμβανόμενων καταστάσεων που απεικονίζουν την έξαρση ενός συναισθηματικού παραλογισμού, ο οποίος από το πρωτογενές κοινωνικό σώμα της οικογένειας εκτείνεται στην ευρύτερη κοινωνία και στην κοινωνική ζωή γενικότερα.

Ζούμε σε μία εποχή που ο εγωκεντρισμός βάλλει καθετί καλό στις καθημερινές και στενές μας αλληλεπιδράσεις προκαλώντας στην ακραία τους μορφή τα περιστατικά που απασχόλησαν την σύγχρονη ειδησεογραφία. Ωστόσο, όροι όπως ενσυναίσθηση, συναισθηματική νοημοσύνη, θετική επικοινωνία/ψυχολογία, κτλ. παρατηρούμε ότι παίρνουν θέση στο κοινό μας λεξιλόγιο τα τελευταία χρόνια, υποδηλώνοντας την αντίσταση της φυσικής μας τάσης για το κοινωνείν, έναντι του συναισθηματικού αποστραγγισμού που θα λέγαμε ότι προσπαθεί να επιβληθεί.

Στην ίδια διαδρομή, το παρόν άρθρο πρόκειται να αναλύσει και να εξηγήσει τα οφέλη των στενών σχέσεων στην ψυχική μας υγεία, και τον μηχανισμό που η ενσυναίσθηση και η φροντίδα προς τους άλλους βελτιώνουν και προστατεύουν τον ψυχισμό μας.

Με άλλα λόγια, πώς και γιατί το Να είσαι εκεί σου κάνει καλό.

Σχεδιασμένοι να συναισθανόμαστε

Αρχικά, κρίνεται σκόπιμο να συζητηθεί η αξία της κοινωνικότητας και της αίσθησης του ανήκειν, διαπιστώνοντας τη φυσική μας τάση να συναισθανόμαστε με προορισμό την επιβίωση δια της συνύπαρξης.

Αυτή την φυσική ανάγκη αποδίδει αλληγορικά ο Πλάτωνας στον “Πρωταγόρα”, όπου, μετά το λάθος του Επιμηθέα, ο Δίας παρεμβαίνει δίνοντας την “πολιτική αρετή” στο ανθρώπινο είδος, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τις δεξιότητες αρμονικής συνύπαρξης και άρα της επιβίωσης του έως τότε “γυμνού” από “όπλα” είδους.

Κάνοντάς το πιο συγκεκριμένο, σύμφωνα με μελέτες, οι ρίζες της ενσυναίσθησης μπορούν να εντοπιστούν ήδη από τη νηπιακή ηλικία, με πολλά παραδείγματα από παιδιά σε εργαστηριακές έρευνες να εκδηλώνουν συμπεριφορές ενσυναίσθησης, όταν κάποιος συνομήλικός τους (θα λέγαμε άτομο της ίδιας ομάδας) φαίνεται να βρίσκεται σε δύσκολη θέση.

Στην πραγματικότητα, όπως αναφέρει και ο Γκόλμαν, ήδη από την ημέρα της γέννησής τους, τα βρέφη στενοχωριούνται μόλις ακούσουν ένα άλλο βρέφος να κλαίει. Πρόκειται για μία αντίδραση που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως προάγγελος της ενσυναίσθησης, αποδεικνύοντας την έμφυτη τάση μας να συναισθανόμαστε.

Στην ίδια λογική, προσεγγίζοντας νευρωνικά τον παράγοντα της ενσυναίσθησης, εργαστηριακές έρευνες έχουν δείξει ότι οι κατοπτρικοί νευρώνες υποστηρίζουν κι ενισχύουν την αλτρουϊστική παρόρμηση, καθώς μιμούνται εγκεφαλικά τα συναισθήματα των ανθρώπων, των οποίων είμαστε παρατηρητές.

ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Ως βάση, λοιπόν, της αλτρουιστικής παρόρμησης, η ενσυναίσθηση μας κινητοποιεί να παρασταθούμε και βοηθήσουμε το άτομο που βρίσκεται σε δυσχερή θέση.

Μάλιστα, ένα παράδειγμα που συχνά χρησιμοποιείται σε τέτοιες περιπτώσεις, αναφέρεται στην απάντηση μιας ανθρωπολόγου.

Συγκεκριμένα, είχε ρωτηθεί ποιο είναι το ίχνος πολιτισμού σε κάποια κοινότητα που χρονολογήθηκε ως 15.000 χρόνια πριν. Δεν ήταν κάποιο εργαλείο ή λατρευτικό σύμβολο, αλλά σύμφωνα με την ανθρωπολόγο ήταν ένα θεραπευμένο κάταγμα στο μηριαίο οστό ενός ανθρώπινου σκελετού. Φαίνεται, λοιπόν, ότι κάποιος 15.000 χρόνια πριν παρατήρησε τον άνθρωπο που υπέφερε από τον πόνο, παρέκαμψε τη δική του υγιή αυτάρκεια, γονάτισε  και φρόντισε τον τραυματισμένο.

Έτσι, δήλωσε ότι το  πρώτο δείγμα πολιτισμού εντοπίζεται στην ικανότητα να μπορούμε να νοιαστούμε και να φροντίσουμε εκείνον που το χρειάζεται.

Εξετάζοντάς το αντιστρόφως, η έλλειψη αλτρουισμού δίνει την αίσθηση μοναξιάς και ανημπόριας.

ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR

Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.

Μόνοι μηδενιζόμαστε.

Ο Αριστοτέλης πρώτος είχε εξισώσει το μη αυτάρκες άτομο με το απολύτως αυτάρκες (εκείνος που αισθάνεται ότι μπορεί να ζει χωρίς να χρειάζεται κάποιον κοντά του) χαρακτηρίζοντάς το ως “θεό” ή “θηρίο”, αφού η ανθρώπινη φύση είναι απολύτως κοινωνική. Έχοντας, λοιπόν, την έμφυτη ανάγκη για το ανήκειν και την κοινωνική αποδοχή, οφείλουμε να στηρίζουμε τους ανθρώπους των μικρών και μεγαλύτερων ομάδων που ανήκουμε.

Μέσω του αλτρουισμού δημιουργούνται συνεργασίες και ισχυροποιούνται οι υφιστάμενες διαπροσωπικές σχέσεις. Μάλιστα, συναισθήματα όπως η ενοχή, η ευγνωμοσύνη και η συμπάθεια έχουν αναπτυχθεί κατά την εξελικτική διαδικασία, ώστε να ανιχνεύουν σφάλματα του “αμοιβαίου αλτρουισμού” που προσδοκάται -είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα- στις κοινωνικές μας αλληλεπιδράσεις. 

Οι αλτρουιστικές ορμόνες 

Όπως φαίνεται, χρειαζόμαστε a priori ο ένας τον άλλο, γι αυτό το ανθρώπινο σώμα έχει εξελιχθεί προάγοντας και στηρίζοντας τον αλτρουισμό μέσω του εξαιρετικά επιδραστικού ενδοκρινικού συστήματος.

Πρόκειται για τις ορμόνες που ευθύνονται για την αίσθηση του ανήκειν, την προώθηση της συνεργασίας, ενώ μας κάνουν να νιώθουμε ότι μας εκτιμούν όταν βοηθάμε τις ομάδες, στις οποίες ανήκουμε, επαυξάνοντας την φιλάλληλη δράση μας.

Κατά τη συνεργασία ή τη φροντίδα προς τους άλλους, η σεροτονίνη και η ωκυτοκίνη μας επιβραβεύουν με την αίσθηση ασφάλειας, της ολοκλήρωσης, της εμπιστοσύνης και της συντροφικότητας. Μέσα σε τέτοια ασφαλή περιβάλλοντα, το στρες υποχωρεί, η ικανοποίηση εντείνεται, η επιθυμία της προσφοράς αυξάνεται και η προθυμία για εμπιστοσύνη στους άλλους (την ομάδα-τους “συν-ανήκοντες”) ενθαρρύνεται. 

Πιο αναλυτικά, όσον αφορά στη σεροτονίνη είναι γνωστή η επίδρασή της στη διάθεση, καθώς χορηγείται υπό προϋποθέσεις στη θεραπεία της κατάθλιψης.

Σχετικά με τον αλτρουισμό όμως, διαπιστώνεται ότι κάθε φορά που νιώθουμε ότι οι πράξεις μας είναι άξιες σεβασμού και συμπάθειας, η σεροτονίνη μας ανταμείβει με την αίσθηση αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης.

Στηριζόμενη στο εγγενές κίνητρό μας για αποδοχή, η σεροτονίνη επιδιώκει επικυρώνοντας τις πράξεις μας με την αίσθηση υπερηφάνειας να μας κινητοποιήσει να συνεχίσουμε με αυτόν τον τρόπο.

Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι, όταν παρέχουμε την στήριξη και την προστασία μας σε κάποιον και τελικά εκείνος τα καταφέρνει, δεν εκκρίνονται οι ευεργετικές δόσεις σεροτονίνης μόνο σε εκείνον, λόγω της κατάκτησης του στόχου, αλλά τα ποσοστά της εν λόγω ορμόνης αυξάνονται και σε εμάς ως συνυπεύθυνους για τη θετική έκβαση. Θα μπορούσαν να δοθούν παραδείγματα αναφορικά με την υπερηφάνεια των γονέων ή κάποιου μέντορα. 

Μέσω αυτής της έμμεσης οδού ενισχύονται οι δεσμοί μεταξύ των εμπλεκομένων, αφού οι παρέχοντες τη βοήθεια βιώνουν την ικανοποίηση, αλλά και οι αποδέκτες της βοήθειας νιώθουν υποχρέωση προς αυτούς, όπως περιγράφεται η λειτουργία του “αμοιβαίου αλτρουισμού”. 

Αμεσότερη είναι η επίδραση της ωκυτοκίνης στην ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ των εμπλεκομένων, αφού είναι γνωστή και ως η ορμόνη της αγάπης.

Μάλιστα, ακόμη και μία μικρή πράξη ενσυναίσθησης, όπως ένα άγγιγμα στον ώμο, το κράτημα του χεριού ή μία αγκαλιά λίγων δευτερολέπτων, μπορεί να αυξήσει ικανοποιητικά τα επίπεδα ωκυτοκίνης στο αίμα δίνοντάς μας τη ζεστασιά της εγγύτητας που την συνοδεύει.

Είναι χαρακτηριστικό ότι βρέφη και παιδιά που στερούνται της αγκαλιάς και γενικότερα της σωματικής επαφής (των απαραίτητων δόσεων ωκυτοκίνης), παρουσιάζουν κωλύματα κατά τη δημιουργία στενών σχέσεων εμπιστοσύνης ως ενήλικες.

Η ωκυτοκίνη είναι η ορμόνη της ενσυναίσθησης, το χημικό κίνητρο του αλτρουισμού.

Πρόκειται για την ορμόνη που ισχυροποιεί τους δεσμούς εμπιστοσύνης και φιλίας. Αυτή που μας κάνει “πολιτικά ζώα”. Ακόμη και μια μικρή δαπάνη χρόνου κι ενέργειας χωρίς καμία προσδοκία ανταλλάγματος είναι ικανή για μία μικρή δόση ωκυτοκίνης, η οποία μεταφράζεται ως η αίσθηση ευφορίας που νιώθουμε όταν βοηθάμε τους άλλους.

Συγχρόνως, όμως, ωκυτοκίνη παράγεται και σε εκείνον που δέχεται αυτή την καλή πράξη, αλλά ακόμη και στους παρατηρητές της. Αρκεί ακόμη και να δούμε ή ν’ ακούσουμε για πράξεις γενναιοδωρίας και μεγαλοψυχίας για να αισθανθούμε καλυτερα, να εμπνευστούμε και να θελήσουμε να πράξουμε κι εμείς τ’ αντίστοιχα.

Θα λέγαμε ότι πρόκειται για τη χημεία της “ανταπόδοσης της καλοσύνης”. Επιπλέον, αξίζει να αναφερθεί ότι η ωκυτοκίνη είναι μακράς διάρκειας, όπως και οι σχέσεις στις οποίες συναντάται. Χρειάζεται χρόνος κι επένδυση μεταξύ των εμπλεκομένων για να δεχθούν τα οφέλη της συγκεκριμένης ορμόνης.

Μάλιστα, όσο πιο πρόθυμος είναι κανείς να δώσει και να δεχθεί εμπιστοσύνη, τόσο ισχυρότερες είναι οι “αμοιβές” ωκυτοκίνης, με αποτέλεσμα τους βαθείς και ισχυρούς δεσμούς.

Τέλος, ακόμη μία από τις ιδιότητες της ωκυτοκίνης είναι να αναστέλλει πολλές από τις αρνητικές επιπτώσεις της στρεσογόνου καθημερινότητας. Πιο αναλυτικά, αφενός η αίσθηση του ανήκειν, με την οποία είναι συνδεδεμένη, μας παρέχει το ασφαλές πλαίσιο που χρειαζόμαστε, βελτιώνοντας τις γνωστικές μας ικανότητες και αυξάνοντας τη δημιουργικότητα και την αποτελεσματικότητά μας κατά την επίλυση των προβλημάτων.

Αφετέρου, οι αυξημένες ποσότητες ωκυτοκίνης επιβάλλονται των επιδράσεων της κορτιζόλης. Έτσι, η αγχολυτική της δράση είναι ικανή να μας δώσει την αίσθηση ισορροπίας στην καθημερινή μας ζωή, κάτι σαν μια αίσθηση άρρητης ηρεμίας.

Διαβάστε ακόμη το σχετικό άρθρο: Ηθικά διλήμματα, που αναφέρεται στη θεωρίας της ηθικής ανάπτυξης του Kohlberg.

Ο σύγχρονος κόσμος

Παρατηρώντας τα υψηλής επιδραστικότητας social media, διαπιστώνουμε ότι χρησιμοποιούν αυτούς του εξελικτικούς μας μηχανισμούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εμφάνιση των “likes”, των ακολούθων, των προβολών, κτλ.

Η επιθυμία των υψηλότερων συγκεντρώσεων των προσωπικών μας διαδικτυακών στατιστικών στηρίζεται ακριβώς στην ανάγκη μας για αποδοχή, ότι είμαστε πολύτιμα και αρεστά μέλη στην ομάδα.

Ωστόσο, το δυσλειτουργικό του σύγχρονου αυτού πλαισίου εντοπίζεται στην εικονικότητα που το χαρακτηρίζει. Με άλλο λόγια, ενώ το κίνητρό μας για αποδοχή είναι πέρα για πέρα φυσικό και πραγματικό, οι ενέργειες και τα αποτελέσματά τους είναι εικονικά.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο σύγχρονος κόσμος χαρακτηρίζεται από πλεόνασμα βραχυπρόθεσμων κινήτρων-πηγών ντοπαμίνης, περιορισμένων ικανοποιήσεων που κατακτώνται εύκολα, γεγονός που αναστέλλει την συνεπή ενασχόλησή μας με τις σχέσεις επένδυσης-σχέσεις ωκυτοκίνης.

Και αυτό, γιατί η ικανοποίηση ως αποτέλεσμα των επιφανειακών αλληλεπιδράσεων διαρκεί λιγοστά, προκαλώντας μας να ψάχνουμε για τον επόμενο μας στόχο αλληλεπίδρασης και αποδοχής, γεγονός που δίνει την αίσθηση της ρηχότητας στις σύγχρονες αλληλεπιδράσεις.

Συνεχίζοντας φαίνεται πως και η συνεργασία περνά κρίση στα πλαίσια του σύγχρονου κόσμου. Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη παράγραφο η έμφυτη ανάγκη του “κοινωνείν”, του “ανήκειν” εξελίχθηκε ως το αποτελεσματικότερο μέσο προς επιβίωση.

Αντιμετωπίζοντας δυσκολίες, λοιπόν, και απειλές εντείνεται η ανάγκη μας για συνεργασία και συνύπαρξη, καθώς το κίνητρο (δηλαδή αυτό της επιβίωσης) είναι μεγαλύτερο.

Η υπεραπλούστευση, όμως, των καθημερινών διαδικασιών σε συνδυασμό με την ανταγωνιστική κουλτούρα της Δύσης, φαίνεται να βάλουν αυτή την έμφυτή μας τάση, κάνοντας το άγχος και τα υποπαράγωγά του ως τα επικρατή ζητήματα του σύγχρονου ανθρώπου.

Η καθημερινή πρόκληση δεν αφορά στην επιβίωση, αφού αυτή διευθετείται σχεδόν αυτόματα, αλλά την ανάπτυξη και την ευημερία. Ωστόσο, το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι η “ανάπτυξη” και η “ευημερία” ως αφηρημένες έννοιες αποκτούν ατομική ερμηνεία και ιδιότητα, προωθώντας την ατομοκεντρική διάθεση.

Ίσως, όμως, αυτή να είναι η πιο ώριμη κι εξελιγμένη μορφή συλλογικότητας, η συλλογικότητα με σεβασμό στην ατομικότητα. Ακόμη και στα πιο ανταγωνιστικά επαγγελματικά περιβάλλοντα φαίνεται να προκύπτει μία νέα προσέγγιση, η οποία επιδιώκει την ανάδειξη της συναισθηματικής νοημοσύνης, αφού δείχνει ότι αυτή είναι και πρακτικά ο αποτελεσματικότερος τρόπος επίλυσης και προσέγγισης απαιτητικών ζητημάτων.

Μετά και μέσα από το μέχρι πρότινος “τετράγωνο”, περιοριστικό, δυτικό πλαίσιο, δείχνει ότι ξεκινά να γίνεται λόγος για τις αξίες της θετικής επικοινωνίας, όπως η ενσυναίσθηση, η αποδοχή, η συγχώρεση, κτλ.

Μάλιστα, αυτή τη φορά, η ανάδειξη αυτή συμβαίνει στην πιο ώριμη μορφή της, αφού φαίνεται να γίνεται με επίγνωση (γνωρίζω γιατι είναι καλο και το επιλέγω) και όχι επειδή το επέβαλε η θρησκεία, οι ηθικοί κανόνες της κοινωνίας, κτλ. Ίσως, και αν θέλουμε να προσεγγίσουμε αισιόδοξα το ζήτημα, βαδίζουμε σ’ ένα νέο δρόμο αλληλεπίδρασης πιο προσαρμοσμένο στις σύγχρονες ανάγκες. 

Β΄ Μέρος: Τα έμμεσα οφέλη στη σωματική υγεία, αλτρουισμός-ο αντίπαλος του άγχους, όροι και προϋποθέσεις.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Αλεξάνδρα Αλεξίου

alexiou alexandra02Τελειόφοιτη της ψυχολογίας στο University of York, και της φιλολογίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.