Ο Ιωνάθαν ο Γλάρος πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή του μόνος, αλλά πέταξε πολύ μακριά, πέρα κι από τους Μακρινούς Βράχους. Η μεγάλη του θλίψη δεν οφειλόταν τόσο στη μοναξιά όσο στο ότι οι άλλοι γλάροι δεν θέλησαν να πιστέψουν στο μεγαλείο της πτήσης που τους περίμενε. Είχαν αρνηθεί ν' ανοίξουν τα μάτια τους και να δουν.
Εκείνος πάλι, κάθε μέρα, μάθαινε και πιο πολλά. Έμαθε ότι μια αεροδυναμική βουτιά με μεγάλη ταχύτητα μπορούσε να τον φέρει στις αγέλες των σπάνιων και γευστικών ψαριών που συνωστίζονταν τρία μέτρα κάτω από την επιφάνεια του ωκεανού.
Έμαθε πως δεν χρειαζόταν πια ψαρόβαρκες και μπαγιάτικο ψωμί για να επιβιώσει.
Έμαθε να κοιμάται στον αέρα και, χαράσσοντας μια νυχτερινή πορεία δια μέσου του θαλασσινού ανέμου, κάλυπτε εκατό μίλια από το ηλιοβασίλεμα μέχρι το χάραμα.
Ασκώντας τον ίδιο εσωτερικό έλεγχο, πετούσε μέσα από πυκνές θαλασσινές ομίχλες κι ανέβαινε ψηλά από πάνω τους σε αστραφτερούς, καταγάλανους ουρανούς... την ίδια ακριβώς στιγμή που όλοι οι άλλοι γλάροι στέκονταν στο έδαφος και δεν ήξεραν τίποτε άλλο εκτός από ομίχλες και βροχές.
Έμαθε ακόμα να ιππεύει τους δυνατούς ανέμους που τον έφερναν βαθιά στο εσωτερικό μιας χώρας, όπου χόρταινε με διάφορα γευστικά έντομα.
Όλα όσα κάποτε οραματιζόταν για το Σμήνος, τώρα τα κέρδιζε μόνο για τον εαυτό του. Έμαθε να πετάει, δεν μετάνιωνε για το τίμημα που είχε πληρώσει.
Ο Ιωνάθαν ο Γλάρος ανακάλυψε ότι η ανία, ο φόβος και ο θυμός αποτελούν τις αιτίες που ο βίος των γλάρων είναι τόσο σύντομος και, με αυτά τα συνασθήματα διωγμένα οριστικά από το νου του, μπόρεσε κι έζησε μια μακροχρόνια κι ευτυχισμένη ζωή.
Και ήταν τότε που ήρθαν εκείνοι αργά ένα βράδυ και βρήκαν τον Ιωνάθαν να ανεμοπορεί γαλήνιος και μονάχος στον πολυαγαπημένο του ουρανό. Οι δυο γλάροι που εμφανίστηκαν, από ένας στο πλάι της κάθε φτερούγας του, ήταν καθάριοι σαν την αστροφεγγιά, με μια λάμψη απαλή και φιλική στον αέρα της βαθιάς νύχτας. Πιο όμορφη απ' όλα, όμως, ήταν η επιδεξιότητα με την οποία πετούσαν, κινώντας τις άκρες των φτερών τους σε μια σταθερή απόσταση ακριβώς τριών εκατοστών από τα δικά του.
Χωρίς προειδοποίηση ο Ιωνάθαν τους υπέβαλε στο τεστ του, ένα τεστ που δεν το είχε περάσει ποτέ κανένας γλάρος.
Έστρεψε τις φτερούγες και μείωσε την ταχύτητά του στο ένα μίλι την ώρα, μένοντας σχεδόν ακίνητος. Τα δύο ακτινοβόλα πουλιά ελάττωσαν σχεδόν ταυτόχρονα και με την ίδια ευκολία τη δική τους ταχύτητα, διατηρώντας πάντα την ίδια απόσταση. Γνώριζαν την τεχνική της αργής πτήσης.
Εκείνος δίπλωσε κατόπιν τα φτερά του, έκανε μια βόλτα στον αέρα και βούτηξε με εκατόν ενενήντα μίλια την ώρα. Τον ακολούθησαν κι οι δυο μαζί σε έναν άψογο σχηματισμό.
Τέλος ο Ιωνάθαν μετέτρεψε αυτή την ταχύτητα σε μια μακριά κάθετη αργή περιστροφή. Οι γλάροι τον μιμήθηκαν, χαμογελώντας. Επανήλθε σε ομαλή πτήση κι έμεινε μερικές στιγμές σιωπηλός πριν μιλήσει:
«Πολύ ωραία», είπε. «Τώρα πείτε μου ποιοι είστε!»
«Ιωνάθαν, είμαστε απ' το Σμήνος σου. Αδέρφια σου είμαστε».
Η φωνή τους ήταν δυνατή και ήρεμη.
«Ήρθαμε να σ' ανεβάσουμε πιο ψηλά, να σε πάμε σπίτι σου».
«Εγώ δεν έχω σπίτι. Ούτε Σμήνος. Είμαι Απόβλητος. Και τώρα που μιλάμε, βρισκόμαστε στην κορυφή του Μεγάλου Ανέμου των Βουνών. Μερικές δεκάδες μέτρα ψηλότερα και δεν θα μπορεί να πάει άλλο το γέρικο κορμί μου».
«Και βέβαια μπορεί, Ιωνάθαν. Μπορεί γιατί το 'χεις μάθει να το κάνεις. Τελείωσες τη φοίτησή σου στο ένα σχολείο και τώρα ήρθε η ώρα ν' αρχίσεις σ' ένα άλλο».
Η κατανόηση που φώτιζε όλη του τη ζωή έλαμψε πάλι εκείνη τη στιγμή για τον Ιωνάθαν το Γλάρο. Δίκιο είχαν. Μπορούσε να πετάξει ψηλότερα και ήταν καιρός πια να πάει σπίτι του.
Έριξε μια τελευταία παρατεταμένη ματιά στον ουρανό και σε εκείνη τη μεγαλοπρεπή, ασημένια γη, όπου τόσα πολά είχε μαθει.
«Είμαι έτοιμος», είπε τελικά.
Το παρόν άρθρο αποτελεί αδειοδοτημένο απόσπασμα από το βιβλίο Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον που κυκλοφορεί από της εκδόσεις Διόπτρα.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Τμήμα Σύνταξης της Πύλης Ψυχολογίας Psychology.gr
Επιμέλεια και συγγραφή άρθρων, μετάφραση & απόδοση ξενόγλωσσων άρθρων.