Ακρόαση άρθρου......

Τα τελευταία χρόνια η σεξουαλικότητα των ατόμων με νοητική καθυστέρηση αποτελεί αντικείμενο μελέτης πολλών ερευνών (Ludlow, 1991· Stinson, Christian, & Dotson, 2002).

Αρκετές απ’ αυτές αναφέρουν ότι και τα άτομα με νοητική καθυστέρηση έχουν παρόμοιες σεξουαλικές ανάγκες με εκείνες των ατόμων χωρίς αναπηρίες (Kempton & Kahn, 1991· Whithouse & McCabe, 1997) ενώ, παράλληλα, έχει τονιστεί η ανάγκη να ενισχυθεί η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών με οργανωμένο τρόπο στο πλαίσιο της γενικής εκπαίδευσης, χωρίς όμως αυτό να περιορίζει το σημαντικό ρόλο της οικογένειας (Kempton & Caparulo, 1983· Kupper, et al., 1992· Κιντής, 1996).

Ωστόσο, η σεξουαλικότητα των ατόμων με νοητική καθυστέρηση είναι ένα περίπλοκο και ευαίσθητο θέμα συζήτησης και οι συχνές παρερμηνείες σχετικά με τη σεξουαλικότητά τους συντηρούν τους περιορισμούς τόσο στον επιστημονικό όσο και στον εκπαιδευτικό κλάδο.

Τι ορίζουμε ως Νοητική καθυστέρηση

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η νοητική καθυστέρηση «είναι μια κατάσταση καθυστερημένης ή ατελούς ανάπτυξης του νου, η οποία χαρακτηρίζεται από βλάβη στις δεξιότητες και στη γενική νοημοσύνη σε τομείς γνωστικών, γλωσσικών, κινητικών και κοινωνικών δεξιοτήτων.

Χαρακτηριζόμενη επιπλέον και ως νοητική αναπηρία ή μειονεξία, η νοητική καθυστέρηση μπορεί να προκύψει με ή χωρίς συνύπαρξη άλλων σωματικών ή ψυχικών διαταραχών» (World Health Organisation, 2000).

Τα αίτιά της μπορεί να είναι γενετικά ή πρωτογενή ή εγγενή και περιβαλλοντικά ή δευτερογενή ή επιγενή (AAMR, 1992· Παρασκευόπουλος, 1980).

Τα άτομα με νοητική καθυστέρηση παρουσιάζουν δυσκολίες προσαρμογής στο οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον. Έχουν σε μειωμένο βαθμό, ή δεν έχουν καθόλου, κριτική σκέψη, ταχεία αντίληψη και αφαιρετικές ικανότητες.

Η ομιλία, το βάδισμα και η γενική κινητικότητα καθυστερούν και κάποτε δε φτάνουν ποτέ σε ικανοποιητικά επίπεδα για την αυτοεξυπηρέτησή τους (Πιστικίδου-Δρόσου, 1982). Παρουσιάζουν προβλήματα συμπεριφοράς (Hove & Havik, 2008· Myrbakk & Tetzchner, 2008), έχουν περιορισμένες ευκαιρίες να αναπτύξουν κοινωνικές δεξιότητες, λιγότερη πρόσβαση στα εκπαιδευτικά προγράμματα και σε δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, ενώ υπάρχει αυξημένος κίνδυνος να τα περιορίσουν και να ασκήσουν πάνω τους βία (Murphey, et al., 2005).

Διαβάστε ακόμη στο Psychology.gr το σχετικό άρθρο: Νοητική καθυστέρηση και σύνδρομο του εύθραυστου Χ

Η σεξουαλικότητα στην νοητική καθυστέρηση

Η σεξουαλικότητα ως έννοια είναι πολυσήμαντη, πολυδιάστατη και περικλείει πολλές όψεις, καθώς περιλαμβάνει φυσικές, κοινωνικές και ψυχολογικές διαστάσεις (Bernhard, 2002· Shakespeare, et. al., 1996· Sheerin & Sines, 1999).

6 ΒΙΩΜΑΤΙΚΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΥΠΑΡΞΙΑΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ | Εισηγητής: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt, συγγραφέας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για το σύνολο των σεμιναρίων.

   Η σεξουαλικότητα των νοητικά καθυστερημένων ατόμων συνιστά μία κοινωνική κατασκευή, η οποία δεν τους αποδίδει έμφυλες και σεξουαλικές ταυτότητες καθώς ανατροφοδοτείται από κοινωνικές πεποιθήσεις και ιδεολογικές δομές και πρακτικές (Milligan & Neufeldt, 2001) που περιλαμβάνουν περιορισμένη κοινωνική αποδοχή των σεξουαλικών τους δραστηριοτήτων, καταπατούν τα σεξουαλικά τους δικαιώματα και επιβάλλουν διακρίσεις με οξυμμένη μορφή (Kempton & Kahn, 1991).

Oι Shakespeare, et al. (1996) αναφέρουν ότι η σεξουαλικότητα των νοητικά καθυστερημένων ατόμων σπάνια θεωρείται ανθρώπινο δικαίωμα.

Αυτό όμως σημαίνει ότι τα άτομα αυτά υφίστανται σεξουαλικούς περιορισμούς, διαχωρισμούς και εξαναγκασμούς, πέφτουν θύματα βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης, ενώ συχνά το περιβάλλον τους τα χειραγωγεί και τα καθιστά ανεύθυνα και παθητικά, στερώντας τους παράλληλα το δικαίωμα σε ευκαιρίες και επιλογές.

Όλα αυτά υποστηρίζονται από έρευνες που αποδεικνύουν ότι τα άτομα με νοητική καθυστέρηση είναι 4-10 φορές πιθανότερο να υποστούν σεξουαλική παρενόχληση σε σχέση με τα άτομα χωρίς καθυστέρηση (Wilson, et al., 1996· Horner-Johnson & Drum, 2006).

Σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση ατόμων με νοητική καθυστέρηση

Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν είναι φανερή η ανάγκη της πρόληψης της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης των ατόμων με νοητική καθυστέρηση. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα απ’ την εκπαίδευσή τους σε κοινωνικές δεξιότητες και τη σεξουαλική τους διαπαιδαγώγηση.

ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Σημαντικός, συνεπώς, είναι ο ρόλος του σχολείου, ως βασικός φορέας κοινωνικοποίησης, στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών αυτών και η συμβολή του στο δικαίωμά τους να διαθέτουν ως ενήλικες κανονική σεξουαλική ζωή. Είναι απαραίτητο όμως να λαμβάνεται υπόψη ότι τα άτομα με  νοητική καθυστέρηση είναι μια ανομοιογενής ομάδα κάτι που επηρεάζει σημαντικά τις ανάγκες τους και την παιδαγωγική τους αντιμετώπιση.

Η αναγκαιότητα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης των νοητικά καθυστερημένων ατόμων

Πολλοί ερευνητές έχουν τονίσει την αναγκαιότητα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης των νοητικά καθυστερημένων ατόμων και την ένταξή της στο εκπαιδευτικό πλαίσιο (McCabe, 1993· Oliver, et al., 2002).

Ωστόσο, η ιστορία της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης για τα άτομα αυτά έχει χαρακτηριστεί από παραμέληση, διαστρέβλωση και ανοχή (Cambridge & Mellan, 2000) και δεν υφίσταται παράδοση σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης ώστε να προτείνεται ένα κοινά αποδεκτό μοντέλο (Πανάικας & Κυριάκη, 2003).

Στο παρελθόν χαρακτηρίστηκε έως και επικίνδυνη γιατί θεωρήθηκε πιθανό ότι θα τα οδηγούσε σε έντονη σεξουαλική ζωή χωρίς φραγμούς (Kempton & Rose, 1986) ενώ αργότερα αποδείχθηκε ότι αυτή η άποψη δεν ευσταθεί (Craft, 1993· McCabe, et al., 2003).

Όμως, η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι απαραίτητη για τα παιδιά με  νοητική καθυστέρηση, προκειμένου να αυξήσει τη σεξουαλική τους ενημερότητα σε θέματα όπως η πρόληψη της σεξουαλικής παρενόχλησης, κακοποίησης και εκμετάλλευσης (Tharinger, et al., 1990), η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, η πρόληψη των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, καθώς και η κατάλληλη σεξουαλική συμπεριφορά στο κοινωνικό περιβάλλον (Craft, 1983) και το σχολείο οφείλει να τους προσφέρει την απαραίτητη γνώση χωρίς αρνητική στάση, προκαταλήψεις ή προλήψεις (Craft & Craft, 1983).

Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση πρέπει να αρχίζει πριν τα άτομα αναπτύξουν συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς (Kirby, 2001) αλλά είναι κατανοητό ότι η ακριβής ηλικία εξαρτάται από τη σωματική, συναισθηματική και νοητική ανάπτυξη του παιδιού.

Σε μια έρευνα εκπαιδευτικοί μαθητών με νοητική καθυστέρηση ανέφεραν στην πλειοψηφία τους ότι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση θα πρέπει να προσφέρεται τόσο στο γυμνάσιο όσο και στο λύκειο ενώ το 67% ανέφερε ότι είναι απαραίτητο να προσφέρεται και στο δημοτικό (Howrd-Barr, et al., 2005). Επιπλέον, η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση πρέπει να είναι μια συνεχόμενη διαδικασία ετών, ώστε να μεγιστοποιηθεί το όφελος απ’ αυτή (Kupper, 1995· Mirfin-Veitch, et al., 2000· Becker, 2001).

Σύμφωνα με τη Wood (2004) ορισμένες αποτελεσματικές διδακτικές στρατηγικές που μπορούν να ενταχθούν στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών με  νοητική καθυστέρηση είναι η συζήτηση καθημερινών σεναρίων παρμένα απ’ την τηλεόραση, τα περιοδικά ή την καθημερινή ζωή, η εξιστόρηση ιστοριών, ποιημάτων ή τραγουδιών, το παίξιμο ρόλων, οι εικόνες, τα βίντεο, τα παιχνίδια, καθώς και η χρήση μαριονετών και κούκλων.

Παρόλα αυτά, τις περισσότερες φορές οι εκπαιδευτικοί δεν είναι κατάλληλα ενημερωμένοι και καταρτισμένοι για να ανταποκριθούν στις ανάγκες και απαιτήσεις της σεξουαλικής εκπαίδευσης των παιδιών αυτών ενώ έχει αποδειχθεί ότι όταν δεν εφαρμόζουν συγκεκριμένες στρατηγικές εκπαίδευσης που να είναι χρήσιμες στα παιδιά τότε τα μαθήματα δεν είναι αποτελεσματικά (Mirfin-Veitch, et al., 2000).

Η Wood (2004) αναφέρει, επίσης, και το άγχος των εκπαιδευτικών στην προσπάθειά τους να χειριστούν θέματα σεξουαλικότητας ενώ αξιοσημείωτο είναι και το ότι οι στάσεις και αντιλήψεις τους σχετικά με τη σεξουαλικότητα και το σεξ μπορεί να επηρεάσουν την επιλογή θεμάτων της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης (Howrd-Barr, et al., 2005).

Είναι, επίσης, απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη ότι τα παιδιά με νοητική καθυστέρηση χρειάζονται ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα όσον αφορά στην επιλογή και παρουσίαση των πληροφοριών, έχουν λιγότερη πρόσβαση σε πηγές ενημέρωσης και ίσως και να χρειάζονται περισσότερο χρόνο και επαναλήψεις για να κατανοήσουν τις έννοιες που διδάσκονται.

Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να είναι ελεύθεροι από αναστολές, να προσεγγίζουν το παιδί διακριτικά, να ενθαρρύνουν τις διαπροσωπικές του σχέσεις και να του δίνουν το μήνυμα ότι η ανθρώπινη σεξουαλικότητα είναι αλληλένδετη με τον ψυχικό και συναισθηματικό μας κόσμο.

Επομένως, φαίνεται ότι τα άτομα με νοητική καθυστέρηση είναι περισσότερο ευάλωτα και πρέπει η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση να αποτελεί τμήμα της γενικότερης αγωγής τους, να αρχίζει απ’ την οικογένεια και να συνεχίζεται στο σχολείο.

Συνεπώς, είναι επιτακτική ανάγκη να γίνουν τα απαραίτητα βήματα ώστε να υπάρχει κατάλληλος παιδαγωγικός σχεδιασμός, οργάνωση και εφαρμογή προγραμμάτων σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης για τα παιδιά αυτά, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες τους οι οποίες απορρέουν από τις διαδικασίες σεξουαλικής κοινωνικοποίησης στο πολιτισμικό τους πλαίσιο.

Έτσι θα αποκτήσουν τις απαραίτητες γνώσεις για τη λειτουργία και την υγιεινή του σώματός τους, θα κατανοήσουν τις ευθύνες τους για το σώμα τους και τις πράξεις τους, θα ενημερωθούν για την αναπαραγωγή, τους τρόπους αντισύλληψης και πρόληψης νοσημάτων, και θα αποκτήσουν τα απαραίτητα εφόδια για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους, την αποφυγή και την αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης, καθώς και την ανάπτυξη και βελτίωση των διαπροσωπικών τους σχέσεων.

Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών με  νοητική καθυστέρηση θα πρέπει να παρέχεται με τέτοιο τρόπο και με τέτοιες στρατηγικές ώστε να συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας της προσωπικής τους ζωής ως ενήλικες.


Ελληνική Βιβλιογραφία

Κιντής, Γ. (1996). Σεξουαλική Αγωγή στην Ελλάδα. Προβληματισμοί και Προτάσεις. Πρακτικά Σεμιναρίου Διαφυλικών Σχέσεων.  Τόμος Β, 565-577.

Πανάικας, Π., & Κυριάκη, Σ. (2003). Νοητική υστέρηση και Σεξουαλική Αγωγή: Ερευνητική προσέγγιση των στάσεων και αντιλήψεων του διδακτικού και υποστηρικτικού προσωπικού των ΣΜΕΑ σε θέματα σχετικά με τη διδασκαλία της σεξουαλικής αγωγής σε μαθητές με νοητική υστέρηση. Στο Πανάικας, Π., & Κυριάκη, Σ. (επιμ.). Σεξουαλική Αγωγή και Νοητική Υστέρηση. Αθήνα: Αυτοέκδοση.

Παρασκευόπουλος, Ι. (1980). Νοητική Καθυστέρηση – Διαφορική διάγνωση, αιτιολογία-πρόληψη, ψυχοπαιδαγωγική αντιμετώπιση. Αθήνα: ΟΕΔΒ.

Πιστικίδου-Δρόσου, Λ. (1982). Το Ασκήσιμο Νοητικά Καθυστερημένο Παιδί. Αθήνα: Εταιρεία Ελληνικών Εκδόσεων.

Ξένη Βιβλιογραφία

American Association on Mental Retardation (AAMR), (1992). Mental Retardation: Definition, Classification and Systems of Support. 9th ed. Washington DC: American Association on Mental Retardation.

Becker, J. R. (2001). Single-gender schooling in the public sector in California: Promise and practice. In Atweh, B., Forgasz, H., & Nebres, B. (eds.). Sociocultural research on mathematics education: An international perspective. Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum Associates.

Bernhard, L. (2002). Sexuality and Sexual Health Care for Women [Lifestyle Issues in Women]. Clinical Obstetrics and Gynecology, 45(4), 1089-1098.

Cambridge, P., Mellan, B. (2000). Reconstructing the Sexuality of Men with Learning Disabilities: empirical evidence and Theoretical interpretations of need. Disability & Society, 15(2), 293-311.

Craft, A. (1993). Parents with Learning Disabilities: An Overview. Parents with Learning Disabilities, 5-12.

Craft, A. (1983). Teaching Programs and Training Techniques. In Craft, A., Craft, M. (eds.). Sex Education and Counseling for Mentally Handicapped People. London: Costello.

Craft, A., & Craft, M. (1983). Implications for the future. In Craft, A., & Craft, M., Sex education and counseling for mentally handicapped people. Tunbridge Wells: Costello.

Horner-Johnson, W., & Drum, C. E. (2006). Prevalence of maltreatment of people with intellectual disabilities: A review of recently published research. Mental Retardation and Developmental Disabilities Research Reviews, 12, 57-69.

Hove, O., & Havik, O, (2008). Mental disorders and problem behavior in a community sample of adults with intellectual disability: Three-month prevalence and comorbidity. Journal of Mental Health Research in Intellectual Disabilities, 1, 223-237.

Howard-Barr, E. M., Rienzon, B. A., Morgan-Pigg, R., & James, D. (2005). Teacher beliefs, professional preparation, and practices regarding exceptional student and sexuality education. Journal of School Health, 75(3), 99-104.

Kempton, W., & Caparulo, F. (1983). Counseling parents & care staff on the sexual needs of mentally handicapped people. In Graft, A., & Graft, M., (Eds.), Sex education & counseling for mentally handicapped people. Tunbridge Wells: Costello. 

Kempton, W., & Kahn, E. (1991). Sexuality and people with intellectual disabilities: A historical perspective. Sexuality and Disability, 9(2), 93-110.

Kempton, W., & Rose, F. (1986). Guidelines for Training in Sexuality and the Mentally Handicapped. Pennsylvania.

Kirby, D. (2001). Understanding what works and what doesn’t in reducing adolescent sexual risk-taking. Family Planning Perspectives, 33(6), 276-281.

Kupper, L. (1995). Comprehensive sexuality education for children and youth with disabilities. SIECUS Report, 23(4), 3-8.

Kupper, L., Ambler, L., & Valdivieso, C. (1992). Sexuality education for children and youth with disabilities, National Information Center for Children and Youth with Disabilities News Digest, 17, 1-43.

Ludlow, B. L. (1991). Contemporary issues in sexuality and mental retardation. Advances in Mental Retardation and Developmental Disabilities, 4, 1-26.

McCabe, M.P., Taleporos, G., & Dip, G. (2003). Sexual esteem. Sexual satisfaction & sexual behavior among people with physical disability. Archives of Sexual Behavior, 32(4).

McCabe, M.P. (1993). Sex education programs for people with mental retardation. Mental Retardation, 31(6), 377-387.

Milligan, M., Neufeldt, A. (2001). The Myth of Asexuality: A Survey of Social and Empirical Evidence. Sexuality and Disability, 19(2), 91-109.

Mirfin-Veitch, B., Bray, A., Moore, T., Walker, R., & Ross, N. (2000). Promoting awareness of women’s health: Health education with women with an intellectual disability. Paper presented to the 11th World Congress of the International Association for the Scientific Study of Intellectual Disability (IASSID) “New Millennium: Research to Practice.” Seattle, Washington, USA, August 1-6. 

Murphey, G. H., Beadle-Brown, J., Wing, L., Gould, J., Shah, A., Holmes, N. (2005). Chronicity of challenging behaviors in people with severe intellectual disabilities and/or autism: A total population sample. Journal of Autism and Developmental Disorders, 35(4), 405-418.

Myrbakk, E., & Tetzchner, S. (2008). Psychiatric disorders and behavior problems in people with intellectual disability. Research in Developmental Disabilities, 29, 316-332.

Oliver, M., Anthony, A., Leimkuhl, T., Skillman-Matthew, G. (2002). Attitudes Toward Acceptable Socio-Sexual Behaviors for Persons with Mental Retardation: Implications for Normalization and Community Integration. Education and Training in Mental Retardation and Developmental Disabilities, 37(2), 193-201.

Shakespeare, T., Gillespie-Sells, K., & Davies, D. (1996). The sexual politics of disability. London and New York: Cassell.

Sheerin, F., & Sines, D. (1999). Marginalization and its effects on the sexuality-related potentials of the learning disabled person. Journal of Learning Disabilities for Nursing, Health and Social Care, 3(1), 39-49.

Stinson, J., Christian, L., & Dotson, L. A. (2002). Overcoming Barriers to the Sexual Expression of Women With Developmental Disabilities. Research and Practice for Persons with Severe Disabilities, 27(1), 18-26.

Tharinger, D., Horton, C., Millea, S. (1990). Sexual abuse and exploitation of children and adults with mental retardation and other handicaps. Child Abuse and Neglect, 14(3), 301-312.

Wehmeyer, M. L., & Garner, W. N. (2003). The impact of personal characteristics of people with intellectual and developmental disability on self-determination and autonomous functioning. Journal of Applied Research in Intellectual Disabilities, 16, 255-265.

Whithouse, M., & McCabe, M. P. (1997). An evaluation of a sex education program for people with mild to moderate intellectual disability. Health Perspective: Research, Policy and Practice, 1, 19-29.

Wilson, C., Seaman, L., & Nettlebeck, T. (1996). Vulnerability to criminal exploitation: influence of interpersonal competence differences among people with retardation. Journal of Intellectual Disability Research, 40, 8-16.

Wood, M. (2004). Sexuality and relationships education for people with Down Syndrome. Down Syndrome News and Update, 4(2), 42-51.

World Health Organisation (2000). International Classification of Functioning and Disability. Geneva: World Health Organisation.

 

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Αθανασία Αρούνη

arouni athanasiaΑπόφοιτος ψυχολογίας του ΕΚΠΑ, απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Ειδικής Αγωγής (Βόλος). Κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου "Εκπαιδευτική ψυχολογία" (Νεάπολις Πάφου)