Οι άνθρωποι ζούμε επικίνδυνα καταπιεστικά. Όποτε αφήνουμε τα μάτια μας να υγραίνονται βιαζόμαστε να μεταφράσουμε αυτοκαταστροφικά τη φύση μας. Τρέχουμε να τα σκουπίσουμε, να καθαρίσουμε άλλη μια στιγμή αδυναμίας αποτυγχάνοντας να δούμε πως στην ουσία αυτή ήδη καθαρίζει εμάς.
Για την πλειοψηφία το κλάμα είναι κατ’ εξοχήν ένδειξη λύπης, δυσφορίας, απόγνωσης και άλλων αρνητικών συναισθημάτων και τα δάκρυα προπομπός αυστηρά του κακού, του στραβού, του ανεπιθύμητου.
Καταπιέζοντας, λοιπόν, ακόμη μία άκρως αναγκαία μας λειτουργία απομακρυνόμαστε από το εσωτερικό μας παιδί. Αυτό που συνεχίζει να θέλει να αγγίξει τις άλλες χορδές μας, να ενεργοποιεί κάθε στιγμή τις κεραίες μας. Του αντιστεκόμαστε και γινόμαστε ολοένα και πιο ξύλινοι, πετρώνουμε σαν τα αγάλματα και τα ρομπότ κάνοντάς τους το όλο και πιο εύκολο να μας αντικαταστήσουν.
Κι όμως... Στα υγρά μάτια κρύβεται μεγάλος θησαυρός. Η ηρεμία, η γαλήνη που ξεκινά από εκεί μέσα, γεννούν την πιο καθαρή αγάπη. Μια αληθινή προσήλωση στη στιγμή. Αυτά τα δάκρυα είναι η καρδιά που δε χωράει σε λέξεις. Η σιωπή που τόσο μελωδικά κυλάει.
Σε κάθε αληθινή ψυχοθεραπευτική στιγμή της ζωής μας τα μάτια αξίζει να αφεθούν ελεύθερα. Να συμμετέχουν ενεργά.
Και φυσικά, και η βιολογία συμφωνεί σε αυτό. Επειδή η ανεπιθύμητη πίεση και το άγχος μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ψυχοσωματικών αντιδράσεων, καρδιακής προσβολής και να βλάψει ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου μας, η ανθρώπινη ικανότητα μας να κλαίμε έχει θεραπευτική αξία επιβίωσης. «Τα συναισθηματικά δάκρυα περιέχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις πρωτεϊνών, μαγγανίου και της ορμόνης προλακτίνης που παράγεται κατά τη διάρκεια του κινδύνου ή της διέγερσης που προκαλείται από το άγχος», λέει ο Δρ Carrie Lane του Πανεπιστημίου του Τέξας.
Οι πιο πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι πάνω από 80% των περιπτώσεων όπου οι άνθρωποι κλαίνε, μία αίσθηση ανακούφισης, ευφορίας, ηρεμίας ακολουθεί. Άλλες μελέτες αποκαλύπτουν πως άνθρωποι με αλεξυθυμικές [ανεπάρκεια αίσθησης των συναισθημάτων] ή ανηδονικές [αδυναμία να αντλήσουν ευχαρίστηση από όμορφες εμπειρίες] τάσεις, μπορούν να ωφεληθούν από θεραπευτικές παρεμβάσεις που ενθαρρύνουν το κλάμα.
Εν ολίγοις, πρέπει να δοθεί μια καινούργια σημασία στα δάκρυα. Μια νέα ποίηση, όπως λέει ο Όσσο. Μια νέα διάσταση.
Αξίζει να ντρεπόμαστε για ό,τι πιο φυσικό μας έχει απομείνει;
Αυτή η φύση, δε γνωρίζει φύλο. Δεν μιλάει τη γνωστή γλώσσα. Δεν έχει ανάγκη από συμφωνήεντα.
Δεν μας έχουν μείνει πολλά. Αλλά ούτε χρειαζόμαστε και πολλά. Μόλις καταλάβουμε πως δεν πρέπει να φοβόμαστε πια να δακρύζουμε, η ελευθερία τους θα ξεκινήσει να γεννά κι άλλη αγάπη μέσα μας. Ας απολαμβάνουμε κάθε νέα σταγόνα, λοιπόν, και μάλιστα πολύ. Κάθε νέο υγρό τραγούδι μας και μάλιστα πολύ.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Γλωσσολόγος, με μεταπτυχιακή ειδίκευση στην Ψυχογλωσσολογία και τη Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού.
Μετεκπαίδευση στην Ανασυνδυασμένη - Εκλεκτική Συμβουλευτική και Ψυχοθεραπεία.