Η επιλεκτική αλαλία είναι μια ιδιαίτερη και σπάνια συναισθηματική διαταραχή της παιδικής ηλικίας, πολυδιάστατης αιτιολογίας και με διαφορετικές προσεγγίσεις θεραπείας τόσο ψυχοθεραπευτικές όσο και φαρμακευτικές.
Αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά το 1877 από τον Kussamaul που την ονόμασε εθελοντική αφασία (aphasia voluntarism), ενώ στις αρχές της δεκαετίας του 1930 η διαταραχή μετονομάστηκε "εκλεκτική αλαλία" (elective mutism) από τον Trammer, για να περιγραφεί ως επιλεκτική αλαλία (selective mutism) στο DSM-ΙV και ως «εκ σεσημασμένη, συναισθηματικά καθοριζόμενη επιλεκτικότητα στην ομιλία, τέτοια ώστε το παιδί να εκδηλώνει την λεκτική ικανότητά του σε κάποιες καταστάσεις αλλά να μην μιλάει σε άλλες», σύμφωνα με τον ορισμό που δίνεται στο ICD–10.υ
Κλινική εικόνα της επιλεκτικής αλαλίας
Επιλεκτική αλαλία είναι η άρνηση του παιδιού να μιλήσει έξω από το περιβάλλον του σπιτιού αν και έχει φυσιολογική ή σχεδόν φυσιολογική χρήση του λόγου στο σπίτι. Δεν εξηγείται στο πλαίσιο άλλης διαταραχής στην επικοινωνία, π.χ τραυλισμός, και δεν οφείλεται σε έλλειψη γνώσης της ομιλούμενης γλώσσας. Εκδηλώνεται κατά την είσοδο του παιδιού στο σχολείο ενώ η έναρξή της έχει τις ρίζες της στην ηλικία 3–8 ετών. Το παιδί είναι ιδιαίτερα ομιλητικό στο σπίτι προς τους γονείς και τα αδέρφιά του, αν και αρκετές φορές διαλέγει μπροστά σε ποιον θα μιλήσει. Συνήθως επικοινωνεί με χειρονομίες, παντομίμα και ζωγραφική με τους ξένους, ενώ στο σχολείο μπορεί να αρνείται να μιλήσει στους δασκάλους του, αλλά να μιλά με συνομιλήκους του. Αν και οι νοητικές του ικανότητες είναι φυσιολογικές ή ανώτερες, συχνά παρατηρείται μια μικρή καθυστέρηση στην εξέλιξη του λόγου του τα 2–3 πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα παιδιά αυτά ειναι συνήθως εσωστρεφή και αποτραβηγμένα από κοινωνικές επαφές, ενώ οι μητέρες τους είναι αγχώδεις και ψυχαναγκαστικές με αποτέλεσμα να γίνονται υπερπροστατευτικές.
Τραυματικά γεγονότα ή απότομες αλλαγές στη ζωή του παιδιού (μετανάστευση σε περιοχή που μιλούν άλλη γλώσσα, νοσηλεία, αποχωρισμός από την οικογένεια, φυσικό τραύμα ή κακοποίηση) έχουν αποδειχτεί εκλυτικοί παράγοντες για την εμφάνιση της διαταραχής αυτής. Η επιλεκτική αλαλία έχει επιπτώσεις στην εκπαιδευτική και επαγγελματική επίδοση ή στην επικοινωνία του ατόμου, αν και η πρόγνωσή της είναι θετική, με τα μισά περίπου από τα παιδιά αυτά να ξεπερνούν το πρόβλημα μετά από λίγους μήνες και κατά την διάρκεια της σχολικής χρονιάς.
Η αιτιοπαθογένεια του φαινομένου
Παρατηρούνται διαφορετικές προσεγγίσεις σχετικά με την αιτιοπαθογένεια της διαταραχής της επιλεκτικής αλαλίας. Σύμφωνα με την ψυχοδυναμική προσέγγιση, η επιλεκτική αλαλία είναι η εχθρική ή καταστροφική ενόρμηση του παιδιού απέναντι στο γονέα του. Είναι ένας μηχανισμός αντιμετώπισης του θυμού και του άγχους του παιδιού και ένα μέσο τιμωρίας των γονιών του. Για την συμπεριφορική θεωρία η επιλεκτική αλαλία είναι μια μαθημένη συμπεριφορα χειρισμού του περιβάλλοντος, ένα σύμπτωμα του άγχους του ατόμου απέναντι σε αρνητικά κοινωνικά ερεθίσματα και όχι μια συμπεριφορά χειραγώγησης. Η οικογενειακή θεωρία πρεσβεύει πως η επιλεκτική αλαλία είναι το αποτέλεσμα μιας παθολογικής σχέσης γονέα-παιδιού κατα την οποία η έντονη εξάρτηση του παιδιού προς τον γονέα του δημιουργεί φόβο και δυσπιστία για τον εξωτερικό κόσμο, με αποτέλεσμα η απουσία της γονικής προστασίας σε περιβάλλοντα εκτός του σπιτιού να προκαλεί έντονη φοβία που εκδηλώνεται ως αλαλία. Επί πλέον, έχει βρεθεί συσχέτιση της επιλεκτικής αλαλίας με την μετατραυματική αγχώδη διαταραχή, αφού περιπτώσεις παιδιών εκτεθειμένων σε σοβαρό τραύμα ή κακοποίηση παρουσίασαν αλαλία ως αντίδραση αποφυγής στο τραύμα.
Η θεραπεία της επιλεκτικής αλαλίας
Η θεραπεία για την επιλεκτική αλαλία συνίσταται κυρίως σε ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις όπως η ψυχοδυναμική προσέγγιση, η συμπεριφοριστική και η οικογενειακή προσέγγιση.
Στην ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία το παιδί ενθαρρύνεται να εκφράσει τα επώδυνα συναισθήματά του ή τον θυμό του απέναντι στους γονείς του. Γίνεται παράλληλα και συμβουλευτική γονέων για πιθανή τροποποίηση της ενδοοικογενειακής επικοινωνίας. Η συμπεριφερειολογικη ψυχοθεραπεία εστιάζει στη θετική ενίσχυση της λεκτικής επικοινωνίας, ενώ εντοπίζει και αντιμετωπίζει έγκαιρα και άμεσα κάθε αρνητική ενίσχυση. Η οικογενειακή ψυχοθεραπεία αναγνωρίζει τους οικογενειακούς παράγοντες που αναπτύσσσουν ή διαιωνίζουν την επιλεκτική αλαλία και ενσωματώνει ολόκληρη την οικογένεια —μερικές φορές και το προσωπικό του σχολείου— στη θεραπευτική διαδικασία, ώστε να βοηθηθεί το παιδί να ξεπεράσει το άγχος και την αναστολή του.
Τέλος, η φαρμακευτική αγωγή που προτείνεται σε κάποιες περιπτώσεις συνίσταται στην χορήγηση αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs), κυρίως φλουοξετίνης, για την μείωση του άγχους και της αλαλίας.
Βιβλιογραφία
ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
1. Dow SP, Sonies BC, Scheib D, et al., (1995) "Practical guidelines for the assessment and treatment of selective mutism". J Am Acad Child Adolesc Psychiatry, 34(7):836–846.
2. Krysanski V L., (2003) "A brief review of selective mutism literature", J Psychol. 137(1):29–40.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Μphil Ψυχολογίας, University of Glasgow. Μaster practitioner in eating disorders and Obesity. Συντονίστρια σχολών γονέων. Σύμβουλος επαγγελματικού προσανατολισμού.