Ο αυτισμός είναι μια διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή η οποία επιδρά σε πολλούς τομείς της ανάπτυξης ενός ατόμου. Η κλινική εικόνα του αυτισμού δεν είναι ομοιογενής, αλλά κυμαίνεται από ηπιότερες μορφές (με ελάχιστα και σε ήπια μορφή αυτιστικά στοιχεία και φυσιολογική νοημοσύνη) μέχρι βαρύτερες μορφές (με πολλαπλά αυτιστικά στοιχεία συνοδευμένα από βαριά νοητική καθυστέρηση). Τα άτομα με αυτισμό παρουσιάζουν έκπτωση σε τρεις βασικούς τομείς:
1) Έκπτωση στην επικοινωνία. Οι δυσκολίες στην κατάκτηση του λόγου εκδηλώνονται ήδη από το προλεκτικό στάδιο. Το αυτιστικό παιδί δεν δείχνει με το δάκτυλο αντικείμενα στην ηλικία του ενός έτους, δεν συλλαβίζει ούτε λέει λέξεις στην ηλικία των 16 μηνών, δεν κάνει φράσεις δύο λέξεων στην ηλικία των 24 μηνών.
Περίπου το 50% των αυτιστικών παιδιών δεν αναπτύσσει σχεδόν καθόλου λόγο. Αλλά ακόμα και εκείνα που παρουσιάζουν ομιλία, έχουν δυσκολίες, για παράδειγμα στο να κατανοήσουν τα διαφορετικά νοήματα που δίνουμε σε λέξεις ανάλογα με τον τόνο της φωνής μας, τις διάφορες εκφράσεις του προσώπου μας, τις κινήσεις του σώματος μας. Ένα βασικό χαρακτηριστικό των αυτιστικών ατόμων είναι η “ηχολαλία”, η οποία αναφέρεται στην επανάληψη λέξεων ή φράσεων που ειπώθηκαν από άλλους. Επίσης,άλλοτε έχει κάποιο λόγο πολύ διαταραγμένο, δεν χρησιμοποιεί τις αντωνυμίες, δεν έχει σύνταξη, ούτε γραμματικούς κανόνες. Παρατηρούνται επίσης νεολογισμοί, κατασκευή νέων λέξεων με άγνωστη όμως σημασία για τον συνομιλητή. Ο ήχος της φωνής είναι μονότονος, μηχανικός, στερεότυπος.
2) Έκπτωση στην κοινωνικότητα. Τααυτιστικά άτομα έχουν σοβαρά ελλείμματα σε όλους τους τομείς των κοινωνικών δεξιοτήτων. Τα προβλήματα στις κοινωνικές σχέσεις είναι δευτερογενή στη δυσκολία του παιδιού να δώσει νόημα στο περιβάλλον. Αδυνατεί να αντιληφθεί την έκφραση του προσώπου και την συναισθηματική διάθεση των άλλων. Δεν κατανοεί ότι οι άλλοι έχουν σκέψεις, ευχές και επιθυμίες διαφορετικές από τις δικές του.
3) Έκπτωση στην γενική συμπεριφορά, στα ενδιαφέροντα, στις δραστηριότητες. Τα άτομα με αυτισμό έχουν έναν άκαμπτο τρόπο που σκέφτονται και κάνουν πράγματα. Πιο αναλυτικά, τους αρέσει να διατηρούν τις ρουτίνες τους. Συχνά τους αρέσει να τακτοποιούν πράγματα με ένα συγκεκριμένο τρόπο και αν κάποιος αλλάξει τη θέση τους μπορεί να αναστατωθούν. Μπορεί να παίζουν συνέχεια με τον ίδιο τρόπο χρησιμοποιώντας το ίδιο αντικείμενο ή να παρακολουθούν το ίδιο βίντεο πολλές φορές. Μπορεί να κάνουν τις ίδιες επαναλαμβανόμενες κινήσεις με το σώμα τους π.χ. μπρος-πίσω, ή να πηδούν πάνω-κάτω ή να φτερουγίζουν τα χέρια τους ή να χτυπούν επιφάνειες, ή να στριφογυρίζουν αντικείμενα.
Ωστόσο το ερώτημα που απασχολεί κυρίως τους γονείς αυτών των παιδιών είναι με ποιο τρόπο και εάν μπορούν να βοηθηθούν τα παιδιά τους. Μελέτες δείχνουν ότι τα άτομα με αυτισμό μπορούν να βελτιωθούν με την κατάλληλη θεραπευτική - εκπαιδευτική παρέμβαση. Προκειμένου λοιπόν να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατόν θεραπευτικό αποτέλεσμα απαιτείται σωστός προγραμματικός σχεδιασμός κατά την θεραπευτική διαδικασία.
Ειδικότερα, τα παιδιά με αυτισμό έχουν ανάγκη από:
α) ένα δομημένο θεραπευτικό και εκπαιδευτικό περιβάλλον,
β) σταθερό ημερήσιο πρόγραμμα,
γ)ένας-προς-έναν διδασκαλία,
δ) εναλλακτικούς τρόπους διδασκαλίας,
ε) εμπλουτισμένες εκπαιδευτικές δραστηριότητες με επίκεντρο τις προτιμήσεις και τα ενδιαφέροντα τους,
στ) διδακτική μεθοδολογία που ευνοεί την γενίκευση και τη συντήρηση δεξιοτήτων.
Σαν επίλογο λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι αν και ο αυτισμός δεν θεραπεύεται, ωστόσο η ζωή ενός ατόμου με αυτισμό αλλά και της οικογένειας του, μπορεί να αλλάξει σημαντικά με την έγκαιρη, συστηματική και εξειδικευμένη στήριξη και εκπαίδευση. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι προϋπόθεση της έγκαιρης παρέμβασης, είναι η έγκαιρη και εξειδικευμένη διάγνωση. Αρχικά λοιπόν, αυτό θα πρέπει να αποτελεί την νούμερο ένα προτεραιότητα των γονιών που έχουν παιδιά με διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού.
Η διάγνωση του αυτισμού βασίζεται στη λήψη λεπτομερούς ιστορικού από τους γονείς, την κλινική εξέταση του παιδιού και τη διενέργεια ψυχολογικών (εκτίμηση νοητικής ικανότητας) και παρακλινικών εξετάσεων (ΗΕΓ, αξονική ή μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, καρυότυπος) όταν αυτό απαιτείται.