«Ίδιος/α ο πατέρας σου/ η μητέρα σου», «Κατά μάνα κατά κύρη». Δύο φράσεις που ο κάθε άνθρωπος έχει σίγουρα ακούσει κατά τη διάρκεια της ζωής του, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν περηφάνεια αλλά και δυσαρέσκεια, αναλόγως την συνθήκη στην οποία θα ακουστούν. Κατά πόσο όμως, οι λαϊκές φράσεις αυτές έχουν επιστημονική βάση;
Παίζει όντως τόσο καθοριστικό ρόλο ο τρόπος που μεγάλωσε κάποιος, στον τρόπο με τον οποίο θα διαμορφώνει τις σχέσεις του αργότερα;
Υπάρχουν πολλές σκοπιές κάτω από τις οποίες μπορούν να απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα.
Ο Φρόιντ πίστευε πως οποιαδήποτε απόφαση παρθεί δεν είναι πραγματικά δικιά μας, αλλά υποκινείται από υποσυνείδητες καταπιεσμένες επιθυμίες και ανάγκες.
Μεταγενέστεροι ερευνητές και ψυχολόγοι, έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με τις επιρροές της παιδικής ηλικίας στις διαπροσωπικές σχέσεις της ενήλικης ζωής, στρέφοντας την ευθύνη στα εξωτερικά ερεθίσματα από τους γονείς και όχι τόσο στον εσωτερικό κόσμο του ατόμου.
Η ανάδυση του κλάδου της αναπτυξιακής ψυχολογίας ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη χρυσή τομή ανάμεσα σε βιολογικές και περιβαλλοντικές επιρροές. Συγκεκριμένα τις δεκαετίες του 1960-1980, δημιουργήθηκε μία νέα θεωρία, αυτή των μοντέλων προσκόλλησης του Bowlby, η οποία ξεκίνησε ως ψυχοβιολογική και αναπτυξιακή θεωρία, αλλά εξελίχθηκε με μία κοινωνική-οικογενειακή χροιά που διατηρεί και σήμερα.
Η θεωρία αυτή ξεκίνησε μελετώντας την ανάγκη των βρεφών να βρίσκονται στον ίδιο χώρο με τους γονείς τους και ιδιαίτερα τη μητέρα τους, και κατά πόσο ο αποχωρισμός από τους γονείς σε νεαρή ηλικία θα επηρεάσει τη μετέπειτα ανάπτυξη του βρέφους.
Μετά από πληθώρα ερευνών διαπολιτισμικά, φάνηκε πως όντως υπάρχει μία έμφυτη ανάγκη στα βρέφη να έχουν συνεχή επαφή με τους γονείς, καθώς εκδήλωναν έντονη δυσαρέσκεια όταν αυτοί απομακρύνονταν για τον οποιονδήποτε λόγο.
Τι είναι όμως τα μοντέλα προσκόλλησης, και πως επηρεάζουν την καθημερινότητα μας;
Τα μοντέλα προσκόλλησης είναι, κατά κύριο λόγο, οι τρόποι με τους οποίους ο κάθε άνθρωπος διαμορφώνει και δημιουργεί σχέσεις με τους ανθρώπους γύρω του, ξεκινώντας από τη σχέση του με τους γονείς (και κυρίως τη μητέρα), τους φίλους, τις διαπροσωπικές σχέσεις, και ακόμα και τις μελλοντικές σχέσεις με τα δικά του παιδιά.
ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Υπάρχουν πλέον τέσσερα κύρια μοντέλα προσκόλλησης, που χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες:
Το ασφαλές και το ανασφαλές (secure and insecure attachment).
Το ανασφαλές στυλ προσκόλλησης χωρίζεται σε: Ανασφαλές- Αποφευκτικό (Avoidant), Ανασφαλές- Αντιστασιακό (Resistant) και Ανασφαλές- Αποδιοργανωμένο (Disorganised).
Άνθρωποι με ασφαλές στυλ προσκόλλησης, σχηματίζουν υγιείς σχέσεις, χωρίς εξαρτησιακά στοιχεία, και μπορούν εύκολα να διαχειριστούν τα συναισθήματα τους και να επικοινωνήσουν τα όρια τους. Από την άλλη, άνθρωποι με ανασφαλές στυλ προσκόλλησης αντιμετωπίζουν προβλήματα στον σχηματισμό σταθερών σχέσεων και βρίσκονται συχνά μπλεγμένοι σε κακοποιητικές ή εξαρτησιακές καταστάσεις (χωρίς όμως αυτό να αποτελεί σύμπτωμα ψυχοπαθολογίας).
Οι αποφευκτικοί συγκεκριμένα τείνουν να αποφεύγουν την οικειότητα, να είναι πολύ ανεξάρτητοι και να νιώθουν «εγκλωβισμένοι» σε διαπροσωπικές σχέσεις.
Οι αντιστασιακοί, παρόμοια με τους αποφευκτικούς, τείνουν να είναι καχύποπτοι και αρνητικά προκατειλημμένοι με καινούριες καταστάσεις, αναπτύσσοντας άμυνες.
Οι αποδιοργανωμένοι, όπως το λέει η λέξη, δεν έχουν σταθερό μοντέλο αντιμετώπισης, και αμφιταλαντεύονται ανάμεσα στην πολύ έντονη ανάγκη για οικειότητα και στην ολική αποφυγή της.
Πως διαμορφώνουν, η παιδική ηλικία και οι γονεϊκές σχέσεις τα μοντέλα αυτά στη μετέπειτα ζωή;
ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ... ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, ψυχοθεραπευτής Gestalt | Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR
Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τη σχέση του έρωτα με τον σεξουαλικό πόθο, την αγάπη, αλλά και τις απροσπέλαστες Σκιές μέσα μας.
Διάφορες μακρόχρονες έρευνες την τελευταία εικοσαετία έχουν παρέχει στην ακαδημαϊκή κοινότητα πολύτιμες πληροφορίες για το πως διάφορες αλληλεπιδράσεις με τους γονείς έχουν επηρεάσει τον τύπο προσκόλλησης στην μετέπειτα ζωή των παιδιών, ακόμα και μετά την ενηλικίωση.
Πιο συγκεκριμένα, έχει βρεθεί πως άνθρωποι που δέχτηκαν αρκετή φροντίδα και προσοχή έως την ηλικία των τριών, έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης στην εφηβική και πρώιμη ενήλικη ζωή τους.
Άλλοι ερευνητές, βρήκαν πως η ποιότητα των συναναστροφών με τους γονείς στην εφηβική ηλικία, μπορούσε να προβλέψει την ασφαλή προσκόλληση ακόμα και δέκα χρόνια αργότερα. Σε άλλες διαχρονικές μελέτες, βρέθηκε πως το πόση φροντίδα δέχτηκε κάποιος από την μητέρα του στην βρεφική και παιδική ηλικία, μπορούσε να προβλέψει τον τύπο προσκόλλησης του ως νεαρός ενήλικας.
Συνεπώς, φαίνεται πως οι σχέσεις με τους γονείς, και η ενδεχόμενη παρουσία ή απουσία τους από την βρεφική έως και την εφηβική ηλικία ενός ατόμου μπορούν να έχουν ισχυρό και μακροχρόνιο αντίκτυπο στις ενήλικες του σκέψεις και συμπεριφορές, όσων αφορά την ανθρώπινη επαφή.
Τα ευρήματα αυτά, μολονότι έχουν βοηθήσει ρίχνοντας φως σε ένα σχετικά καινούργιο κλάδο και θεωρία, έχουν επίσης δεχτεί αρκετή κριτική. Μέσα στο χρονικό διάστημα που λαμβάνει χώρα μία διαχρονική μελέτη, η ζωή των συμμετεχόντων μπορεί να επηρεαστεί από πολλούς διαμεσολαβητές.
Οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, κάποια ξαφνική αναπόφευκτη αλλαγή πχ. πόλεμος, ή ακόμα και η εκτός του οικογενειακού κύκλου κοινωνικοποίηση του ατόμου μπορούν όλα να διαμορφώσουν τον τύπο προσκόλλησης του, ακόμα και αν αυτός είχε ξεκινήσει με ασφαλή δεσμό από το σπίτι. Αντίστοιχα, ένα άτομο που ξεκίνησε με ανασφαλές τύπο δεσμού ως παιδί ή έφηβος, μπορεί κατά τη διάρκεια της ζωής του με τις δικιές του σχέσεις, εμπειρίες ή και προσωπική εξέλιξη να το διαμορφώσει σε ένα υγιές και ασφαλές μοντέλο.
Συνεπώς, όσο και αν υπάρχει μία τάση οι ενήλικοι δεσμοί μας να επηρεάζονται άμεσα από το παρελθόν, η πλαστικότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου επιτρέπει αυτό να ανατραπεί οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας, είτε το επιδιώκουμε είτε όχι.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε την πιθανή παρελθοντική αιτία κάποιων συμπεριφορών του παρόντος, παρ’όλα αυτά δεν σημαίνει πως θα είναι για πάντα προδιαγεγραμμένες.
Η δια βίου εξέλιξη είναι κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης, και οι ατομικές διαφορές του κάθε ανθρώπου μπορεί να αποτελέσουν τον καθοριστικό παράγοντα για το αν θα είναι η εξαίρεση οποιουδήποτε κανόνα.
Οπότε, την επόμενη φορά που θα κοιτάξεις στο παρελθόν για να βρεις την αιτία, προσπάθησε να βρεις τη λύση στο μέλλον!
Βιβλιογραφία
Bowlby, J. (1979). The Bowlby-Ainsworth Attachment Theory. Behavioral and Brain Sciences, 2(04), 637–638. doi.org/10.1017/S0140525X00064955
Fearon, R. M. P., & Roisman, G. I. (2017). Attachment Theory: Progress and Future Directions. Current Opinion in Psychology, 15(15), 131–136. doi.org/10.1016/j.copsyc.2017.03.002
Fraley, R. C., & Roisman, G. I. (2019). The Development of Adult Attachment Styles: Four Lessons. Current Opinion in Psychology, 25(1), 26–30. doi.org/10.1016/j.copsyc.2018.02.008
Obegi, J. H., & Ety Berant. (2009). Attachment theory and research in clinical work with adults. Guilford Press.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Φοιτήτρια ψυχολογίας, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ανθρώπινες σχέσεις, την ανθρώπινη ανάπτυξη, και την έρευνα.
Αρθρογράφος in the making...