Χτυπάς άραγε την πόρτα μας, να κάνεις τι; να πετύχεις τι; Ποιος σε έστειλε; έχεις μήπως κάποιο μήνυμα να αφήσεις φεύγοντας; Μήπως κρατάς κανένα δώρο και δεν το βλέπω ο στραβός; Τι να κάνω δεν ξέρω... αλλά σίγουρα δε μου επιτρέπεται να σου ανοίξω την πόρτα. Αναρωτιέμαι μήπως γίνομαι αγενής, σχώρα με. Αλλά, δε σε ξέρω πώς περιμένεις να σου ανοίξω το σπιτικό μου; Κοιτάω από το ματάκι σαστισμένος, προσπαθώντας να καταλάβω, να θυμηθώ αν σε ξέρω και δε σε αναγνωρίζω.