Συχνά οι καρδιές πολλών από εμάς σκιρτούν φοβισμένες στην απόδοση προσωπικής ευθύνης. Και μόνο η αναφορά της επίμαχης λέξης αρκεί για να αναστατώσει τα φαινομενικά γαλήνια νερά της ψυχής. Ίσως γιατί πίσω από αυτές τις δυο λέξεις κρύβονται συχνά έντονα και συνάμα δύσκολα συναισθήματα.
Η έννοια της «προσωπικής ευθύνης» φαίνεται να είναι άρρικτα συνδεδεμένη με την απόδοση κατηγορίας, με μια επικείμενη τιμωρία και με ένα έντονο ενοχικό σύνδρομο. Συνεπώς, δεν εκπλήσσει το γιατί η απόδοση ευθυνών έχει καταστεί γεννήτρια άγχους σε πολλούς τομείς της ζωής μας από τον προσωπικό μέχρι και τον επαγγελματικό. Τις περισσότερες φορές μας πλήττει ένα αίσθημα πανικού, όταν καλούμαστε να κάνουμε απολογισμό των ευθυνών μας στα πλαίσια μιας στενής διαπροσωπικής σχέσης και δεί δε δημοσίως.
Η πρώτη μας αντίδραση συνήθως είναι να αποποιηθούμε των ευθυνών που τυχόν και να μας αναλογούν και να ψάξουμε, καμιά φορά με μανία, να βρούμε ένα άλλο άτομο ή κοινωνική ομάδα να λειτουργήσει ως δοχείο το οποίο θα προτιμούσαμε να περιέξει τα όσα εμείς δυσκολευόμαστε να διαχειριστούμε για τον εαυτό μας. Μπορεί δηλαδή αυθόρμητα και χωρίς σκέψη να αποδώσουμε, για παράδειγμα, τις ευθύνες μιας προβληματικής σχέσης στον σύντροφό μας εξ ολοκλήρου και να είμαστε πεπεισμένοι για την αλήθεια της παρορμητικής και συχνά έντονης σε συναίσθημα επιχειρηματολογίας μας. Σπάνια όμως αυτή μας η στάση είναι αντικειμενική και δίκαιη αναφορικά με την κατάσταση που διαχειριζόμαστε. Αν και κλισέ, «το Ταγκό χορεύεται με δύο» είναι μια έκφραση που αντιπροσωπεύει απόλυτα την προσωπική, κοινωνική και πολιτική μας ζωή.
Το θλιβερό σε μια έκβαση γεγονότων όπως τα προαναφερόμενα είναι ότι μαζί με την προσωρινά ανακουφιστική αποποίηση ευθυνών, αποποιούμαστε και του ενήλικου και ισχυρού του χαρακτήρα μας. Βάζουμε δηλαδή τον εαυτό μας στη θέση του θύματος - γινόμαστε ευάλωτοι και ανήμποροι. Μια τέτοια θέση δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από συναισθήματα κατωτερότητας, χαμηλή αυτοεκτίμηση, φτωχή εικόνα εαυτού όπως και την πεποιήθηση ότι οι λύσεις για το πρόβλημά μας βρίσκονται κάπου έξω από τον εαυτό μας, ίσως στα χέρια κάποιων που φαντάζουν ώς δυνάστες και απέναντι στους οποίους εμείς παρουσιαζόμαστε ανίκανοι να συμβάλλουμε στα πράγματα που μας επηρεάζουν και μας αφορούν. Αυτή είναι η πιο σκοτεινή αλλά και η πιο σημαντική όψη του νομίσματος που λέγεται προσωπική ευθύνη.
Στην Ψυχοθεραπεία ο κυριότερος στόχος ενός θεραπευτή οφείλει να είναι το να απενεχοποιήσει έναν ψυχικά ακινητοποιημένο από τις ενοχές και από την ανημπόρια του ασθενή και να τον φέρει σε επαφή με την εσωτερική του δύναμη και τον πλούτο της ψυχής του. Η απόδοση ευθυνών και η ικανότητά μας να αντέξουμε ακόμα και τις ευθύνες του εαυτού μας που μπορεί να είναι επώδυνες στη συνειδητοποίησή τους είναι μια κίνηση προσωπικής ενδυνάμωσης. Μας ενηλικιώνει και μας φέρνει σε επαφή με την αλήθεια της επίδρασης που έχουμε στο περιβάλλον μας. Ταυτόχρονα, όταν παύουν και οι γύρω μας να λειτουργούν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι, τότε ξεδιπλώνεται και η ευκαιρία μιας πιο ειλικρινούς και βαθειάς επικοινωνίας, απελευθερωμένης από ρόλους που μέχρι τώρα εξυπηρετούσαν ένα καθεστώς παθολογικών σχέσεων.
Σαφώς και οι αλλαγές στις οποίες αναφέρομαι δεν είναι εύκολο να συμβούν εν μία νυκτί. Σίγουρα και τα άτομα του περίγυρού μας τα οποία έχουν συνηθήσει να λειτουργούν σύμφωνα με το ρόλο που τους αποδίδουμε και τον οποίο επί χρόνια μπορεί να ενσαρκώνουν θα δυσκολευτούν να προσαρμοστούν σε νέες συνθήκες και θα χρειαστεί και εκείνοι να ακολουθήσουν μια παρόμοια διαδικασία. Η υπομονή και ο διάλογος, το να ανοίξουμε τις καρδιές μας και να αντέξουμε τις αλήθειες μας είναι τα μόνα όπλα άμυνας απέναντι σε φθαρμένες σχέσεις που λειτουργούν ως οχήματα παθολογικών καταστάσεων ακόμα και από γενιά σε γενιά. Γιατί φυσικά θα πρέπει να ξέρουμε ότι τα δυναμικά της συμπεριφοράς μας τα κληροδοτούμε όχι μόνο στους άμεσους απογόνους μας, δηλαδή τα παιδιά μας, αλλά και στον ευρύτερο κοινωνικό μας περίγυρο. Ναι, και βέβαια μπορούμε να επηρεάσουμε την κοινωνία μας, όπως εξάλλου ήδη το κάνουμε. Με τη βαθύτερη όμως συνειδητοποίηση του ρόλου μας στις στενές και ευρύτερες διαπροσωπικές μας σχέσεις μπορούμε να κατευθύνουμε την επιρροή μας με ένα τρόπο εποικοδομητικό και πάντα με τη διάθεση να σταθούμε στις ευθύνες μας και να αναθεωρήσουμε όπου αυτό κριθεί απαραίτητο.
Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα μεγάλο βήμα, το οποίο συχνά αδυνατούμε να κάνουμε μόνοι και γι αυτό αναζητούμε τη βοήθεια ενός θεραπευτή. Ως ψυχοθεραπεύτρια, όμως, θα ήθελα να σταθώ σε αυτό λίγο παραπάνω. Θα πρότεινα σε όσους θέλουν να εμπλακούν σε μια ψυχοθεραπευτική σχέση να επιδιώξουν την σταθερή και με σεβασμό ανάδυση της προσωπικής τους ευθύσης για τις επιλογές ζωής που τους φέρνουν σε αδιέξοδο. Ένας καλός θεραπευτής θα πρέπει πέρα από τη συμπόνια του να προσφέρει και την ενόραση του αναφορικά με τις ευθύνες ενός ασθενούς. Ο ασθενής οφείλει να νιώσει δυνατότερος μαθαίνοντας να κοιτάζει στον εσωτερικό του κόσμο και από εκεί να αντλεί όχι μόνο την αυτογνωσία αναφορικά με το πώς λειτουργεί στις διαπροσωπικές του σχέσεις, αλλά και την πίστη ότι μπορεί να αλλάξει τα παθολογικά δεδομένα της ζωής του.
Όλα αυτά βέβαια πρέπει να γίνονται με τον δέοντα σεβασμό απέναντι στον πάντα μοναδικό και ξεχωριστό άνθρωπο. Δεν έχουμε όλοι μας την ίδια ετοιμότητα να δεχτούμε επίπονες συνειδητοποιήσεις και ο θεραπευτής θα πρέπει να πορεύεται με ευαισθησία και συναισθανόμενος τον πόνο και τις πληγές του κάθε ασθενούς. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα αξιόλογα εκπαιδευτικά προγράμματα για ψυχοθεραπευτές θέτουν ως προϋπόθεση για την εκπαίδευση τους το να περάσει ο εκπαιδευόμενος ψυχοθεραπευτής από προσωπική θεραπεία. Αυτό συμβαίνει ώστε αργότερα ο θεραπευτής όχι μόνο να έχει αίσθηση του τί θα πεί να είσαι ασθενής και ευάλωτος, αλλά επιπλέον να έχει και ο ίδιος αρκετή αυτογνωσία ώστε να μπορεί να «σηκώνει» τις δικές του ευθύνες χωρίς τον κίνδυνο ο ασθενής να γίνεται δοχείο των όσων ο θεραπευτής αδυνατεί να διαχειριστεί.
Θα πρότεινα λοιπόν να ρίξουμε ένα νέο φώς στη φράση προσωπική ευθύνη. Θέλω να πιστεύω ότι εμπεριέχει πολλά μυστικά υγείας σε προσωπικό, διαπροσωπικό και κοινωνικό επίπεδο. Ας δούμε την έννοια της προσωπικής ευθύνης ως μέσο αυτοεξέλιξης και θεραπείας σε όλα τα επίπεδα και όχι ως τον μπαμπούλα που δεν εγκαταλείπει τους εφιάλτες της ενήλικης ζωής μας.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Μέλος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας (EFPP www.efpp.org)
Τηλ: 210 72 94 032, 6936 49 44 50 | Ε-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.