Τι σημαίνει άγχος;
Το άγχος είναι ένας από τους όρους που έχουν από καιρό αποδράσει από τα λεξικά των ειδικών. Έχει γίνει μια έκφραση του καθημερινού λόγου. Έχω άγχος, λέμε, όταν νοιώθουμε ότι οι απαιτήσεις της ζωής μας ξεπερνούν. Το άγχος είναι μια δυσάρεστη συγκίνηση, όπως ο θυμός ή η θλίψη, με τη διαφορά ότι συνδέεται με τον κίνδυνο.
Μοιάζει με τη φοβία και τον τρόμο ως προς τον τρόπο που εκφράζεται. Όμως στην περίπτωση της φοβίας, υπάρχει ένα συγκεκριμένο αντικείμενο που προκαλεί φόβο, για παράδειγμα το σκοτάδι, τα ταξίδια, ένα ζώο. Αντίθετα, με το άγχος δεν ξέρουμε τι φοβόμαστε. Από την άλλη μεριά, ο τρόμος έχει να κάνει με το ξαφνικό, το απρόσμενο. Το κύριο γνώρισμα του άγχους είναι λοιπόν ότι έχει να κάνει με ένα άγνωστο κίνδυνο.
Πως εκδηλώνεται το άγχος
Έρευνες δείχνουν ότι υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία στο πως εκφράζεται το άγχος. Τα πιο συνηθισμένα ψυχολογικά χαρακτηριστικά του είναι :
- Ανησυχία Υπερένταση
- Αγωνία
- Δυσφορία
- Εκνευρισμός
- Φόβος ότι θα συμβεί κάτι κακό
Οι κύριες σωματικές εκδηλώσεις του άγχους είναι:
- Ταχυκαρδία Πόνος ή πλάκωμα στο στήθος
- Δύσπνοια
- Ζαλάδα και τάση για λιποθυμία
Αυτές οι εκδηλώσεις είναι πολύ κοινές. Τι είναι αυτό που κάνει τη διαφορά για το πώς βιώνει ένας άνθρωπος την ένταση, την ανησυχία; Ένα μεγάλο ζήτημα που ανοίγεται εδώ είναι τα όρια του φυσιολογικού και του παθολογικού. Στις μέρες μας θεωρείται ότι το απόλυτα φυσιολογικό, το απόλυτα υγιές είναι ένα ιδανικό μοντέλο σύγκρισης.
Ανάλογα με τις εποχές, αλλάζει η αντίληψή μας για το φυσιολογικό και το παθολογικό. Η ψυχική υγεία θα μπορούσε από μόνη της να είναι ένα ολόκληρο θέμα. Ωστόσο εδώ θα επιχειρήσουμε να κάνουμε μια γενικότερη προσέγγιση. Μέχρι και πριν από μερικές δεκαετίες, η υγεία οριζόταν αρνητικά, σαν απουσία ασθένειας. Αντίθετα στις μέρες μας, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την ορίζει σαν την πλήρη σωματική, κοινωνική και ψυχική ευεξία. Το πλήρης διατηρεί το χαρακτήρα του απόλυτου, του έξω από τα ανθρώπινα μέτρα.
Άγχος φυσιολογικό;
Μια πολύ κοινή εντύπωση που επικρατεί για το άγχος είναι ότι πρόκειται για κάτι παθολογικό. Στην πραγματικότητα, πρόκειται μια βασική, αρχέγονη αντίδραση. Όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια καινούργια ή μια επείγουσα κατάσταση κινητοποιείται όλο μας το είναι για να μπορέσουμε να τα βγάλουμε πέρα. Αυτό σημαίνει ότι ανεβαίνουν οι παλμοί της καρδιάς, εκκρίνεται αδρεναλίνη στο αίμα και ψυχικά βρισκόμαστε σε ετοιμότητα. Σε μικρές δόσεις λοιπόν το άγχος βοηθά την προσαρμογή μας στον κόσμο.
Άλλοτε μας κατακλύζει ένα δυσάρεστο συναίσθημα που δυσκολευόμαστε να ελέγξουμε. Αν το άγχος είναι πολύ έντονο ή αν διαρκεί για πολύ καιρό, αυτό έχει αντίκτυπο στη γενική κατάσταση του οργανισμού. Πιθανόν να έχουν συσσωρευτεί προβλήματα και δυσκολίες. Είναι πιθανό ακόμα να καταλήγει η κατάσταση σε ένα σοβαρό, μόνιμο σύμπτωμα που μας ταλαιπωρεί.
Σε ψυχικό επίπεδο και σε επίπεδο διαπροσωπικών σχέσεων, το απόλυτο είναι η ευτυχία. Την αναζητάμε συνεχώς. Οι λίγες φορές στην ζωή μας που νοιώθουμε πάρα πολύ χαρούμενοι, μένουν έντονα χαραγμένες στη μνήμη. Επιστρέφουμε συχνά σε αυτές, σαν σε πηγή, για να δροσιστούμε. Τον περισσότερο καιρό προσπαθούμε, μοχθούμε, για να κάνουμε, όπως λέμε, τη ζωή μας καλύτερη.
10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς (Νοέμβριος 2024 – Απρίλιος 2025) | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Συμμετοχή: 35 ευρώ για εγγραφές που θα γίνουν έως Κυριακή 17 Νοεμβρίου. Με αυτό το κόστος, έχετε πρόσβαση στο σύνολο των 10 σεμιναρίων που θα διεξαχθούν.
Αυτό μπορεί να θεωρηθεί σαν μια οντολογική, μια φιλοσοφική διάσταση του άγχους. Ο πόνος, με την έννοια που του δίνουν οι αρχαίοι Έλληνες, δηλαδή ο κόπος, είναι κάτι απόλυτα συνδεδεμένο με την ανθρώπινη φύση.
Ψυχοσωματική και ολιστική προσέγγιση
Η ολιστική αντίληψη του ανθρώπου σημαίνει ότι οι εμπειρίες, ευχάριστες ή δυσάρεστες, βιώνονται από το σώμα και τον ψυχισμό σαν ενότητα. Εγγράφονται στην ιστορία του μοναδικού υποκειμένου που είναι ο καθένας μας. Η έννοια του οργανισμού μπορεί επίσης να αποδώσει το στοιχείο της σύνθεσης.
Η διάκριση σε σώμα και ψυχισμό και η συμπληρωματικότητά τους, αυτό που λέμε ψυχοσωματική, είναι στενά δεμένα με τον δυτικό πολιτισμό. Το πρόβλημα που τίθεται για την επιστήμη είναι η απόδειξη αυτών των δεσμών, ο καθορισμός των ορίων του σωματικού και του ψυχικού. Συχνά σκοντάφτουμε εδώ σε ένα σκόπελο.
Έτσι, γιατροί που ασχολούνται με οργανικά προβλήματα μπορεί να μην λαμβάνουν υπόψιν την ψυχική διάσταση του πόνου. Ή αντίστοιχα, μια σωματική πάθηση μπορεί να μην έχει θέση μέσα σε μια ψυχοθεραπευτική ή ανάλογη επεξεργασία. Σε κάθε περίπτωση, η εμπειρία είναι αφετηρία ενδεικτική. Και δείχνει ότι κάθε σωματικός πόνος συνδέεται με το πώς αισθανόμαστε. Κάθε ψυχική κατάσταση, θετική και αρνητική, βιώνεται και από το σώμα.
Παράδειγμα : έχει φανεί από έρευνες ότι ασθενείς που ετοιμάζονται να κάνουν μια σοβαρή χειρουργική επέμβαση όπως μια μεταμόσχευση, έχουν καλύτερη εξέλιξη (όπως συντομότερο χρόνο ανάρρωσης) αν στο μεταξύ έχουν μιλήσει σε κάποιον ψ (ψυχίατρο, ψυχολόγο κτλ) για τους φόβους, που προκαλεί η επέμβαση.
Ψηφιακό Marketing για Ψυχολόγους: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Ας πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα. Με αφορμή κάποια συμπτώματα, απευθύνεται ένας άνθρωπος σε γιατρούς διάφορων ειδικοτήτων. Μετά από εξαντλητικές εξετάσεις δεν διαπιστώνεται να υπάρχει οργανική βλάβη. Η πιθανή αιτιολογία που ακούγεται είναι ο ψυχολογικός παράγοντας ή γενικά το άγχος.
Τι είναι λοιπόν η ολιστική προσέγγιση;
Η ουσία της έγκειται σε κάποιες βασικές αρχές. Ξεκινάμε από την παραδοσιακή ιατρική για διάγνωση και θεραπεία. Θεραπεία όσο γίνεται πιο ήπια, ώστε να αποφύγουμε παρενέργειες που διαταράσσουν την ισορροπία του οργανισμού. Επόμενο βήμα μπορεί να είναι η αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων αντιμετώπισης (βελονισμός, τεχνικές χαλάρωσης, αιθέρια έλαια κτλ). Και εδώ, όπως και με τον ειδικευμένο γιατρό, είναι σημαντικό το να τον εμπιστευόμαστε. Αυτό σημαίνει πως γνωρίζουμε ότι ο ειδικός στον οποίο απευθυνόμαστε έχει ικανή γνώση και εμπειρία σε αυτό που κάνει.
Το πολύπλοκο του ανθρώπου κάνει ώστε να μην υπάρχει σχέση αιτιότητας. Δεν μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι αυτός ο συγκεκριμένος παράγοντας δίνει εκείνο το αποτέλεσμα. Άρα η καλή ή κακή κατάσταση του οργανισμού μας είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο. Κατ' αυτό τον τρόπο, ολιστικό μοντέλο σημαίνει επίσης ότι οι καθημερινές συνήθειες επηρεάζουν την υγεία. Η σωματική άσκηση, με διάφορες μορφές κι ο τρόπος διατροφής συνδέονται με την πρόληψη διαταραχών και διάφορων προβλημάτων.
Ολιστική προσέγγιση σημαίνει λοιπόν ότι δεν αντιμετωπίζουμε τον άνθρωπο σαν μια βιολογική μηχανή, σαν έναν αριθμό συμπτωμάτων, αλλά σαν μια οντότητα με διαστάσεις κοινωνικές, βιολογικές και συναισθηματικές και άρα προσπαθούμε για τη συνολική βελτίωση της υγείας του.
Ψυχαναλυτική προσέγγιση και υποκείμενο
Στην εποχή μας, ο Φρόιντ, ιδρυτής της ψυχανάλυσης, ερμηνεύει το άγχος ως εξής : αρχίζει από το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι από τα λίγα όντα μέσα στη φύση που η επιβίωσή εξαρτάται για πολλά χρόνια από τους άλλους, τους ενήλικες. Αυτό βιώνεται από το παιδί σαν ένα πρωταρχικό άγχος, σαν ένας κίνδυνος που, σε διάφορες μορφές, θα το συνοδεύει σε όλη του τη ζωή. Δηλαδή, στην αρχή υπάρχει ο φόβος ότι θα χάσουμε τον άλλο, που τον έχουμε απόλυτη ανάγκη. Σε ένα πιο ώριμο στάδιο, αυτό μετατρέπεται σε φόβο ότι θα χάσουμε την αγάπη του άλλου. Την αγάπη την έχουμε ανάγκη με την έννοια ότι οι σχέσεις μας τροφοδοτούν συναισθηματικά. Είναι η κύρια πηγή ευχαρίστησης του ανθρώπου.
Οι εμπειρίες της παιδικής ηλικίας καλύπτονται από αμνησία - υπάρχουν καταγεγραμμένες σε μια γωνιά του εγκεφάλου μας αλλά επανέρχονται δύσκολα, ύστερα από επίπονη προσπάθεια, ή αν τύχει ένα συνταρακτικό γεγονός να τις ακουμπήσει, διαφορετικά διατηρούνται ασυνείδητες. Παραμένουν όμως πολύ σημαντικές, όπως κατά κάποιο τρόπο, οι ρίζες ενός δέντρου. Η δομή του υποκειμένου είναι κάτι πιο πολύπλοκο. Το ασυνείδητο σημαίνει ότι ένα μεγάλο μέρος του εαυτού μας, μας είναι άγνωστο. Υπάρχουν μηχανισμοί της ψυχικής λειτουργίας που αγνοούμε.
Το υποκείμενο, στην αρχή της ζωής του ήδη υφίσταται (υποκειται σε) μια απώλεια πολύ σημαντική. Μαθαίνει να περιορίζει τις ανάγκες του, να τις αναβάλει για αργότερα, να περιμένει για την ικανοποίηση. Επίσης μαθαίνει να μιλά. Είναι ο βασικός τρόπος επικοινωνίας με τους άλλους, καταρχήν τους κοντινούς του και γενικότερα το είδος του. Η γλώσσα είναι ένα σημαντικό γνώρισμα του ανθρώπου που, όπως και η σκέψη, το κάνει να ξεχωρίζει από τα ζώα. Είναι άλλωστε ένα από τα φαινόμενα μέσα από τα οποία εκφράζεται το ασυνείδητο. Το ασυνείδητο εκφράζεται επίσης μέσα από τα όνειρα, τις παραπραξίες, τα lapsus, όπως και μέσα από τα συμπτώματα.
Επιστρέφουμε στο όριο του φυσιολογικού και του παθολογικού. Σύμφωνα με το λεξικό δεν υπάρχει διαφορά στη φύση του, αλλά μια συνέχεια. Το φυσιολογικό άγχος είναι μια συγκινησιακή απάντηση σταματήματος και εγρήγορσης μπροστά σε μια δύσκολη κατάσταση. Η προσαρμοστική του λειτουργία είναι προφανής. Το παθολογικό άγχος έγκειται στην υπερβολή αγχογόνων καταστάσεων (εξωτερικοί παράγοντες ψυχολογικής και νευροβιολογικής φύσης). Έτσι δημιουργείται μια νεύρωση, η οποία εκφράζεται μέσα από διάφορα συμπτώματα. Οι άλλες βασικές δομές της ψυχοπαθολογίας, σύμφωνα με την ψυχανάλυση, είναι η διαστροφή και η ψύχωση.
Στον κάθε άνθρωπο το άγχος εκδηλώνεται διαφορετικά, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του, την ιστορία, την υποκειμενικότητά του. Ακούμε δυο ανθρώπους να μιλούν για το άγχος, και διαπιστώνουμε το ίδιο σύμπτωμα μπορεί να σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό για τον καθένα.
Δεν υπάρχει αυστηρή νομοτέλεια, δεν μπορούμε δηλαδή να προβλέψουμε το τι θα συμβεί στη ζωή ενός ανθρώπου με βάση τα τωρινά γεγονότα υπάρχει το απρόβλεπτο της ζωής αλλά και η προσωπική ευθύνη και οι επιλογές του καθένα μας. Μπορούμε εκ των υστέρων, με βάση την ιστορία του υποκειμένου να ερμηνεύσουμε το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Κι αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εφόσον το ίδιο το άτομο αποφασίσει να κάνει αυτό το ταξίδι προς τα πίσω (με συνοδοιπόρο τον ψυχαναλυτή ή το θεραπευτή αν πρόκειται για ψυχοθεραπεία) και μέσω των αναμνήσεών του μπει στη διαδικασία να ανά-θεωρήσει τη ζωή του.
Το σύμπτωμα είναι ο λόγος για τον οποίο θα φτάσουμε τελικά να αναζητήσουμε τη βοήθεια ενός ειδικού. Στη βάση του αποτελεί λοιπόν ένα συμβιβασμό της ψυχικής μας οικονομίας, ένα τρόπο να λυθεί, τουλάχιστον προσωρινά, μια αξεπέραστη διαφορετικά σύγκρουση. Έχει ένα νόημα συμπυκνωμένο που σχετίζεται με τις ?καθηλώσεις? μας, δηλαδή τις αγκυλώσεις, τις δυσκολίες που δε μπορέσαμε να αντιμετωπίσουμε σε μια δεδομένη στιγμή της ανάπτυξης κατά την παιδική ηλικία και οι οποίες παραμένουν ενεργές σαν ένας ?κόμπος? στην πορεία μας. Ωστόσο αυτό που είναι κοινό είναι ότι σηματοδοτεί μια προβληματική που είναι σημαντική ? το κόστος, δηλαδή το πόσο υποφέρουμε από το σύμπτωμα, έχει ένα αντιστάθμισμα, την εύθραυστη έστω ισορροπία που έχει δημιουργηθεί και παύει πια να είναι λειτουργική.
Διάγνωση της διαταραχής του άγχους
Θα αναφερθούμε σύντομα στην ψυχιατρική προσέγγιση των διαταραχών ή νευρώσεων του άγχους. Και εδώ το άγχος θεωρείται μια δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση που περιλαμβάνει αισθήματα τάσης, φόβου ή ακόμα και τρόμου σαν απάντηση σε κίνδυνο του οποίου η πηγή είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη ή μη αναγνωρίσιμη.
Παθολογικό άγχος θεωρείται αυτό που δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινή λειτουργικότητα, στην επίτευξη των επιθυμητών στόχων ή στη συναισθηματική ηρεμία του ατόμου οπότε και έχουμε κάποια αγχώδη διαταραχή.
Ας δούμε τα στατιστικά. Έχει βρεθεί ότι περίπου 10% του γενικού πληθυσμού απευθύνεται κάποια στιγμή σε γιατρό λόγω του άγχους. Επίσης το 2% - 4% του πληθυσμού πάσχει από κάποια διαταραχή άγχους. Οι αριθμοί έχουν πάντα το ενδιαφέρον τους, είναι δείκτες κοινωνικοί και πολιτιστικοί.
Οι αγχώδεις διαταραχές διακρίνονται συνοπτικά σε : Διαταραχή πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία, φοβίες όπως απλή ή κοινωνική φοβία. Άλλες κατηγορίες είναι η ψυχαναγκαστική καταναγκαστική διαταραχή, η διαταραχή μετά από ψυχοτραυματικό στρες και η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή. Η κλινική εξέταση οδηγεί στη διάγνωση, σύμφωνα με μια σειρά από κριτήρια. Αυτά τα κριτήρια ανανεώνονται κατά καιρούς, ώστε να περιλαμβάνουν νέα επιστημονικά δεδομένα.
Η αντιμετώπιση της διαταραχής μπορεί να γίνει με φαρμακευτική αγωγή ή με κάποια ψυχοθεραπευτική μέθοδο (ατομική ή ομαδική). Άλλοτε συστήνεται ο συνδυασμός φαρμάκου και ψυχοθεραπείας που σε δύσκολες καταστάσεις είναι πιο αποτελεσματικός. Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν ότι υπάρχει παραπομπή ή αναζήτηση βοήθειας από κάποιον ειδικό, πράγμα που δεν είναι αυτονόητο.
Σημειώνουμε εδώ ότι σημαντικό ρόλο στο θέμα παίζει η αντίληψη που έχει η κάθε κοινωνία για την ψυχική υγεία, για την τρέλα. Η ιστορία της ανθρωπότητας δείχνει ότι η τρέλα έχει θεωρηθεί από ιερή ως δαιμονική. Μόλις τους τελευταίους αιώνες ορίστηκε σαν ασθένεια. Είναι λοιπόν συνδεδεμένη με το άγνωστο, που είναι γοητευτικό και ταυτόχρονα τρομακτικό. Αυτό συμβαίνει γιατί οι στερεότυπες ιδέες της κοινωνίας αλλάζουν πολύ πιο αργά από τις επιστημονικές εξελίξεις. Και μας επηρεάζουν τόσο βαθιά όσο και οι προσωπικές εμπειρίες.
Πρόληψη και ψυχική υγεία
Η άλλη πλευρά του θέματος είναι αυτό που γενικά αποκαλούμε πρόληψη. Η υγεία δεν είναι κάτι που κατακτείται μια για πάντα. Η φροντίδα για τη βελτίωση του τρόπου ζωής μας δε μπορεί να στηρίζεται σε μαγικές λύσεις. Χρειάζεται συνεχή προσπάθεια, μικρές δόσεις θετικής ενέργειας που επενδύουμε στον εαυτό μας και τους σημαντικούς άλλους της ζωής μας.
Αναφερθήκαμε ήδη στο ολιστικό μοντέλο προσέγγισης του ανθρώπου. Στις μικρές, καθημερινές συνήθειες όπως η άσκηση και η διατροφή. Χωρίς να το καταλαβαίνουμε άμεσα, βελτιώνουν ή κάνουν να χειροτερεύουν διάφορα προβλήματα. Και όταν η οδύνη φτάνει σε επίπεδα που δεν αντέχουμε, αναζητάμε βοήθεια.
Τι είναι λοιπόν η πρόληψη; Είναι σε ένα βαθμό η ενημέρωση που έχουμε από φορείς για τα θέματα υγείας αυτό είναι ένα ζήτημα πολιτικής της κάθε κοινωνίας. Η αξία της πρόληψης έχει αναγνωριστεί σαν παράγοντας καλής ποιότητας της ζωής των πολιτών. Σε προσωπικό επίπεδο, η πρόληψη αναφέρεται δυο διαφορετικά πράγματα: από τη μια πλευρά σε διαδικασίες ελέγχου - πόσο συχνά κάνουμε γενικές προληπτικές εξετάσεις, παρόλο που γνωρίζουμε ότι η έγκαιρη διάγνωση σε πολλές περιπτώσεις σώζει ζωές; Από την άλλη πλευρά, αν δεν είμαστε ευχαριστημένοι με τον εαυτό μας, χρειάζεται να παρθεί η απόφαση να κάνουμε κάποιες αλλαγές στη ζωή μας. Η προοπτική είναι συνήθως ενθαρρυντική αλλά πραγματοποίηση αυτών των αλλαγών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η δύναμη της συνήθειας, η επανάληψη κάνει ώστε να απαιτείται αρκετή ενέργεια για αυτή την προσπάθεια.
Ένα σχετικό παράδειγμα είναι το ιδανικό. Όταν βάζουμε πολύ υψηλούς στόχους, είναι πιθανό να μην τους πετύχουμε. Όσο μεγαλύτερες είναι οι προσδοκίες, τόσο μεγαλύτερη και η απογοήτευση. Η διάσταση του ιδανικού έχει να κάνει με τα πρότυπα των σχέσεών μας, δηλαδή την ιστορία μας. Επίσης, έχει να κάνει με τον πολιτισμό μέσα στον οποίο ζούμε. Ενσωματώνουμε από νωρίς στη ζωή μας μοντέλα με τα οποία ταυτιζόμαστε. Αυτό μπορεί να αφορά σε διάφορα πράγματα, από την εμφάνιση, ως τα επαγγελματικά. Από τον τρόπο διαβίωσης, ως την επιλογή συντρόφου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα πρότυπα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο μέσο άνθρωπο για την ακρίβεια, στο φαντασιακό του, σε αυτό που θα ήθελε να είναι, χρησιμοποιώντας έντεχνα την ψευδαίσθηση ότι με το τάδε ή το δείνα προϊόν θα το πετύχει.
Ένα ακόμα παράδειγμα είναι η αυτογνωσία. Η αυτογνωσία δεν σταματά ποτέ να αναπτύσσεται. Δεν είναι ένας στόχος που κάποια στιγμή πετυχαίνουμε. Είναι μια διαδικασία που κρατά σε όλη μας τη ζωή. Σχετίζεται άμεσα με το empathy, την ενσυναίσθηση. Αυτό σημαίνει την ικανότητα του να μπαίνουμε στη θέση του άλλου, να τον κατανοούμε και να τον συναισθανόμαστε. Σχετίζεται επίσης με την αναγνώριση του πως αισθανόμαστε οι ίδιοι και με τον τρόπο που διαχειριζόμαστε αυτή τη γνώση. Η μέθοδος που επιλέγουμε για να γίνει αυτό μπορεί να διαφέρει από άτομο σε άτομο. Το μόνο κριτήριο είναι το αποτέλεσμα, δηλαδή η χαρά που παίρνουμε από τη ζωή, από τις σχέσεις μας.
Υποκείμενο και ομάδα
Είδαμε ότι το υποκείμενο κουβαλά μια ιστορία, μια δομή. Η δομή μεταφράζει το πώς είναι φτιαγμένο, το πώς είναι μέσα στις σχέσεις του και μέσα στον κόσμο. Οι σχέσεις είναι λοιπόν καθοριστικές. Γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε μέσα σε μια ομάδα, την οικογένεια, ορίζουμε τον εαυτό μας σε σχέση με τους άλλους. Αργότερα εντασσόμαστε σε μεγαλύτερες ομάδες όπως το σχολείο, ο επαγγελματικός χώρος, το πεδίο των φιλικών και διαπροσωπικών σχέσεων. Η ομάδα είναι λοιπόν ένα φαινόμενο απόλυτα συνδεδεμένο με την ύπαρξή μας στον κόσμο.
Η σχέση με τους γονείς αποτελεί πρότυπο για όλη την μετέπειτα πορεία μας. Η οικογένεια σαν ομάδα δεν είναι μια πρόσθεση ατόμων, είναι μια οντότητα με ξεχωριστή δυναμική. Είναι ένα ανοιχτό σύστημα σχέσεων. Επηρεάζει και επηρεάζεται από τα μέλη της. Καθορίζει το μέλλον μας. Όταν για παράδειγμα γινόμαστε οι ίδιοι γονείς, ένας φόβος που ξυπνά είναι αν θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε σε αυτό το νέο ρόλο. Ασυνείδητα, επιστρέφουμε στην εμπειρία που έχει οργανώσει τον ψυχισμό μας, στα πρότυπά μας, στον τρόπο δηλαδή με τον οποίο μας μεγάλωσαν οι δικοί μας γονείς. Η έννοια της ομάδας είναι λοιπόν στενά συνδεδεμένη με την οριοθέτηση της προσωπικότητας και με το χτίσιμο της ταυτότητάς μας.
Η ψυχοθεραπευτική εργασία στα πλαίσια της ομάδας δεν είναι εφεύρεση της επιστήμης. Ο όρος της ψυχοθεραπείας είναι βέβαια σύγχρονος. Όμως η εμπειρία δείχνει ότι η επαφή με τους άλλους μπορεί να ανακουφίσει τον ψυχικό πόνο. Μπορεί να επιδράσει πάνω στη συμπεριφορά του ατόμου και να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τον εαυτό του και τον κόσμο.
Οι παραδόσεις δείχνουν ότι πάντα ο άνθρωπος είχε ανάγκη να βρίσκεται με ομοίους του. Να νοιώθει ότι ενώνεται με τους άλλους με σημαίνοντες δεσμούς. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα τελετουργικά της θρησκείας και τις ομαδικές εκδηλώσεις επικοινωνίας, όπως οι δημόσιες συζητήσεις. Με κάποιο τρόπο, συνειδητό ή ασυνείδητο, αυτά τα φαινόμενα έχουν θεραπευτική επίπτωση στους συμμετέχοντες.
Τι είναι μια ομάδα αυτογνωσίας
Αυτό που ενδιαφέρει κυρίως την συζήτησή μας είναι οι μικρές ομάδες. Για την ακρίβεια, η δημιουργία μιας ομάδας εργασίας με θέμα την προσωπική ανάπτυξη. Έχει φανεί ότι η συμμετοχή σε τέτοιες διαδικασίες βοηθά στο να γνωρίσουμε καλύτερα των εαυτό μας και να βελτιώσουμε την ποιότητα των σχέσεών μας.
Η επιλογή του άγχους σαν κεντρικό άξονα επιτρέπει στην ομάδα να δουλέψει πάνω σε ζητήματα παθολογίας αλλά και καθημερινών προβλημάτων. Το επόμενο ερώτημα είναι το πώς γίνεται αυτό. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν καταρχήν οι βασικοί μηχανισμούς που διέπουν την ομάδα.
Ένας πρωταρχικός μηχανισμός είναι η ταύτιση. Το να μοιραζόμαστε μια εμπειρία, μια δύσκολη κατάσταση ήδη απελευθερώνει ένα σημαντικό μέρος αρνητικής ενέργειας. Είναι εντυπωσιακό συνήθως το να ανακαλύπτει κανείς πως υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που περνάνε παρόμοιες δυσκολίες. Το επόμενο βήμα είναι η επεξεργασία. Η ανταλλαγή πάνω στο θέμα που βάζει ένας από τους συμμετέχοντες.
Η ομάδα λειτουργεί σαν καθρέφτης των σκέψεων και των συναισθημάτων μας. Αυτό σημαίνει ότι όταν βάζουμε σε λόγια ένα σημαντικό ζήτημα, το νοιώθουμε ήδη πιο ανάλαφρο. Όντας μέσα σε ένα πρόβλημα, συχνά δεν μπορούμε να δούμε καθαρά τις διαστάσεις του. Οι απόψεις των άλλων συνεισφέρουν έτσι στο να το δούμε από μια άλλη προοπτική. Ίσως αποφασίσουμε ότι χρειάζεται να αλλάξουμε στάση. Η συνειδητοποίηση αυτή συνοδεύεται πολλές φορές από την έκπληξη, που είναι ενδεικτική ότι κάτι μέσα μας έχει μετακινηθεί.
Ένας άλλος μηχανισμός είναι η δυναμική της ομάδας. Σε κάθε ομάδα δημιουργείται ένα ιδιαίτερο κλίμα. Η συναισθηματική επένδυση, δηλαδή η επιθυμία συμμετοχής μας σε αυτή είναι ένας βασικός παράγοντας για να λειτουργήσει καλά. Η ενέργεια που κυκλοφορεί χρειάζεται να ρυθμιστεί, αυτό είναι ευθύνη του συντονιστή. Ο ρόλος του έχει να κάνει με τις ισορροπίες και το σκοπό ύπαρξης της ομάδας, αν δηλαδή αυτή είναι θεραπευτική, αυτογνωσίας κτλ. Η θεωρητική του προσέγγιση καθορίζει τον τρόπο ερμηνείας των δεδομένων αλλά και τη μέθοδο που επιλέγει να προτείνει στην ομάδα.
Ενδεικτικά αναφέρουμε μια σειρά από βιωματικές ασκήσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Στηρίζονται στις εξής βασικές αρχές : εμπειρία στο εδώ και τώρα, δηλαδή επεξεργασία του πως ξαναζούμε μια κατάσταση στα πλαίσια της ομάδας. Δημιουργικότητα και αυτοπραγμάτωση. Αυτό μεταφράζεται στη χρήση της φαντασίας, την απελευθέρωση ενός δυναμικού που έχουμε πιθανότατα ξεχάσει ότι υπάρχει μέσα μας.
Ας πάρουμε για παράδειγμα κάποιες από αυτές τις ασκήσεις. Όποιος θέλει από την ομάδα, συζητά για ένα περιστατικό που τον έχει απασχολήσει. Στο κέντρο του κύκλου, μπορεί αν θέλει να το δραματοποιήσει. Με τη βοήθεια άλλων συμμετεχόντων, ξαναπαίζει τη σκηνή και ακολουθεί συζήτηση για το πώς ένοιωσε ο ίδιος, και τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας. Αυτή είναι η προσέγγιση του ψυχοδράματος (του MORENO) που συνδυάζει τη σωματική και λεκτική έκφραση και σχετίζεται με διάφορες μεθόδους δραματοθεραπείας που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Ας δούμε μια άλλη άσκηση. Σημειώνουμε σε ένα χαρτί τι μας απασχολεί σε σχέση με συγκεκριμένα θέματα που επιλέγουμε, όπως ο εαυτός μας, η οικογένεια, ο σύντροφος, η δουλειά, η υγεία κτλ. Χωριζόμαστε σε μικρότερες ομάδες και συζητάμε για αυτά που έχουμε γράψει.
Μια τελευταία άσκηση που έχει να κάνει με την αυτογνωσία και με τους ρόλους μας σαν γονείς. Σημειώνουμε σε ένα χαρτί τα όνειρα που έχουμε για τα παιδιά μας και τις πιο συνηθισμένες συμβουλές που τους δίνουμε. Τις συγκρίνουμε τέλος με τις συμβουλές που ακούγαμε οι ίδιοι σαν παιδιά.
Αυτές οι ασκήσεις μοιάζουν με παιχνίδι. Όπως κάθε παιχνίδι, είναι ευχάριστες αλλά και χρήσιμες. Η συμμετοχή σε μια ομάδα αυτογνωσίας, όπως και σε κάθε ομάδα περιλαμβάνει ένα βαθμό άγχους, με την έννοια της αρχικής αμηχανίας. Η εμπειρία όμως συνήθως μας ανταμείβει.
Αν θα θέλαμε να συνοψίσουμε τα θετικά αποτελέσματα αυτής της εμπειρίας, θα λέγαμε ότι αφορούν γενικά στην ευαισθητοποίηση για βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων. Στην προληπτική της αξία, με την έννοια της αυτογνωσίας και της προσωπικής ανάπτυξης. Θα λέγαμε τέλος ότι μας δίνει εφόδια για το πάντα συναρπαστικό ταξίδι της ψυχικής ολοκλήρωσης.
Βιβλιογραφία
Μ. Ι. Συγγελάκης "Μεταμοσχεύοντας" έναν ψυχίατρο στις μεταμοσχεύεις, ?εντός εκτός και επί της Ψυχιατρικής, τεύχος 3, UNIVERSITY STUDIO PRESS, Θεσσαλονίκη 2003
ΦΡΟΙΝΤ Σίγκμουντ, 1926, Αναστολή, σύμπτωμα και άγχος
Λεξικό της Ψυχανάλυσης, Dictionnaire de la Psychanalyse, Encyclopaedia
Universalis, Paris, 1997.
ΜΑΝΟΣ Νίκος Βασικά Στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής, UNIVERSITY
STUDIO PRESS, Θεσσαλονίκη 1988.
Ζάννα ΑΡΧΟΝΤΑΚΗ Δάφνη ΦΙΛΙΠΠΟΥ ?205 βιωματικές ασκήσεις για
εμψύχωση ομάδων, Καστανιώτης, Αθήνα, 2003.