Ακρόαση άρθρου......

Το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ έκανε πριν από μερικά χρόνια μια έρευνα με μερικά ποντίκια. οι επιστήμονες τα 'εβαλαν σε έναν λαβύρινθο πολυτελείας, με όλα τα κομφόρ που θα μπορούσε ποτέ να επιθυμήσει ένα σύγχρονο τρωκτικό: σέξι θηλυκά, άφθονη μάσα, παιχνίδια, τηλεόραση πλάσματος. Αυτός ο παράδεισος είχε όμως μια παγίδα.

Στην άλλη άκρη του λαβυρίνθου, οι επιστήμονες κατασκεύασαν ένα διαδρομάκι με μια ηλεκτροφόρο σχάρα στο δάπεδο, που οδηγούσε σε έναν απόλυτα άδειο θάλαμο τον οποίο δεν μπορούσαν να δουν τα ποντίκια.

Για να φτάσουν εκεί, έπρεπε να πατήσουν στη σχάρα και να ψηθούν. «Θα το κάνουν;» ήταν το ερώτημα που απασχολούσε τους επιστήμονες. Θα αποφάσιζαν αυτά τα ευτυχισμένα και καλοζωισμένα ποντίκια να ψηθούν στη σχάρα χωρίς κανέναν προφανή λόγο; Είχαν τα πάντα.

Γιατί να πάνε να βασανιστούν για κάτι άγνωστο και μάλλον περιττό; Να τι συνέβη.

Αφού απόλαυσαν μερικές εβδομάδες τον παράδεισό τους, τα ποντίκια άρχισαν ένα ένα να γυροφέρνουν τη σχάρα. Και ύστερα, όλα ανεξαιρέτως αποφάσισαν να υποστούν το μαρτύριο του περάσματος, μόνο και μόνο για να δουν τι υπήρχε στον άλλο θάλαμο.

Ας δούμε τώρα κάτι με ανθρώπους στον παράδεισο, τους τελευταίους -μέχρι πριν λίγες μέρες, που από όσα ελέχθησαν, τους σκότωσαν κι αυτούς...- επιζώντες ενός σφριγηλού πολιτισμού της λίθινης εποχής, με τη δική του θρησκεία και τη δική του γλώσσα, που ονόμασε το καθετί: από τα πλάσματα των τροπικών δασών ως τα άστρα του ουρανού.

Οι λίγοι αυτοί άνθρωποι, αποτελούσαν τον εναπομείναντα πληθυσμό της φυλής Ακουντσού, μιας αρχαίας φυλής του Αμαζονίου η οποία μόλις πριν από μία γενεά είχε εκατοντάδες μέλη και εξολοθρεύθηκε από ένα τραγικό μείγμα εχθρότητας και εγκατάλειψης. 

Πολλοί Ακουντσού σφαγιάστηκαν το 1990 από υλοτόμους. Ο προαναγγελθείς αργός θάνατος της φυλής συνδέεται με μια από τις πιο επιτυχημένες γενοκτονίες στην ανθρώπινη ιστορία.

Η μοίρα των Ακουντσού θεωρείται από κοινωνικούς ανθρωπολόγους τυπικό παράδειγμα των κινδύνων που αντιμετωπίζουν φυλές που δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμη, κατά την αποκαλούμενη «πρώτη επαφή». Μεγάλο μέρος της ιστορίας των Ακουντσού είναι, για προφανείς λόγους, μη καταγεγραμμένη. Για χιλιετίες ζούσαν απαρατήρητοι, βαθιά μέσα στο τροπικό δάσος του κρατιδίου Ροντόνια, μια απόμακρη περιοχή της Δυτικής Βραζιλίας, κοντά στα σύνορα με τη Βολιβία. Κυνηγούσαν αγριογούρουνα, τάπιρους και διατηρούσαν στα χωριά τους μικρούς κήπους, όπου καλλιεργούσαν καλαμπόκι και μανιόκες.

ΨΗΦΙΑΚΟ MARKETING ΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥΣ: Κύκλος 11 Σεμιναρίων με Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία Διαχείρισης διαδικτυακής παρουσίας | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Τη δεκαετία του ΄80 υπογράφηκε η θανατική τους καταδίκη: αγρότες και υλοτόμοι κλήθηκαν να «εξερευνήσουν» την περιοχή, κόβοντας δένδρα βαθιά μέσα στο δάσος, μετατρέποντας την άλλοτε άγρια φύση σε επικερδή χωράφια καλλιέργειας σόγιας και ράντσα με βοοειδή.

Με βάση τα παραπάνω, έχω 6 ερωτήματα για τον παράδεισο:

Α. Είχα μια γάτα που την έλεγαν Μπιοντέτα. Χαιδευτικά, Τέτα.
Δεν της έμαθα να πιάνει ποντίκια και πάντα την ταίζαμε καλά.
Κι ομως εκείνη, απο καιρό σε καιρό, άφηνε στο χαλάκι του μπαλκονιού κάποιο πνιγμένο ποντίκι, να μας ευχαριστήσει για το φαγητό.
Μια μέρα η περιέργεια σκότωσε και τη γάτα.
Εφαγε τη φόλα που κάποιος προόριζε για τη σκύλα μου.
Σε αντίθεση με τη σκύλα, που την έχω σώσει δυό φορές απ του χάρου τα δόντια γιατι ήρθε να ζητήσει βοήθεια, η Τέτα δεν σώθηκε. Δεν έσπευσε να με βρει πριν λιποθυμήσει. Πήγε να το αντιμετωπίσει μόνη της. Και τη βρήκε ο γείτονας νεκρή πριν λίγο καιρό. Εκτοτε ακούμε ξανά τα ποντίκια στους κισσούς. εχει ο παράδεισος κισσούς; εχει ποντίκια; Κι αν ναι, οι γάτες σε ποιόν παραδεισο κυνηγούνε;

Β. Σκέπτομαι ότι οι ανθρωποι νομίζουμε πως είμαστε ανώτεροι από τα ποντίκια, επειδή κάποιοι, όπως οι Ακουντσού μερικοί απο εμάς τέλος πάντων, όταν θα τα έχουμε όλα και δε θα μας λείπει τίποτα, ίσως και να νικήσουμε το γονίδιο της περιέργειας.

Εαν εμένα με έβαζαν τώρα ας πούμε στο χρυσό κλουβί, δε νομίζω ότι θα είχα την ίδια περιέργεια που θα είχα νεότερος να δω τι υπάρχει μετά απο τη σχάρα της ψησταριάς. Εκεί θα καθόμουν να ρορόνιζα σαν ευτυχισμένος γάτος -για να μη μαζευτούνε και ποντίκια. Ισως επειδή αυτό είναι κοινός τόπος, οι πάντες φροντίζουν να μην τα αποκτήσουμε ποτέ όλα, ώστε να μην υποβάλλουμε εαυτούς σε τέτοια ψυχοφθόρα διλήμματα. Τους ευχαριστούμε!

Γ. Η ελευθερία είναι κι αυτή μια σχετικότητα. Δεν το κατανοούσα νέος, αλλά τώρα ξέρω πως αν δεν υπάρχει τίποτα απολύτως ανεξάρτητο επι γης, ετσι και η αφηρημένη -και ταλαίπωρη- αυτή έννοια, εξαρτάται από συνθήκες.

Είσαι ας πουμε σκλάβος όταν δε μπορείς να γυρίσεις τον κόσμο επειδή έχεις πια παιδί; Το παιδί είναι η αλυσίδα σου η μηπως το αλλοθί σου; Κι ακόμα, έχεις την ιδια επιθυμία να εξερευνήσεις το σύμπαν στα 50 σου, με αυτήν που είχες στα 25; Και ποτε είσαι πιο ελευθερος;

Οταν μπορείς να κάνεις οτιδήποτε και δεν πράττεις το παραμικρό απο φόβο, ή όταν μπορείς να κάνεις μόλις 2 πράγματα και πράττεις εκείνο που σου λέει η συνείδησή σου, κόντρα στο άλλο που σου λέει η τσέπη σου; Οταν παντρευεσαι τη γυναίκα που αγαπας η όταν την εγκαταλείπεις γιατί στον κόσμο υπάρχουν πολλά σώματα ιδρωμένα  και αρκετές αγάπες, αρκεί να μην αγαπας καμιά; Οταν  θυσιάζεις χρόνο και ζωή στην υπηρεσία μιας, όποιας,  ιδέας η όταν δεν υπηρετείς κανάναν και τίποτα, γιατί  ιδεολογία σου είναι αποκλειστικά η δική σου ευζωία;

Δ. Κι απο την άλλη, σκέπτομαι ότι μέσα στην ανωτερότητά μας, οι άνθρωποι είμαστε κατώτεροι απο τα ποντίκια, γιατί κανένα ποντίκι ποτέ δεν πήγε να εξολοθρεύσει άλλα ποντίκια που, ευτυχισμένα καθώς ήσαν στον παραδεισό τους, δεν ενδιαφέρονταν να έρθουν σε επαφή με τον ποντικοπολιτισμό παρά κάθονταν κι έξυναν τα μουστάκια τους πάνω στις τοπικές κεφαλογραβιέρες. Κανένα ποντίκι ποτέ δεν επιθύμησε να πεθάνει η γάτα του γείτονα, όλα του δικού τους σπιτικού τις γάτες  περιέπαιζαν. Εμείς, επιθυμωντας διακαώς αρκετοί τη θανάτωση της γειτονικής ψιψίνας, συμβάλλουμε προφανώς στην αύξηση του ποντικοπληθυσμού, προκειμένου να αποδεικνύουμε στους αιώνες ότι, αν και αριθμητικά λιγότεροι, παραμένουμε ποιοτικά ανώτεροι.

Η ανωτερότητά μας αποδεικνύεται και απο το γεγονός της φάκας. Στη σταδιοδρομία μου ως κάτοικος σοφίτας στην εξοχή, έχω τελέσει τουλάχιστον μια γενοκτονία ανάλογη με αυτή των Ακουντσού, στο ποντικίσιο της. Ολοκληρες φαμίλιες πονηρών αρούρηδων εξολοθρεύτηκαν με αυτό το πονηρό εργαλείο, ενισχυμένο με λίγη φλούδα γραβιέρας. Το εγκλημά τους ήταν ότι, όπως και τα ποντίκια του Χαρβαρντ, δεν τους εφταναν τα χαρτικά και πλαστικά της αποθήκης, ήθελαν να δουν τι υπάρχει και προς την έξοδο. Εγώ, σοφότερος, δεν ήθελα να δω στα ενδότερα της σοφίτας.

Ε. Κι εντέλει όλοι θα πεθάνουμε σαν τους τελευταίους Ακουντσού και ως τότε θα ταλαιπωρηθούμε σαν τα δυστυχισμένα ποντίκια που περασαν την ψησταριά όχι απο περιέργεια, αλλα απο ελπίδα. Γιατί για  μας η ψησταριά είναι καθετη και θυμίζει καγκελα φυλακής. Δεν παμε να ξεφύγουμε απ την ευτυχία, την κυνηγάμε. Κι όσοι τελικά τη γλιτώσουν, θα το μετανοιώσουν μόλις μας βρουν οι εξωγήινοι, (που να το δείτε γιατι η ζωή είναι  μια μελέτη στην ειρωνεία, θα μοιάζουν με ποντίκια).

Ζ. Να θυμηθώ να αγοράσω απο εκείνο το καινούργιο τυρί. Είμαι περίεργος.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Νίκος Μάστορας

nikos mastoras02Δημοσιογράφος. Εργάστηκε για 35 χρόνια στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη. Εθελοντική αρθρογραφία στο PSYCHOLOGY.GR. Είναι πατέρας δύο παιδιών και έχει αυτοβούλως εξερευνήσει αρκετά πεδία της ψυχολογικής επικράτειας. Η εξερεύνηση αυτή συνεχίζεται..