Η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα φαίνεται απλή καθώς η λέξη τιμωρία ανήκει στο καθημερινό μας λεξιλόγιο και όλοι μας πιστεύουμε πως γνωρίζουμε τι σημαίνει. Ωστόσο όλοι οι όροι που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν συμπεριφορές τείνουν να είναι ασαφείς καθώς κάθε συμπεριφορά είναι μοναδική, ανάλογα με το χωροχρονικό πλαίσιο και τον εκτελεστή της.
Έτσι η εικόνα ενός πατέρα που χαστουκίζει το γιο του μπορεί να ερμηνευτεί σαν τιμωρία εφόσον ο γιος μόλις έχει σπάσει ένα βάζο, αν όμως ο γιος μόλις του έχει δείξει τον έλεγχό του σχολείου του γεμάτο άριστα το χαστούκι του πατέρα του θα μπορούσε να εκληφθεί σα φιλοφρόνηση. Έτσι σύμφωνα με το υπερλεξικό της Ν. Ελληνικής γλώσσας του Παγουλάτου η τιμωρία είναι η ποινή που επιβάλλεται για κάποια αξιόποινη πράξη.
Με αυστηρά πειραματικά ψυχολογικά κριτήρια οι ερευνητές της συμπεριφοράς ορίζουν την τιμωρία ως κάθε δυσάρεστο γεγονός που επισυμβαίνει αμέσως μετά την εκτέλεση μιας αντίδρασης κι έχει σα συνέπεια την αποδυνάμωση της αντίδρασης. Μ' αυτή την έννοια, η αποδοκιμασία από έναν γονέα προς το παιδί του δεν θεωρείται πάντα τιμωρία καθώς δεν συνδέεται πάντα με την εξάλειψη της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς από το παιδί ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί και να την ενισχύσει. Π.χ. όταν ένα παιδί φωνάζει και κυλιέται στο χαλί ενώ νιώθει παραμελημένο το να το μαλώσουμε λεκτικά δεν αποτελεί για αυτό τιμωρία καθώς πιθανότατα το παιδί επιδιώκει με αυτόν τον τρόπο να μας τραβήξει την προσοχή και επιπλήττοντας το την αποκτά.
Έτσι του μαθαίνουμε έμμεσα πως κάθε φορά που θέλει την προσοχή μας φτάνει να κυλιστεί στο χαλί και να φωνάξει κι εμείς αμέσως θα ασχοληθούμε μαζί του. Αντίθετα, αν το ίδιο παιδί αποκλειστεί από μια συντροφιά συνομηλίκων του εξαιτίας της άσχημής του γλώσσας πιθανότατα θα αλλάξει τις λεκτικές του εκφράσεις καθώς αυτές του στερούν κάτι ιδιαίτερα σημαντικό, την αίσθηση ασφάλειας, του να ανήκει σε μια ομάδα.
Σήμερα ωστόσο δεν θα αναφερθούμε στην τιμωρία έτσι όπως την εννοούν οι οπαδοί της επιστήμης της συμπεριφοράς καθώς αυτοί αναφέρονται στην τιμωρία σαν μέσο παρέμβασης μέσα σε αποστειρωμένα ελεγχόμενα κλινικά πλαίσια και όχι στη μέση οικογένεια και στις τεχνικές διαπαιδαγώγησης που χρησιμοποιεί. Ωστόσο η προσφορά τους στην καθημερινή πράξη έγκειται στο ότι μας αποκάλυψαν αρκετά εύγλωττα πως ότι ονομάζουμε τιμωρία δεν είναι κατ' ανάγκην αποτρεπτικό μιας κακής πράξης αλλά συχνά είναι ενισχυτικό της πράξης αυτής.
Έτσι άλλοι πιο μετριοπαθείς επιστήμονες υιοθετούν έναν ορισμό της τιμωρίας που βρίσκεται πιο κοντά στην καθημερινή χρήση της έννοιας αυτής και μας διευκολύνει στο να την εξετάσουμε όπως εκδηλώνεται και νοείται στα πλαίσια της Ελληνικής οικογένειας.
Ο καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Κρασανάκης π.χ. περιγράφει την τιμωρία σαν ένα είδος προστίμου το οποίο επιβάλλεται σε κάποιο πρόσωπο για την ανάρμοστη συμπεριφορά του ή για την παράβαση ορισμένων κανόνων, τους οποίους οφείλει να τηρεί.
Ποιες είναι όμως οι ποιο συχνές μορφές που η τιμωρία σαν μέσο διαπαιδαγώγησης εκλαμβάνει?
Ι) Οι σωματικές τιμωρίες που περιλαμβάνουν τον ξυλοδαρμό τα χαστούκια και γενικότερα κάθε μορφή βίας σωματικής επαφής από τους γονείς προς τα παιδιά τους.
Στη βιβλιογραφία αναφέρεται πως το 60% των Ελλήνων γονιών χρησιμοποιούν σωματικές τιμωρίες ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους Αμερικάνους γονείς είναι 90%. Οι σωματικές τιμωρίες αποτέλεσαν σε παλιότερες εποχές μια ιδιαίτερα διαδεδομένη και ευρέως αποδεκτή πρακτική χειραγώγησης των παιδιών. Ωστόσο μια σειρά επιστημονικών ερευνών τη δεκαετία του 70, σε συνδυασμό με το γενικότερο κλίμα φιλελευθερισμού εκείνης της εποχής ενοχοποίησαν τις σωματικές τιμωρίες. Σε πολλές χώρες έχουν θεσπιστεί νόμοι για την προστασία των παιδιών από αυτές ενώ στην Αυστρία και στις Σκανδιναβικές χώρες κάθε μορφή σωματικής τιμωρίας έχει ρητά απαγορευθεί και ποινικοποιηθεί. Πιο αναλυτικά στο μεγάλο κεφάλαιο της σωματικής τιμωρίας θα αναφερθούμε στη συνέχεια.
ΙΙ) Αποκλεισμός από προνόμια.
Αυτή η τεχνική τιμωρίας αναφέρεται στο να απαγορεύουμε στα παιδιά πρόσβαση σε αντικείμενα οι δραστηριότητες που τους αρέσουν σαν αποτέλεσμα απειθαρχίας ή κακής συμπεριφοράς. Έτσι, οι γονείς μπορεί να απαγορεύουν στα παιδιά τους την πρόσβαση στην τηλεόραση, στο παιχνίδι ή σε άλλες μορφές διασκέδασης που αρέσουν στα παιδιά τους σαν το αποτέλεσμα της ανυπακοής τους.
ΙΙΙ) Η τεχνική του διαλείμματος (time out).
Η τεχνική αυτή αναφέρεται στην απομάκρυνση του παιδιού από την ομάδα συνομηλίκων του ή και από τις δραστηριότητες της οικογένειας σαν αποτέλεσμα της κακής του συμπεριφοράς. Π.χ. αν τα μέλη μιας οικογένειας παίζουν όλα μαζί ένα επιτραπέζιο παιχνίδι και το μικρότερό της μέλος επιμένει να διαταράσσει το παιχνίδι με φωνές οι γονείς μπορούν να το απομακρύνουν και να το αφήσουν να συμμετάσχει ξανά στο παιχνίδι μόνο όταν νιώσει ότι μπορεί να ακολουθήσει τους κανόνες του παιχνιδιού και να μην ασχημονεί. Η τεχνική αυτή έχει χρησιμοποιηθεί με ιδιαίτερη επιτυχία σε παιδιά προσχολικής αλλά και σχολικής ηλικίας. Το νόημα της τιμωρίας αυτής είναι να καταλάβει το παιδί πως για να συμμετάσχει σε μια δραστηριότητα πρέπει να έχει την αρμόζουσα συμπεριφορά, διαφορετικά η συμμετοχή του είναι αδύνατη. Δυστυχώς αυτή η τεχνική σε κάποιες περιπτώσεις έχει παρεξηγηθεί και έχουν αναφερθεί περιπτώσεις γονιών και διδασκάλων και γονιών που παρατείνουν την ώρα του διαλείμματος αν και το παιδί τους διαβεβαιώνει πως είναι έτοιμο να επιστρέψει στην ομάδα. Κατά αυτό τον τρόπο το παιδί παίρνει το μήνυμα πως αυτό που απορρίπτεται δεν είναι η συμπεριφορά του αλλά αυτό το ίδιο σαν κοινωνική οντότητα. Οι συνέπειες μιας τέτοιας παρερμηνείας θα περιγραφούν παρακάτω.
Εκτός από αυτές τις τρεις διαδεδομένες τεχνικές τιμωρίας υπάρχουν δεκάδες άλλες όπως είναι η συναισθηματική απόσυρση του γονέα, ο εκφοβισμός του παιδιού με μεταφυσικά πλάσματα (π.χ. φαντάσματα, στοιχειά, μπαμπούλες κ.τ.λ.), ή το να αναγκάζουμε το παιδί να αποστηθίσει κείμενα και να αντιγράψει μια πρόταση πολλές φορές κ.τ.λ.. Κάποιες από αυτές τις τεχνικές είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Ψυχολόγος, MSc in applied psychology,
Επιστημονικός Συνεργάτης του psychology.gr