Στα μέσα του 20 αιώνα, όταν οι ψυχανάλυση και ο συμπεριφορισμός αποτελούσαν ακόμη την επικρατούσα «δύναμη» στο χώρο της ψυχοθεραπείας, ο ψυχολόγος Carl Rogers παρουσίασε μια μη κατευθυντική πρόταση προσφέροντας στο ευρύτερο πεδίο μια εναλλακτική άποψη στις παραπάνω προσεγγίσεις.
Η θεωρία του Rogers, μαζί με μερικές ακόμη ανάλογα προσανατολισμένες θεωρίες, συγκρότησαν το ανθρωπιστικό κίνημα το οποίο χαρακτηρίσθηκε ως η “Τρίτη δύναμη” στον χώρο της ψυχοθεραπείας (Ποταμιάνος, 1999).
Ήταν η εποχή όπου η “τέχνη” της ψυχοθεραπείας είχε αρχίσει να αμφισβητείται (χαρακτηριστική είναι η έρευνα του Eysenck το 1952) , τουλάχιστον αναφορικά με τις παραδοσιακές μεθόδους. Ο Rogers, θέλοντας να δείξει τον προβληματισμό και την δυσαρέσκεια του απέναντι στις αυταρχικές ψυχαναλυτικές τεχνικές, άρχισε σιγά-σιγά από το πανεπιστήμιο του Σικάγου όπου και βρισκόταν, να διατυπώνει την μη κατευθυντική του πρόταση, την οποία και μετονόμασε μερικά χρόνια αργότερα σε “πελατοκεντρική θεραπεία”.
Ο παραπάνω τίτλος, κατεδείκνυε την φιλοσοφία του, όπου ο ασθενής ή ο πελάτης και όχι ο θεραπευτής είναι αυτός που καθορίζει την κατεύθυνση της ψυχοθεραπείας. Χρησιμοποιώντας τις πλούσιες ερευνητικές δυνατότητες που του παρείχε το πανεπιστήμιο και διαμορφώνοντας σταδιακά το θεραπευτικό του μοντέλο, κατέληξε ότι το είδος της θεραπείας, οι τεχνικές και η διάγνωση δεν είναι αυτές που καθορίζουν την έκβαση της θεραπείας τόσο όσο η ποιότητα της σχέσης που διαμορφώνεται μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου.
Αυτή η ποιότητα, είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη ώστε ο πελάτης να αυξήσει την αυτοεκτίμηση του και να αποκτήσει μεγαλύτερη συμφωνία ανάμεσα στις εμπειρίες και τη συνείδηση του (Bozarth, 2001), άρα και να οδηγηθεί σταδιακά στην αυτογνωσία, την βελτίωση και την αυτοπραγμάτωση.
Ποια είναι όμως κατά τον Rogers τα στοιχεία εκείνα που οικοδομούν μια ποιοτική θεραπευτική σχέση, επικοινωνίας, κατανόησης και εμπιστοσύνης, τα οποία θα γίνουν αντιληπτά από τον πελάτη και θα του παρέχουν “ψυχική ασφάλεια;
Τρεις διαφορετικές στάσεις συμπεριφοράς προβάλλει ο Rogers τις οποίες ο θεραπευτής οφείλει να τηρήσει και να καταστήσει φαινομενολογικά κατανοητές στους πελάτες του: Η πρώτη αφορά την αυθεντικότητα (congruence), η δεύτερη την αποδοχή του πελάτη δίχως όρους (unconditional positive regard) και η τρίτη την ενσυναίσθηση (empathy).