Ένα θλιβερό φαινόμενο που έχω παρατηρήσει στην πλειοψηφία των ανθρώπων ανεξαρτήτως κοινωνικο-πολιτισμικού και οικονομικού status είναι αυτό της έλλειψης περιέργειας. Ξεκινάει από την απλή, καθημερινή περιέργια για τον κόσμο που μας περιβάλλει, η οποία με αφετηρία την παιδική ηλικία μειώνεται από της μουντά επιφανειακές αντιδράσεις των γονέων απέναντί της.
Αντιδράσεις που οφείλονται στην έλλειψη περιέργειας για τον κόσμο που κουβαλάμε μέσα μας. Ξεχνάμε την περιέργεια που είχαμε σαν παιδιά διότι πλέον η μόνη επίσκεψη στον εσώτερο κόσμο μας είναι σαν να πηγαίνουμε κάθε μεγάλο Σάββατο στην εκκλησία λόγο συνήθειας.
Έτσι το παιδί που έχουμε μέσα μας, ο μικρός μας εαυτός λησμονείται με αποτέλεσμα να υπάρχουμε σαν να γεννηθήκαμε ενήλικοι.
Λόγο αυτού, λοιπόν, κάθε βήμα προς την ενηλικίωσή μας είναι ένα βήμα μακριά από την περιέργεια. Συμπεριφερόμαστε, σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε όντας απεριόριστα σίγουροι ότι “έτσι έιμαστε“, αντί να αναρωτιόμαστε, όχι να λάβουμε δράση, απλά να αναρωτιόμαστε “πώς θα ήταν αν…”, οπότε κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με την πιθανότητα, όσο αμιδρή και αν είναι αυτή, να μην “έτσι είμαστε” νιώθουμε ένα δέος από τον φόβο ότι όλη μας η ζωή θα καταρρεύσει εάν αποδειχθεί αληθής. ‘Ενας φόβος που παραλύει κάθε ψυχικό απόθεμα για να λύσεις αυτόν τον γρύφο. Που, εν τέλη, μπορεί να μην χρειαστεί να αλλάξεις τίποτα μέσα σου (πράγμα αν όχι αδύνατο, μοναδικά σπάνιο), πώς θα το μάθεις, όμως, αυτό. Είναι σίγουρα επίπονο, χρονοβόρο και εξουθενωτικό.
Μπορεί να χάσεις τα λογικά σου κατα την διάρκεια του ταξιδιού αυτού. Αυτά και πολλά άλλα είναι που μας προτρέπουν στο να ξεσπάσουμε επιφανειακά την συγκεντρωμένη ένταση έτσι ώστε να πάρουμε μία προσωρινή ανακούφηση και μέτα φτου και απ’ την αρχή. Η ζωή δεν είναι έτσι, όμως, δυστυχώς ή ευτυχώς (ευτυχώς θα διαλέξω).
Χρειαζόμαστε εννέα μήνες για να έρθουμε στο φώς του έξω κόσμου και μία επίπονη είσοδο σε αυτόν. Τα κόκαλά μας και τα ζωτικά μας όργανα για καιρό περνάνε από αλλαγές έτσι ώστε να φτάσουν στην έσχατη μορφή τους. Αυτός ο καιρός έχει πόνο μέσα, όχι μόνο αυτόν όμως. Έχει και την ικανοποίηση της επίτευξης, την ικανοποίηση της νίκης απέναντι στον πόνο.
Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, ψυχολογικά να αναπτυχθούμε εάν δεν περάσουμε από διάφορα στάδια πόνου, εάν δεν είμαστε περίεργοι. Είναι φυσικό όλα αυτά που γράφω σε πολλούς να μη βγάζουν κάποιο νόημα, να μη δημιουργούν κάποια εικόνα ή συναίσθημα και αυτό οφείλεται στην απλή παραδοχή ότι ό,τι εξέφρασα παραπάνω είναι στο δικό μου κεφάλι, πράγμα που τα αφήνει ανοιχτά σε κριτική και διάψευση.
Θα κλείσω παραφράζοντας μία πολύ γνωστή φράση του Σωκράτη η οποία θεωρώ ότι είναι όλα αυτά που είπα σε μερικές λέξεις “Ένα γνωρίζω, ότι όσα γνωρίζω είναι αμφισβητήσιμα“. Για αυτό γίνετε περίεργοι και αν έχετε ακούσει ότι κάποια γάτα πέθανε εξαιτίας της μην δώσετε βάση, ένας μύθος είναι!